ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ
Ο Μανόλης Αναγνωστάκης (Θεσσαλονίκη, 9 ή 10 Μαρτίου 1925 – Αθήνα, 23 Ιουνίου 2005) ήταν Έλληνας ποιητής της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς.
Bιογραφία
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη όπου σπούδασε ιατρική. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής συμμετείχε στην ΕΠΟΝ.
Κατά τη διετία 1943-1945 ήταν αρχισυντάκτης του περιοδικού "Ξεκίνημα",
που ανήκε στον εκπολιτιστικό όμιλο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Είχε
έντονη πολιτική δράση στο φοιτητικό κίνημα, για την οποία φυλακίστηκε το
1948, ενώ το 1949 καταδικάστηκε σε θάνατο από έκτακτο στρατοδικείο.
Βγήκε από τη φυλακή με την γενική αμνηστία το 1951.
Την περίοδο 1955-1956 ειδικεύτηκε ως ακτινολόγος στη Βιέννη και
κατόπιν άσκησε το επάγγελμα του ακτινολόγου για ένα διάστημα στη
Θεσσαλονίκη, ενώ το 1978 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα.
Ήταν ενταγμένος για κάποια χρόνια στο ΚΚΕ και μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ, το 1968, εντάχθηκε στην πτέρυγα του ΚΚΕ εσωτερικού. Κατά την επταετή Χούντα αναπτύσσει έντονη αντιδικτατορική δράση, ενώ το 1984 είναι υποψήφιος ευρωβουλευτής με το ΚΚΕ Εσωτερικού.
Δημοσίευσε κείμενά του για πρώτη φορά στο περιοδικό Πειραϊκά Γράμματα (1942) και αργότερα στο φοιτητικό περιοδικό Ξεκίνημα
(1944), του οποίου υπήρξε και αρχισυντάκτης για μία περίοδο. Ποιήματά
του, καθώς και κριτικές δημοσιεύτηκαν αργότερα σε αρκετά περιοδικά. Την
περίοδο 1959-1961 εξέδιδε το περιοδικό Κριτική, ενώ υπήρξε μέλος της εκδοτικής ομάδας των Δεκαοκτώ κειμένων (1970), των Νέων Κειμένων και του περιοδικού Η Συνέχεια (1973).
Το 1986 του απονεμήθηκε το Α΄ Βραβείο ποίησης για το έργο του «Τα
Ποιήματα 1941-1971» και το 2002 το Μεγάλο Βραβείο Λογοτεχνίας από τα Κρατικά Λογοτεχνικά Βραβεία, ενώ το 1997 ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Συνθέτες όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Θάνος Μικρούτσικος, ο Δημήτρης Παπαδημητρίου και ο Μιχάλης Γρηγορίου έχουν μελοποιήσει αρκετά ποιήματά του, ενώ έργα του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, τα γαλλικά, τα γερμανικά και τα ιταλικά.
Καταγόταν από το χωριό Ρούστικα Ρεθύμνης, όπου σώζεται το σπίτι του πατέρα του.
Η υπαρξιακή διάσταση της ποίησης του Μανόλη Αναγνωστάκη
Ο Μανόλης Αναγνωστάκης και οι περισσότεροι από τους ποιητές της
πρώτης μεταπολεμικής γενιάς “Δεν είναι τυχαίο ότι μοιράζονται ως
ποιητές, πέρα από τις όποιες διαφορές στη γλώσσα, έναν αγωνιώδη μόχθο
για το νόημα της ίδιας τους της ύπαρξης, για να καταλήξουν στη
διαπίστωση που θα τους απορυθμίσει: η «ποιητική λειτουργία» είναι τόσο
περιθωριακή όσο και αναποτελεσματική.
Η έντονα υπαρξιακή διάσταση της ποίησης του Αναγνωστάκη – ιδίως της
ποιητικής παραγωγής του πριν από το Στόχο, που όντως είναι η πλέον
πολιτική του ποιητική κατάθεση – γίνεται αισθητή ως επισήμανση σε
ορισμένες προσεγγίσεις όπως των Γιάννη Δάλλα, Στέφανου Μπεκατώρου, Άννας Τζούμα, Αλέξανδρου Αργυρίου, Βιτσέντζο Ορσίνα, ενώ στο μελέτημα του Νάσου Βαγενά.
«Ξαναδιαβάζοντας τον Αναγνωστάκη» το ζήτημα τίθεται ρητά, με
πειστικότητα και διαύγεια: «Δεν γνωρίζω άλλον Έλληνα ποιητή», τονίζει ο
Βαγενάς, «με τόσο στρατευμένο πολιτικό βίο, που να διοχετεύει τόσο λίγα
από τα στοιχεία της ιδεολογικής του ταυτότητας στο ποιητικό του έργο (
το φαινόμενο θα πρέπει να οφείλεται κατά κύριο λόγο, στην υψηλή
αισθητική συνείδηση του Αναγνωστάκη)».
Η μη ύπαρξη – ο θάνατος – απασχολεί τον ποιητή από την πρώτη στιγμή της
παρουσίας του στο λογοτεχνικό χώρο. Και πώς θα μπορούσε άλλωστε να είναι
διαφορετικά; “Ο θάνατος μπαινοβγαίνει διαρκώς σ’ ολόκληρη την ύπαρξή
του, μέσα από τις τρύπες που άνοιγαν οι σφαίρες των αποσπασμάτων στα
διάτρητα σώματα των συντρόφων του”. Πόλεμος. Κατοχή. Εμφύλιος. Απώλειες
φίλων. Η καταδίκη του ίδιου εις θάνατον. Είναι μερικά από τα γεγονότα
που συνθέτουν το τοπίο μέσα στο οποίο ξεκινά και εξελίσσεται η
πνευματική του δραστηριότητα. […]Σε φόντο σελίδων Με πένθιμο χρώμα […]
…Νόμισα πως θα πνιγόμουνα! […] Τον πρώτο Μάρτη, στον πόλεμο, γνώρισα
έναν Εγγλέζο θερμαστή Που μου διηγήθηκε ολόκληρη την ιστορία του Σαμ
Ντέυλαν “Είναι αργά” μου είπε κάποτε “θα ‘πρεπε πια να πηγαίνουμε Μα δεν
είναι ανάγκη επιτέλους να κλαίτε τόσο πολύ για έναν άνθρωπο που
σκοτώθηκε […]
“Ήταν ένας τρόπος για να εκφραστώ” λέει ο ίδιος για την ενασχόληση του
με την ποιητική. […] ( Γιατί η ποίηση δεν είναι ο τρόπος να μιλήσουμε,
Αλλά ο καλύτερος τοίχος να κρύψουμε το πρόσωπό μας). Αυτός είναι ο Χάρης” λέει ο ποιητής δείχνοντας μια φωτογραφία με ένα
τσούρμο νεαρών ανδρών. Το ποίημα Χάρης 1944 δε μας εισάγει στο κλίμα του
θανάτου αλλά αποτελεί μια από τις κορυφαίες στιγμές “συγκέντρωσης”
αυτού του κυριαρχικού “συστατικού”. Το ίδιο μπορούμε να πούμε για τα
ποιήματα Εδώ…, Όταν τα βράδια…, καθώς και το σημείωμα της σελ. 12 από το
Περιθώριο ’68-’69. Η αγάπη είναι ο φόβος… και το σημείωμα της σελ. 34
από το Περιθώριο ’68-’69 παρατίθενται ως συμπληρωματικά μαζί με τα
υπόλοιπα ποιήματα.
Εκτός από τις ποικίλες προσεγγίσεις ολόκληρου του κύκλου που κλείνει με
τις Εποχές 324, το σημείωμα της σελ. 34 μας φανερώνει τη στάση ζωής του
Μανόλη Αναγνωστάκη αλλά και το βλέμμα προς τους “άλλους” αυτούς που δεν
ακολούθησαν τον ίδιο δρόμο, ακόμη και προς τους Επιγόνους, αυτούς που
“Λιθοβολούν τους ξένους,” και “θύουν σ’ ομοιώματα”. Ο “σπαραγμός του
πνεύματος του ποιητή” στο ποίημα Σκυφτοί περάσανε…καθρεφτίζει την πιο
βαθιά υπαρξιακή αγωνία. […] ( Πώς θα ζήσουμε με μια κατάμαυρη σκιά στη
θύ- μηση επάνω; Πώς θα κοιμίσουμε τα είκοσι χρόνια μας στη θα- λασσα της
λησμονιάς; ) Μη ύπαρξη – θάνατος – για τον ποιητή, τον κάθε ποιητή,
είναι και η σιωπή. Το θέμα της σιωπής του Αναγνωστάκη πραγματεύονται
συχνά οι αναφερόμενοι στο έργο του.
Ο Αναγνωστάκης”, γράφει ο Γιώργος Καφταντζής
το 1955, “τοποθέτησε στη βιτρίνα της νέας μας ποίησης ένα καινούριο
μπουκαλάκι με άγνωστο δηλητήριο. Μα αν έλειπε δε θα ‘ξερε κανείς πως η
ζωή μας αυτούς τους καιρούς είχε την κατρακύλα της. Είναι για την
ελληνική τέχνη ότι ο πόνος για το κορμί το ανθρώπινο. Προειδοποιεί τον
κίνδυνο.”. Όπως στο ποίημα Αφιέρωση ή το σημείωμα της σελ. 13 από το
Περιθώριο ’68-’69. Και απαντά σ’ αυτόν τον κίνδυνο πάλι με ποίηση η
οποία, όπως επισημαίνει η Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου σταχυολογώντας τον
ποιητή, είναι “απόδειξη, όχι επίδειξη”.
Εργογραφία
- Εποχές, Θεσσαλονίκη, ιδιωτ. έκδοση, 1945, σσ. 32.
- Εποχές 2, Σέρρες, ιδιωτ. έκδοση, 1948, σσ. 24
- Εποχές 3, Θεσσαλονίκη, ιδιωτ. έκδοση, 1954, σσ. 16.
- Τα Ποιήματα (1941-1956) (Εποχές, Εποχές 2, Παρενθέσεις, Εποχές 3, Η Συνέχεια 2), Αθήνα, ιδιωτ. έκδοση, 1956.
- Η Συνέχεια 3, Θεσσαλονίκη, ιδιωτ. έκδοση, 1962, σσ. 32.
- Υπέρ και Κατά, Θεσσαλονίκη, Α.Σ.Ε., 1965, σσ. 112.
- Τα Ποιήματα (1941-1971), (Εποχές, Εποχές 2, Παρενθέσεις, Εποχές 3, Η Συνέχεια 2, Η Συνέχεια 3, Ο στόχος), Θεσσαλονίκη, ιδιωτ. έκδοση, 1971· Αθήνα, Πλειάς, 1976· Αθήνα, Στιγμή, 1985· Αθήνα, Νεφέλη, 2000, σσ. 192, ISBN 960-211-538-6.
- Αντιδογματικά: Άρθρα και σημειώματα (1946-1977), Αθήνα, Πλειάς, 1978· Αθήνα, Στιγμή, 1985, σσ. 232.
- Το περιθώριο '68-69, Αθήνα, Πλειάς, 1979· Αθήνα, Στιγμή, 1985· Αθήνα, Νεφέλη, 2000, σσ. 48, ISBN 960-211-552-1.
- Μανούσος Φάσσης: Παιδική Μούσα (τραγούδια για την προσχολική και σχολική ηλικία), Αθήνα, Αμοργός, 1980.
- Υ.Γ., Αθήνα, ιδιωτ. έκδοση, 1983· Αθήνα, Νεφέλη, 1992, σσ. 40.
- Τα Συμπληρωματικά (σημειώσεις κριτικής), Αθήνα, Στιγμή, 1985, σσ. 176.
- Ο ποιητής Μανούσος Φάσσης. Η ζωή και το έργο του. Μία πρώτη απόπειρα κριτικής προσέγγισης, Αθήνα, Στιγμή, 1987, σσ. 144. ISBN 960-269-029-1.
- Η χαμηλή φωνή: Τα λυρικά μιας περασμένης εποχής στους παλιούς ρυθμούς - μία προσωπική ανθολογία του Μανόλη Αναγνωστάκη, Αθήνα, Νεφέλη, 1990, σσ. 224.
Δισκογραφία (σε στίχους του ποιητή)
Μίκης Θεοδωράκης
- Στο έργο Αρκαδία VIII, 1974
- Μιλώ
- Χάρης (από το ποίημα Χάρης 1944)
- Στο έργο Της εξορίας, 1973
- Ήτανε νέοι, ήταν παιδιά
- Δεν έφταιγεν ο ίδιος
- Έφτασες Αργά
- Κάθε πρωί
- Στο έργο Μπαλάντες, 1975, επανέκδοση 2004
- Το Ναυάγιο
- Δρόμοι Παλιοί
- Κάτω απ’ τα ρούχα μου
- Χαρά χαρά
- Οι στίχοι αυτοί
- Μες στην κλειστή μοναξιά μου
- Και περνούσανε τα τραμ
- Όλα έχουν αποδελτιωθεί
- Όταν μιαν άνοιξη
- Ίσκιοι βουβοί
Μιχάλης Γρηγορίου
- Η αγάπη είναι ο φόβος, 1980
Δημήτρης Παπαδημητρίου
- Το σκάκι, 1996
Ο Μανώλης Αναγνωστάκης διαβάζει Αναγνωστάκη, σειρά Διόνυσος – Ελληνικά Ποιήματα, 1977
ΑΠΑΓΓΕΛΙΑ ΜΑΝΟΛΗ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗ:
"Η ΑΠΟΦΑΣΗ"
Ο ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΑΝΟΛΗ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗ
Με
αφορμή το αφιέρωμα της Λαϊκής Ορχήστρας
«Μίκης Θεοδωράκης» στον Μανόλη
Αναγνωστάκη, τον Σεππτέμβριο του 2013, ο Μίκης Θεοδωράκης γράφει:
Με
τον Μανόλη Αναγνωστάκη γνωριστήκαμε
την εποχή που κυκλοφορούσε το λογοτεχνικό
περιοδικό «Κριτική». Ήμουν τότε στο
Παρίσι και μου έγραψε προτείνοντάς μου
να του στείλω άρθρα μου για δημοσίευση.
Θυμάμαι ότι τελικά δημοσιεύθηκαν δύο
άρθρα μου στο περιοδικό αυτό. Όμως με
την αλληλογραφία που χρειάστηκε να
ανταλλάξουμε, γνωριστήκαμε αρκετά, αν
και από μακριά. Αργότερα συναντηθήκαμε.
Θυμάμαι ότι στις αρχές του εξήντα, όταν
καθιέρωσα τις λαϊκές συναυλίες,
προσπαθούσα παράλληλα να περάσω στον
κόσμο και την συμφωνική μουσική. Γι’
αυτό έκανα πάντα δύο συναυλίες, στην
πρώτη παρουσίαζα κομμάτια από συμφωνικά
έργα και μιλούσα γι’ αυτά, γινόταν
δηλαδή ένα είδος διάλεξης και στη δεύτερη
τα λαϊκά. Όταν πήγαμε στην Θεσσαλονίκη,
ο Μανόλης είχε αναλάβει την διοργάνωση
της πρώτης βραδιάς, με τα συμφωνικά.
Δούλεψε πολύ γι’ αυτή τη βραδιά, είχε
μεγάλο ενθουσιασμό. Τελικά οι προσκλήσεις
που έστειλε σε γνωστούς και φίλους
βρέθηκαν σκισμένες και η βραδιά ξεκίνησε
με πολύ λίγο κόσμο. Φαίνεται όμως ότι
από στόμα σε στόμα διαδόθηκε το νέο και
πολύ πριν τελειώσουμε, το θέατρο είχε
γεμίσει.
Η
ποίησή του μου άρεσε πάντα. Ήταν
μελαγχολική στην πρώτη ανάγνωση, όμως
έκρυβε μεγάλη δύναμη. Στα προδικτατορικά
χρόνια ήμουν σε άλλο κλίμα και δεν έτυχε
να γράψω μουσική πάνω σε ποιήματά του.
Τον καιρό της εξορίας στη Ζάτουνα,
μελοποίησα δύο μεγάλα ποιήματά του, το
«Μιλώ» και τον «Χάρη» που αποτέλεσαν
τον κύκλο «Αρκαδία VIII». Ήταν η καινούρια
φόρμα πάνω στην οποία δούλευα τότε, το
Τραγούδι-Ποταμός. Αργότερα, γύρω στα
1972, μου έστειλε ένα νέο κύκλο ποιημάτων,
την «Λερναία Ύδρα», που απ’ ό,τι σημείωνε
στο γράμμα του, τον έγραψε για μένα. Ήταν
υπογραμμισμένος ο στίχος «Κι ίσως κανείς
δεν σε προσμένει να γυρίσεις…» και
δίπλα στο ποίημα η σημείωση
«σε αφορούν». Το είχε καταλάβει και
ήθελε να μου το πει, ότι γυρνώντας στην
Ελλάδα μετά τη δικτατορία, όλα θα είχαν
αλλάξει και τίποτα δεν θα ήταν όπως πριν
τη χούντα. Έγραψα τη μουσική για τα
ποιήματα αυτά, που αργότερα κυκλοφόρησαν
σε δίσκο με τον τίτλο «Μπαλάντες».
Μετά
τη δικτατορία μου έστειλε ακόμα μερικά
ποιήματα που μπήκαν στον δίσκο
«Της εξορίας». Ήταν σεμνός, έντιμος
και πραγματικός αγωνιστής, που πάντα
με τιμούσε η φιλία του και η συνεργασία
μαζί του.
Μίκης
Θεοδωράκης
Αθήνα,
9.12.2013
(Αφιέρωμα στον Μανόλη Αναγνωστάκη)
ΜΠΑΛΑΝΤΕΣ (1975)
Μίκης Θεοδωράκης
[ποίηση: Μανώλης Αναγνωστάκης]
ΤΗΣ ΕΞΟΡΙΑΣ (1976)
Μίκης Θεοδωράκης
[Στίχοι: Μίκης Θεοδωράκης (01, 02, 06, 14), Μανώλης Αναγνωστάκης (07, 08, 09, 10), Τάσος Λειβαδίτης (12), Γιάννης Νεγρεπόντης (04, 05, 11), Πάνος Λαμψίδης (03)]
ΜΙΛΩ (live - 1974)
Μίκης Θεοδωράκης
[Ποίηση: Μανόλης Αναγνωστάκης]
ΧΑΡΗΣ 1944 (Αρκαδίες VII-1974)
Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
[Ποίηση: Μανόλης Αναγνωστάκης]
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Πάρτε μέρος στον διάλογο.
Σχόλια υβριστικά και σχόλια που δεν έχουν σχέση με το περιεχόμενο της εκάστοτε ανάρτησης, όπως επίσης και σχόλια που προκαλούν εντάσεις και διαπληκτισμούς, θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Επίσης ανώνυμα σχόλια δεν θα αναρτώνται.