Στοχασμοί σε μια φιλοσοφική και πολιτική πραγματεία - Του Τριαντάφυλλου Σερμέτη


Άρθρο του Τριαντάφυλλου Σερμέτη σχετικά με το κείμενο του Μίκη Θεοδωράκη «Μονοπάτι προς το μέλλον»

Στην Ελλάδα της πνευματικής καθίζησης υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που αντιστέκονται και επιχειρούν να αναγνώσουν την πραγματικότητα και να περισώσουν την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Οι ιδέες ενός μεγάλου Έλληνα με παγκόσμια απήχηση, του Μίκη Θεοδωράκη, προσπερνάνε την μίζερη εφημερότητα και ανυψώνουν τον άνθρωπο στην ουσία της ίδιας της ζωής. Στην τελευταία του παρέμβαση, στις 20 Αυγούστου, ο Μίκης αποδεικνύει τη μεστότητα των σκέψεών του και εκφράζει φιλοσοφικές και πολιτικές σκέψεις που αποτελούν παρακαταθήκη για την ανθρωπότητα.

Στο άρθρο αυτό ο Μίκης διαβλέπει ότι η ανθρωπότητα φτάνει σε ένα τέλος και τα μέχρι τώρα συστήματα διακυβέρνησης πλέον είναι στα όρια του τέλους τους. Διαπιστώνει το μηδενισμό που κυριαρχεί στην εποχή μας και στη σύνθλιψη του ανθρώπου. Θεωρεί ότι «τα κοινωνικά και πολιτικά συστήματα που δοκιμάστηκαν έως σήμερα, τελικά αποδεικνύεται ότι δεν κατόρθωσαν να αντιμετωπίσουν τον Άνθρωπο στην ολότητα και στην πολυπλοκότητά του». Ο άνθρωπος αυτοτιμωρείται, γιατί δεν σεβάστηκε την ανθρωπινότητά του από την πρώτη στιγμή που συγκροτήθηκε σε κοινωνία. 

Ο Μίκης εδώ κάνει την καίρια διάγνωση και αναγιγνώσκει την κύρια αιτία αυτής της οριακής κατάστασης που πλέον έχει περιέλθει ο κόσμος. Εμβαθύνει με μεστή φιλοσοφική σκέψη και εντοπίζει το πρόβλημα του ανθρώπου, ανεξάρτητα από την ιστορική περιόδο, που δεν τον αφήνει να ζήσει αρμονικά.  Το πρόβλημα είναι ο φόβος και η ανασφάλεια που συνέχει τον άνθρωπο γενεαλογικά ως ένστικτο. Και το αντιπαραθέτει με τη λογική. Η λογική, όμως, είναι εκείνη που τον βγάζει από τη θέση του θύματος και τον εντάσσει στη θέση του θυρευτή, πρώτα απέναντι στη φύση και στη συνέχεια έναντι του ίδιου του συνανθρώπου του. Όταν και ο ίδιος ο άνθρωπος άρχισε να συμπεριφέρεται με βίαιο τρόπο στον ίδιο τον άνθρωπο, ο φόβος και η ανασφάλεια επιτάθηκαν και τότε εμφανίστηκε και η αίσθηση της μοναξιάς και η ατομικότητα. Προκειμένου να ανταποκριθεί στις συνθήκες αυτές, ο άνθρωπος ανέπτυξε τη νόηση και τη δημιουργικότητά του για να μπορέσει να αμυνθεί. 

Η ατομικότητα και η νόησή του δημιούργησαν την αίσθηση της προστασίας, τουλάχιστον μερικής, δίχως, όμως, να αφανίσουν την αίσθηση του φόβου και της ανασφάλειας. Η δραματικότητα της ανασφάλειας πήρε μεγάλες διαστάσεις, όταν τα μέσα που ανέπτυξε για την άμυνά του μεταστράφηκαν σε μέσα επίθεσης και απειλής στους άλλους ανθρώπους. Εκείνα που είχε δημιουργήσει για άμυνα από τα ζώα, εξελίχθηκαν σε όπλα εναντίον των ανθρώπων, εναντίον άλλων ομάδων, φυλών, εθνοτήτων ακόμα και των ίδιων των οικογενειών. 

Ο φόβος χρησιμοποιήθηκε ως μέσον για να υποτάξει ο ισχυρότερος τους πιο αδύναμους. Ο εκφοβισμός λάμβανε διάφορες μορφές, είτε σωματικών απειλών είτε υλικών. Αργότερα χρησιμοποιήθηκε ο φόβος για επιβολή οικονομικών και πολιτικών ομάδων και η υποταγή άλλων ομάδων στις ισχυρότερες ομάδες. Ολόκληρες κοινωνίες και έθνη, με το όπλο του φόβου, υποτάχθηκαν σε αυτούς που διέθεταν στρατιωτική ισχύ. Ταυτόχρονα, η ηθική εξαθλίωση που επερχόταν, λόγω της ισχύος, έκανε την απελευθέρωση των ανθρώπων δυσχερή, καθώς πλανιόταν επί μονίμου βάσης ο φόβος του θανάτου. 

Η επιβαλλόμενη και αναγκαστική υποταγή έχει πάντα ως συνέπεια τη δραματική ψυχική ισοπέδωση του ανθρώπου, που ισοδυναμεί με μη θετικότητα προς τα πράγματα. Επιπλέον, περιορίζεται σε σημαντικό βαθμό η νοητική κίνηση, επέρχεται περιορισμένη παιδεία και πολιτιστική κάθοδος ολόκληρων κοινωνιών και εθνών και μια αναδρόμηση σε προγενέστερες καταστάσεις που οδηγούν σε φθορά και  ηθική απαξίωση. Πολλές φορές στην ιστορία της ανθρωπότητας λαοί και κράτη συνεργάστηκαν υπό την απειλή του φόβου της επίθεσης από άλλα έθνη, προκειμένου να διατηρήσουν την αυτονομία και την αυτοδυναμία τους. Στο πολιτικό επίπεδο, παρατάξεις πολιτικές διαφορετικής ιδεολογικής υφής συνασπίζονται για να αντιμετωπίσουν κινδύνους, αλλά και για να υπερισχύσουν προκειμένου να αναλάβουν την εξουσία. 

Το πρώτο στάδιο, προκειμένου να επιτευχθεί η φοβική επιβολή, είναι να κλονιστεί η εμπιστοσύνη του ανθρώπου στον εαυτό του· και τούτο επιτυγχάνεται με την ενοχοποίηση του εαυτού. Το τρίγωνο αυτό, εξουσία ενοχή και φόβος, που βασίζονται σε καταγωγικά ένστικτα του ανθρώπου, είναι καθοριστικά στη ζωή των ανθρώπων, είτε ατομικά είτε συλλογικά. Στην καθημερινή ζωή ο φόβος έγινε κανόνας, καθώς έχει διεισδύσει στη νόηση και στο συναίσθημα καταγωγικά, καθορίζοντας αποφασιστικά τις προσωπικές, πολιτικές και κοινωνικές συμπεριφορές. Η υποταγή των ανθρώπων, η οποία επιβάλλεται αναγκαστικά, έχει ως συνέπεια τη σύνθλιψη της ύπαρξης με αποτέλεσμα την απελπισία. Στην εξέλιξη της ανθρώπινης κοινωνίας προστέθηκε και ο φόβος της ηθικής καταπίεσης, κυρίως από τις θρησκείες, με αποτέλεσμα την πνευματική εξουθένωση του ανθρώπου. 

Η βίαιη επιβολή θρησκειών, οι οποίες υποτάσσουν την ελευθερία, την αυτοδυναμία και τον αυτοσεβασμό, αποτελεί τη διάχυση του κακού με το μανδύα του καλού. Άλλοτε η ηθική καταπίεση αφορούσε κυρίαρχες πολιτικές εξουσίες, που απέρριπταν πνευματικές αξίες με τις οποίες εμφορούνταν οι άνθρωποι. Σε πολλές περιπτώσεις, ο φόβος του θανάτου από βιολογικά αίτια ήταν ηπιότερος ενώπιον του θανάτου που θα προέρχονταν από ηθική καταπίεση. Για το ζήτημα της εξουσίας, ας επιχειρήσω, με αφορμή τη στοχαστικότητα του Μίκη, να επισημάνω οντολογικά τι συμβαίνει στον άνθρωπο. 

Η ισορροπία του υποκειμένου ανάμεσα στη φυσική και μεταφυσική του υπόσταση είναι αυτή που προσδιορίζει σε μεγάλο βαθμό το ίδιο το υποκείμενο. Η άμβλυνση των δύο εαυτών του υποκειμένου και η συνειδητοποίηση αυτού του γεγονότος είναι δυνατόν να προκαλέσουν στον άνθρωπο το αίσθημα της ντροπής, καθώς ανακαλύπτεται η διελκυστίνδα δύο μη ταυτοποιήσιμων εαυτών και τούτο προκαλεί ένα είδος αμηχανίας στον άνθρωπο. Και προκαλείται αμηχανία, διότι όταν ένας εξωτερικός μηχανισμός με εξουσιαστικές τάσεις εισβάλλει στο εσωτερικό του υποκειμένου, δημιουργώντας του ενοχές για ένα συμβάν, τότε το υποκείμενο έχει την τάση της αποδιοργάνωσης του ίδιου του εαυτού του, με συνέπεια να τον αντικειμενοποιεί, να αμφισβητεί την αξία της ίδιας της ύπαρξής του και να επαναξιολογεί καθολικά την κρίση του και να επανερμηνεύει με νέα κριτήρια τις πράξεις του. 

Πρόκειται, εν ολίγοις, για αλλοίωση και διαστροφή της φύσης του ανθρώπου. Πέρα από τη ντροπή που μπορεί να αισθάνεται το Εγώ για τον εαυτό του, το συναίσθημα που υπερβαίνει αυτό το γεγονός είναι το υποκείμενο να νιώθει ντροπή εκ μέρους ενός άλλου υποκειμένου. Με αυτά τα χαρακτηριστικά αναλαμβάνει τον πόνο και την αδυναμία της σχάσης ενός άλλου εαυτού, αποκαλύπτοντας την τραγικότητας της ύπαρξης. Τούτο οδηγεί στο να αμφισβητήσει το νόημα της ζωής. Περισσότερο και από την ντροπή για τον εαυτό, υπάρχει κάτι που την υπερβαίνει· το αίσθημα ντροπής εκ μέρους του άλλου. 

Σε αυτό το σημείο ενσκήπτει το σημαντικότερο στοιχείο, κατά τη γνώμη μου, για την έννοια της ντροπής στην ύπαρξη του ανθρώπου, το οποίο είναι η αυτοσυνείδηση της μη ταύτισης του Εγώ με τον εαυτό του, με αποτέλεσμα να υπάρχει η αδυναμία ερμηνείας της εξωτερικής πραγματικότητας. Το υποκείμενο αδυνατεί να αντιληφθεί την αλήθεια στην ολότητά της και να ορίσει την εξωτερική πραγματικότητα. Επομένως, εσωτερικεύει την αλήθεια στα όρια της δικής του υποκειμενικότητας. Αυτού του είδους η υποκειμενική αλήθεια αποτελεί τον αμυντικό μηχανισμό της ζωής του, καθώς της δίνει το νόημά του. Η ανάγκη αυτή αποτελεί ζήτημα ζωής και θανάτου της ίδιας της ύπαρξης. Οποιαδήποτε προσπάθεια παραβίασης αυτής της αλήθειας έχει ολέθρια αποτελέσματα. Έτσι, ο άνθρωπος υποτάσσεται στα κατασκευασμένα σχήματα αλήθειας που του προσφέρονται, καθώς υπάρχει η αδήριτη ανάγκη μιας αλήθειας.

Έχω την ισχυρή πεποίθηση ότι ο Μίκης Θεοδωράκης, με τη διορατικότητα και τη μεστή φιλοσοφική και πολιτική σκέψη που διαθέτει, ανοίγει πλέον ένα νέο παράθυρο ουσιαστικού διαλόγου, που θα οδηγήσει σε νέα μονοπάτια τον άνθρωπο και θα δώσει τη διέξοδο στην κατάπτωση που επικρατεί στις μέρες μας, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά, είναι ολοφάνερο, και σε ολόκληρο τον πλανήτη.

Τριαντάφυλλος Σερμέτης   
Θεσσαλονίκη, 11.9.2017

Σχόλια