ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΚΑΙ Η «ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ» ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ - του ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ

(ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ,  7.9.1975)


Νομίζω ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερη ντροπή και ψυχική βάσανος για έναν που βασανίστηκε για τις ιδέες του, να υποχρεωθεί να μηνύσει ο ίδιος τους βασανιστές του ή να καταθέσει σαν ένας απλός συνηθισμένος μάρτυρας στην ψυχρή αίθουσα του Δικαστηρίου. Και μάλιστα να είναι υποχρεωμένος να ακούει κάθε είδους -πολλές φορές προσβλητικές- ερωτήσεις από κάθε πλευρά, ακόμα και από τους βασανιστές του.

Πρώτα απ’ όλα τα βασανιστήρια δεν είναι μια απλή σωματική δοκιμασία. Εκείνο που δοκιμάζεται, εκείνο που θίγεται βαθειά, εκείνο που κλονίζεται επικίνδυνα είναι ο ίδιος ο άνθρωπος. Η πεμπτουσία της ανθρώπινης υπόστασης. Από τη στιγμή που ο κρατούμενος θα συνειδητοποιήσει ότι έχει να κάνει με ανθρώπινα κτήνη, μια απέραντη βαθειά θλίψη τον καταλαμβάνει για το κατάντημα του ανθρώπου. Ξαφνικά νοιώθει να βυθίζεται μέσα στο χρόνο. Από το 2000 μ.Χ. κατρακυλάει στο 2000 π.Χ. Στην εποχή των σπηλαίων.

Μια οσμή κτήνους τον τυλίγει και τον πονά πιο πολύ κι από τα χτυπήματα. Εκείνοι τον χτυπούν κι αυτός έχει ένα μυστικό βλέμμα για να τους παρατηρεί εν ψυχρώ, προσπαθώντας να τους καταλάβει. Εκείνοι οργιάζουν επάνω του κι εκείνος βάζει στον εαυτό του εναγώνια ερωτήματα:

«Πώς είναι δυνατόν να τους κατάντησαν έτσι; Ποιος τους κατάντησε έτσι;…». Η απάντηση είναι απροσδόκητη. Συγκλονιστική: «Άρα κι αυτός είναι θύμα. Ίσως μεγαλύτερο θύμα από μένα. Γιατί εμένα μου φέρονται σαν να ΄μαι κτήνος. Θέλουν να με κάνουν κτήνος. Όμως αυτοί είναι ήδη κτήνη. Τους έκαναν ήδη κτήνη. Όμως ποιος τους έκανε; Το  Σ ύ σ τ η μ α.

Επομένως τώρα που με βασανίζουν, αγωνίζομαι και γι’ αυτούς. Γιατί αυτοί, οι βασανιστές είναι τα μεγαλύτερα θύματα της αμαρτωλής κοινωνίας. Γιατί το Σύστημα κατάφερε να τους κλέψει την ανθρωπιά τους. Να τους μεταβάλει σε κτήνη που βασανίζουν τον αδελφό τους, τον όμοιό τους, αυτόν που αγωνίζεται για να λυτρώσει βασικά ανθρώπους της δικής του κοινωνικής σειράς…

Αυτές οι σκέψεις ήρθαν στον νου μου με αφορμή την απάντηση του δικηγόρου Θεόδωρου Κατριβάνου στη δίκη των βασανιστών:

- «Δεν επιτρέπω σ’ ένα βασανιστή που ούτε καταδέχτηκα να του κάνω μήνυση γιατί τον λυπάμαι, να κάνει υπαινιγμούς».

Το θέμα της ψυχολογίας του βασανισμένου δεν τελειώνει μ’ αυτές τις λίγες σειρές. Είναι απέραντο. Κάποτε στη χώρα μας έγιναν φοβερά μαρτύρια σε δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους. Κανείς δεν μίλησε γι’ αυτά. Σήμερα όμως όλος ο κόσμος διαβάζει στον Τύπο καθημερινά για τα βασανιστήρια. Και πολλοί απορούν:

- Γιατί όλοι οι βασανισμένοι δεν έκαναν μηνύσεις;

Μα γιατί η υπόθεση του βασανισμού δεν είναι, αγαπητοί μου συμπολίτες, υπόθεση προσωπική. Είναι υπόθεση δική σου και δική του. Υπόθεση δική μας. Υπόθεση της Πολιτείας. Πήγαν τάχα για να λύσουν προσωπικές διαφορές οι κρατούμενοι στους τόπους του μαρτυρίου; Αλλά και οι βασανιστές μήπως είχαν κι αυτοί «προσωπικά» με τα θύματά τους; Όχι. Πίσω από τον βασανισμένο υπάρχει ολόκληρη η κοινωνία, για την οποία εκείνος παλεύει και υποφέρει. Ενώ πίσω από τον βασανιστή υπάρχει το Σύστημα, το Κράτος κι όσοι έχουν σχέση μαζί τους.

Αυτό που γίνεται σήμερα, δηλαδή ο υποβιβασμός αυτής της φοβερής σύγκρουσης που είναι ο βασανισμός, σε ένα τεχνικό συμβάν, σε μια αστυνομική ιστορία που αφορά δυο πρόσωπα, είναι αφ’ ενός μεν προσβλητικό και ατιμωτικό θα ΄λεγα για το θύμα και για τον λαό, αφ’ ετέρου δε είναι κοροϊδευτικό, απατηηλό, γιατί κουκουλώνει την πραγματική σχέση και τους ουσιαστικούς ενόχους.

Και πολύ καλά έκανε ο μάρτυς Γεώργιος Μαυρομμάτης που αρνήθηκε να καταθέσει:

- Δεν μπορώ να αναφερθώ σε μεμονωμένα επεισόδια χωρίς να τα συνδέσω με ολόκληρη την ιστορία…

Πρόεδρος: Αφήστε τώρα την ιστορία.

Μάρτυς: Ναι, αλλά ταλαιπωρούμαστε τόσα χρόνια από την ιστορία αυτή.

Πρόεδρος: Δεν μας ενδιαφέρει.

Μάρτυς: Ενδιαφέρει όμως εμάς. Αυτό είναι το σφάλμα μας, ότι νομίζαμε πως μπορούσαμε να τα πούμε εδώ πέρα.

Πρόεδρος: Θέλετε να σας επιβάλω τιμωρία;

Δεν χρειάζονται σχόλια. Είναι φανερό ότι η ώρα της Ιστορίας αυτής δεν έφτασε ακόμα. Χαριεντίζονται σαν μαϊμούδες οι αρχιθύτες, αρχιβασανιστές. Φτύνουν βούρκο και ακαθαρσίες οι συνήγοροί τους. Εδώ κι εκεί, με αρχιερέα τον Σάββα, σηκώνουν απειλητικά το κεφάλι. Ανασαίνουν. Ευτυχώς γι’ αυτούς η Πολιτεία, δηλαδή η κυβερνητική παράταξη, απέφυγε να βάλει το χέρι επί των τύπων των ήλων. Δεν την ενδιαφέρει κι αυτήν η ιστορία. Και η ιστορία θα περιμένει και πάλι να φτάσει η ώρα της…

Μέσα σ’ αυτή την άρνηση της Πολιτείας να αναλάβει τις ευθύνες της, υπάρχει ακόμα και το στοιχείο της προσβολής. Επάνω στο πιο λεπτό σημείο της λαϊκής ευαισθησίας, δηλαδή επάνω στο αίσθημα του Δικαίου, όπως διαμορφώνεται και λειτουργεί μέσα στον Λαό.

Η μετάθεση των ευθυνών στις πλάτες του απλού πολίτη αποτελεί ακόμα ένα είδος αναγνώρισης από την Πολιτεία της αδυναμίας της να ικανοποιήσει το δημόσιο αίσθημα για απόδοση δικαιοσύνης και ηθική κάθαρση. Όμως Πολιτεία και Κράτος που δεν τολμούν να αναλάβουν ιστορικές ευθύνες παρά την ύπαρξη σαφούς λαϊκής εντολής, είναι σαν να ομολογούν ότι κατέχουν την εξουσία υπό όρους.

Έτσι, και πάλι ο απλός πολίτης υποχρεώνεται να γίνει ο υπερασπιστής της έννοιας του Δικαίου. Αυτός ο ίδιος που εξέφρασε τη Δικαιοσύνη με τον αγώνα και τις θυσίες του κατά την περίοδο της τυραννίας, καλείται να αναλάβει το μέγα έργο της κάθαρσης.

Ενώ η Πολιτεία παραμένει δήθεν ουδέτερη. Λέω «δήθεν», γιατί η έως τώρα πείρα δείχνει ότι λησμονεί αυτή την ουδετερότητα, όταν πρόκειται να συνδράμει τους κατηγορουμένους -βλέπε παρέμβαση για ελάττωση της ποινής του Εφετείου.

Έτσι ξαναμπαίνει μπροστά η μηχανή της Δικαιοσύνης με πολύ περίεργο και ανορθόδοξο τρόπο.

Με αποτέλεσμα να συμπεριφέρονται οι βασανιστές σαν κατήγοροι και να αντιμετωπίζονται οι μάρτυρες-θύματα ως κατηγορούμενοι.

Έτσι, η δημοκρατική και πατριωτική μας ευαισθησία μπαίνουν ξανά σε  μεγάλη δοκιμασία. Και μας υποχρεώνουν να ξαναθυμίσουμε σε όλους τους αρμοδίους ορισμένες αλήθειες που φαίνεται ότι έχουν αρχίσει να τις λησμονούν.

Όταν ο βασανιστής έχει την άνεση να βρίζει τον μάρτυρα-θύμα του, τότε η έννοια του Δικαίου καταπατείται μέσα στα Δικαστήρια. Όταν ο μάρτυρας-θύμα αντιμετωπίζεται από το Δικαστήριο χωρίς τον αρμόζοντα σεβασμό και απότιση ευγνωμοσύνης για τη θυσία του, τότε η έννοια του Δικαίου καταπατείται μέσα στο Δικαστήριο.

Σήμερα ο Δικαστής έχει όλη την άνεση και την ελευθερία να ασκήσει χωρίς φόβο το λειτούργημά του. Όμως χτες, όταν η Δικαιοσύνη είχε καταργηθεί από τους τυράννους και ο Δικαστής είχε καταντήσει όργανο της Δικτατορίας, η Δικαιοσύνη αποδιδόταν αποκλειστικά και μόνο από τον ελεύθερο Έλληνα με θυσία της προσωπικής του ελευθερίας και της σωματικής του ακεραιότητας.

Γιατί τι άλλο ήσαν όλοι αυτοί οι πατριώτες που αψηφώντας τον νόμο του ισχυροτέρου πέρασαν μέσα από φοβερές δοκιμασίες και μαρτύρια, παρά οι υπερασπιστές της έννοιας του Δικαίου, παρά οι αληθινοί και γνήσιοι δικαστές που δίκαζαν τους βασανιστές τους στο όνομα του Λαού με τίμημα αβάσταχτες και αμέτρητες θυσίες;     

Έτσι, χάρη σ’ αυτούς και μόνο σ’ αυτούς, δεν έσβησε η έννοια του Δικαίου στη χώρα μας. Ο Λαός μας μπορούσε ν’ αναπνέει, γιατί το αίσθημα της Δικαιοσύνςη που προσπαθούσαν να πνίξουν οι τύραννοι λειτουργούσε παντού, όπου ένας και μόνο πατριώτης έλεγε «όχι» στον νόμο της ζούγκλας.

Αυτό το αίσθημα της Δικαιοσύνης δεν λειτούργησε δυστυχώς εκεί που όφειλε να λειτουργήσει, στα ελληνικά Δικαστήρια που είχαν μεταβληθεί σε πιστές θεραπαινίδες της Δικτατορίας. Το Δικαστικό Σώμα -από το οποίο βγήκε ο Κόλλιας- στην μεγάλη του πλειοψηφία έστρεψε την πλάτη στο δράμα του λαού  μας.

Είναι λοιπόν σήμερα απαράδεκτο το θέαμα των δικαστών είτε να ανέχονται την προκλητικότητα των βασανιστών είτε να φέρονται με μια δήθεν «αντικειμενική αυστηρότητα» απέναντι στους μάρτυρες-θύματα.

Σε μια πραγματικά ευνομούμενη Πολιτεία, όπου οι αξίες θα είχαν λάβει τη φυσική τους θέση, το Δικαστήριο θα σηκωνόταν σύσσωμα όρθιο για να αποτίσει φόρο τιμής σ’ έναν Μουστακλή, που μόνος του, εξυπηρετώντας το βαθύτατο αίσθημα του Δικαίου, λειτούργησε σαν υπέρτατος Δικαστής εν ονόματι του ελληνικού λαού, πληρώνοντας την πράξη του αυτή με την σωματική του ακεραιότητα και βυθίζοντας την οικογένειά του σε πένθος αγιάτρευτο. Όπως έπρεπε να σηκώνεται όρθιο μπροστά σε κάθε θύμα της Δικτατορίας και όχι να διακόπτει πολλές φορές με ανεξήγητη οξύτητα αυτούς που κράτησαν ψηλά την έννοια της Δημοκρατίας και της Δικαιοσύνης.

Και είναι θλιβερό το θέαμα της Πολιτείας να προσπαθεί να κρυφτεί πίσω από τα κουρέλια ενός δήθεν σεβασμού στην Ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης.

Ο πρώτος σεβασμός της Πολιτείας θα έπρεπε να πάει σ’ αυτούς που στα χρόνια της δοκιμασίας υπερασπίστηκαν  την Δημοκρατία, την Ελευθερία και την Δικαιοσύνη. Εάν δεν υπήρχε αυτή η συνεχής αντίσταση του λαού μας, αν δεν υπήρχαν οι πρωτοπόροι αγωνιστές και οι ασυμβίβαστοι πατριώτες, αν όλα πήγαιναν καλά και ήσυχα για τον Παπαδόπουλο, είναι βέβαιο ότι άλλοι θα ήταν καθισμένοι στους υπουργικούς θώκους. Δεν μπορώ, δυστυχώς, να πω το ίδιο και για τους κ.κ. Δικαστές.

Πηγή: http://www.mikistheodorakis.gr/el/writings/articles/?nid=5339

Σχόλια