Ιερισσός - Δήλωση - Οδηγία


Ειδικά για τους Έλληνες που έχουν την ευλογία να ζουν σε ένα φυσικό περιβάλλον θεϊκού κάλλους, η αγάπη, ο σεβασμός και η προστασία της φύσης πρέπει να είναι το πρώτο και σπουδαιότερο καθήκον.

Έχω δηλώσει για το Αιγαίο ότι θα πρέπει να παραμείνει αλώβητο από αναζητήσεις, εξορύξεις και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων εκτιμώντας ότι η φυσική ομορφιά του είναι απείρως πιο πολύτιμη από οποιαδήποτε οικονομική ωφέλεια.


Κάτω από το πρίσμα αυτό θεωρώ ότι στην Ιερισσό διαπράττεται ένα αποτρόπαιο εθνικό έγκλημα για το οποίο οι υπεύθυνοι κάποτε θα δώσουν λόγο. Ας μην επαίρονται οι σημερινοί εξουσιαστές και τα όργανά τους ότι έχουν τάχα μαζί τους τον Νόμο και την δύναμη. Η ζωή είναι σφαίρα που γυρίζει. Ας θυμηθούν πού βρίσκονται σήμερα οι … εθνοσωτήρες της Χούντας.

Επισυνάπτω την μελέτη μου με θέμα την «Λαϊκή Επιτροπή» που είναι αποκύημα της προσωπικής μου πείρας ως Βουλευτή της Β΄ Πειραιώς. Το κύριο πρόβλημά μας ήταν και πάλι η μόλυνση του περιβάλλοντος. Στην Δραπετσώνα από το εργοστάσιο τσιμέντου και στο Κερατσίνι από τη Ηλεκτρική που εξέπεμπε δηλητηριώδη αέρια. Δημιουργήσαμε τότε δύο Λαϊκές Επιτροπές με το σύνολο των κατοίκων όπως στην Ιερισσό. Δώσαμε σκληρές μάχες, συχνά σώμα με σώμα με τις διωκτικές δυνάμεις. Και τελικά νικήσαμε! Στα 1965, δηλαδή σε πολύ δύσκολους καιρούς.



Πώς να μη χαιρετήσω το γεγονός ότι η Ιερισσός έγινε μια τεράστια Λαϊκή Επιτροπή με θάρρος, πίστη, δυναμισμό και αυτοθυσία; Γι’ αυτό και έχει λυσσάξει κυριολεκτικά η εξουσία.

Εάν ήμουν νέος, θα πήγαινα να αγωνιστώ μαζί τους. Εξ άλλου το παράδειγμά τους μας φωτίζει σαν φάρος. Μας δείχνει το δρόμο που θα πρέπει να ακολουθήσουν όλοι οι ζωντανοί και Ανεξάρτητοι Έλληνες.

Γι’ αυτόν τον λόγο καλώ όλες τις Σπίθες να μελετήσουν τι ακριβώς συμβαίνει εκεί πέρα, ώστε να έχουμε σύντομα στην ιστοσελίδα μας τον πλήρη φάκελο της Ιερισσού με όλα τα στοιχεία.

Επί πλέον καλώ τις Σπίθες της Μακεδονίας εκτός από την μελέτη να σκεφτούν σοβαρά το ενδεχόμενο της προσωπικής τους συμμετοχής στο πλευρό αυτών των περήφανων και πρωτοπόρων λαϊκών αγωνιστών, που είναι τα πρώτα ομαδικά θύματα των σκοτεινών δυνάμεων που έχουν στόχο να καταστρέψουν την πατρίδα και τον ελληνικό λαό.

Σε συνάφεια με την μελέτη για την Λαϊκή Επιτροπή δημοσιεύω τις σκέψεις μου για «Ένα πρόγραμμα εξουσίας» (Ζάτουνα 1969).


II

ΓΙΑ ΕΝΑΝ ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΕΝΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟ  ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗ ΛΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ


Συμπεράσματα ἀπό τή δράση μου ὡς βουλευτῆ τῆς Β΄ Πειραιῶς, 1964-1967


Ζάτουνα, 27 Δεκεμβρίου 1968

1) Ἡ Λαϊκή Ἐπιτροπή (ΛΕ) χτίζεται ἐπάνω σέ κάθε τοπικό-εἰδικό πρό­βλημα. Στό χωριό, στή συνοικία, στόν κλάδο, στό σχολειό κ.λπ. Ὑπάρ­χουν τρία στάδια γιά τό χτίσιμο καί τήν ἀνάπτυξή της:
α) μελέτη τοῦ προβλήματος
β) μελέτη καί προβολή ὅλων τῶν δυνατῶν, ἄμεσων καί ἀπώτερων, λύσεων
γ) μαζικοποίη­ση τῆς Ἐπιτροπῆς, κινητοποιήσεις ἐν­διαφερομένων.

Σέ τί ἐνέργειες πρέπει νά προβεῖ ὁ πρωτοπόρος ἀγω­νιστής:
1) μελέτη τοῦ προβλήματος
2) μελέτη καί προβολή ὅλων τῶν δυνατῶν λύσεων
3) πρωτοβουλία γιά τή δημιουργία τῆς ΛΕ
4) συγκεκριμένες ἐνέργειες γιά τή σύστασή της, δηλαδή τήν ἐκλογή της ἀπό τό σύνολο τῶν ἐνδιαφερομένων
5) λειτουργία τῆς ΛΕ, καταμερισμός ἐργασίας
6) συχνές κινητοποιήσεις ὅλων τῶν ἐνδιαφερομένων
7) λύση τοῦ προβλήματος ἀπό τούς ἴδιους τούς ἐνδιαφερομένους – ἐκεῖ ὅπου εἶναι δυνατό
8) ἐκεῖ ὅπου ἡ λύση ἐξαρτᾶται ἀπό τίς Ἀρχές, ὀργανώνουμε:
α) ἔγγραφα διαβήματα πρός τίς Ἀρχές καί τόν Τύπο
β) προσωπικά διαβήματα πρός τίς ἁρμόδιες Ἀρχές καί τόν Τύπο
γ) συγκεντρώσεις ἐνημερωτικές (ἀπολογισμός κ.λπ.)
δ) συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας
ε) μαζικά διαβήματα.

Μετά τήν ἐπίλυση τοῦ προβλήματος, ἡ παραπάνω διαδικασία:
1) δένει τά κομματικά στελέχη πού ὀργανώνουν καί καθοδηγοῦν τή ΛΕ μέ τό λαό
2) ἀναδεικνύει νέους λαϊκούς ἡγέτες
3) ἡ ΛΕ διδάσκει τό λαό γιά τή σημασία καί τή δύναμη τοῦ ὀργανωμένου ἀγώνα.

Ἐπίσης:
1) ἡ ΛΕ μπορεῖ νά ἐξακολουθήσει νά λειτουργεῖ ὡς ὄργανο πάλης γιά τή λύση καί ἄλλων τοπικῶν προβλημάτων, εἴτε, στήν περίπτωση πού ἔχει προηγηθεῖ σοβαρή ζύμωση, γιά τήν ἐπίλυση προβλημάτων εὐρύτερης σημασίας
2) ἡ ΛΕ, κάτω ἀπό εἰδικές πολιτικές συνθῆκες, μεταβάλλεται σέ πυρήνα πολιτικῆς πάλης
3) ἡ ΛΕ μπορεῖ νά ἀναδειχθεῖ κάποτε σέ μονάδα λαϊκῆς ἐξουσίας
4) ὅταν ἔχουμε ὁμοειδῆ προβλήματα στήν ἴδια πόλη, ἐπαρχία, νομό, τέλος πανελλαδικά, μποροῦμε νά συγκροτήσουμε ὁμόσπονδες συν­ενώσεις Ἐπιτροπῶν, ἀκόμη καί πανεθνικές ΛΕ.

2) Πάνω σέ κάθε πρόβλημα, μέ ὁποιονδήποτε χαρακτήρα, σέ ὁποιονδή­ποτε χῶρο, μποροῦμε νά συγκροτήσουμε τή ΛΕ, πού θά ἀγωνιστεῖ, ἐπικεφαλῆς τῶν ἐνδιαφερομένων, γιά τήν ἐπίλυσή του. Ὅμως, ἐνῶ ὑπάρ­χουν προβλήματα πού φαίνονται, ἄλλα, ἴσως περισσότερο σοβαρά, μένουν κρυμμένα, εἴτε τά σκεπάζουν αὐτοί πού ἔχουν συμφέρον νά τά σκεπάζουν. Ἑπομένως, ἐμεῖς θά πρέπει νά ἀνακαλύπτουμε καί νά ἀποκαλύπτουμε μπροστά στούς ἐνδιαφερομένους τόσο τά προβλήματα πού τούς ἀφοροῦν ἄμεσα ὅσο καί τίς δυνατές λύσεις. Χρειαζόμαστε γιά τό σκοπό αὐτόν βαθιά γνώση τῶν τοπικῶν συνθηκῶν ζωῆς, μελέτη τῶν προβλημάτων καί προβολή τῶν πιθανῶν λύσεων στά πλαίσια τῶν δυνατοτήτων.

Εἶναι ἡ σχέση, θά λέγαμε, «πρώτου βαθμοῦ». Δηλαδή, λέμε στό λαό: «Αὐτή εἶναι ἡ κατάσταση καί ἰδού πῶς μπορεῖ νά διορθωθεῖ, μέσα στά ὑφιστάμενα κοινωνικά καί πολιτικά πλαίσια». Ὅταν ὅμως ποῦμε –καί θά πρέπει νά εἴμαστε σέ θέση νά τό λέμε– «αὐτή εἶναι ἡ κατάσταση καί ἔτσι θά μποροῦσε νά ἐπιλυθεῖ μέσα στά πλαίσια μιᾶς διαφορετικῆς οἰκονομικῆς ὀργάνωσης τῆς κοινωνίας, ἤ, ἀκόμα πιό μακριά, μιᾶς κοινωνίας μέ διαφορετικοῦ τύπου σχέσεις», τότε κάνουμε σωστή ἰδεολογική καί πολιτική δουλειά. Γιατί συνδέουμε τό πολιτικό καί κοινωνικό μας ἰδεῶδες –μέ ἄλλα λόγια, τό «πρόγραμμά» μας– μέ συγκεκριμένες συνθῆκες καί συγκεκριμένες δυνατότητες, πού εἶναι κατανοητές ἀπό ὅλους.


3) Κάθε εἰδικό-τοπικό πρόβλημα ἀνήκει σέ μιά κατηγορία προβλημάτων. Ἄς πάρουμε μιά σειρά τοπικά προβλήματα τοῦ χωριοῦ καί τῆς συν­οικίας: δρόμοι, ἠλεκτροφωτισμός, κατοικία, ἀποχέτευση, καθαριότητα, ὑγεία, παιδεία, μόρφωση, ἐκπολιτισμός, ψυχαγωγία, ἀθλητισμός, ἀλληλοβοήθεια κ.λπ. Φυσικά, σέ τελική ἀνάλυση, ὅλα τά λαϊκά τοπικά προβλήματα ἀνάγονται σέ κοινωνικά, οἰκονομικά καί πολιτικά. Καί, ὅπως ἐμεῖς ὑποστηρίζουμε, μποροῦν νά λυθοῦν ριζικά μόνο μέ ἕναν δια­φορετικό τρόπο κατανομῆς τοῦ ἐθνικοῦ μας εἰσοδήματος, μόνο μέ μιά διαφορετική ὀργάνωση τῆς κοινωνίας. Ὅμως, ἡ λύση αὐτή, πού εἶναι λύση πολιτική, δέν μᾶς ἐμποδίζει νά παλεύουμε γιά λύσεις ἄμεσες, πού θά ἀποσποῦμε μέ τήν κινητοποίηση τῶν ἐνδιαφερομένων γύρω ἀπό τίς ΛΕ. Ὑπό αὐτό τό πρίσμα, μποροῦμε νά κατατάξουμε τά προβλήματα ἀνάλογα μέ τή φύση τους, ποιούς ἀπασχολοῦν κ.λπ.

Ἔτσι ἔχουμε:
α) προβλήματα χώρου στό χωριό ἤ στή συνοικία: εἶναι ὅλα ὅσα συνδέονται μέ τό χῶρο στόν ὁποῖο ζοῦν οἱ κάτοικοι τοῦ χωριοῦ ἤ τῆς συνοικίας, ὅπως οἱ λασπόδρομοι, τά βρόμικα νερά, ἡ ἔλλειψη ἀποχέτευσης, οἱ σκουπιδότοποι, ἡ ἔλλειψη κοινοῦ χώρου ψυχαγω­γίας, πάρκου ἤ παιδικοῦ κήπου, ἡ ἔλλειψη ἀθλητικῶν χώρων, τά κοινά λουτρά κ.λπ.
β) προβλήματα συγκοινω­νίας, ἐξηλεκτρισμοῦ καί ὕδρευσης
γ) προβλήματα κατοικίας, ἀφοῦ τά περισσότερα σπίτια στή χώρα μας δέν διαφέρουν ἀπό τούς στάβλους – μέ κεν­τρικό σύνθημα «γιά μιά ἀνθρώπινη κατοικία», οἱ ΛΕ μποροῦν νά παλέψουν ὥστε στό κάθε σπίτι νά ὑπάρχει κουζίνα, ἀποχωρητήριο, ντούς ἤ μπάνιο, ἰδιαίτεροι χῶροι γιά ἀποθῆκες καί γιά ζῶα
δ) προβλήματα ὑγείας
ε) προβλήματα τῶν νέων: παιδικοί σταθμοί καί κῆποι, ἀθλητικοί χῶροι, βιβλιοθῆκες, λέσχες πολιτισμοῦ, χῶροι ψυχαγωγίας
στ) προβλήματα κοινωνικῆς ἀλληλεγγύης
ζ) προβλήματα ἐκπολιτισμοῦ κ.λπ.

4) Ὑπάρχει, ὅπως βλέπουμε, μεγάλο πλῆθος προβλημάτων, πού συγκινοῦν βαθιά γιατί ἀφοροῦν τήν ἴδια τή ζωή ἑκατομμυρίων συμπατριωτῶν μας. Συνθέτουν, θά λέγαμε, τήν ἴδια τους τή ζωή. Ἑπομένως, γύρω ἀπό τό καθένα ἀπ’ αὐτά μποροῦμε νά οἰκοδομοῦμε τίς ΛΕ, πού θά συμ­περιλαμβάνουν ὅλο τό χωριό, ὅλη τή συνοικία. Θά λέγαμε ἀκόμα ὅτι αὐτά τά «μικρά» τοπικά προβλήματα ἀποτελοῦν τό ὑπόστρωμα ὅλων τῶν ἄλλων, τῶν «μεγάλων» προβλημάτων, πού τά μετρᾶμε πιά ὄχι σέ τοπική ἀλλά σέ ἐθνική κλίμακα. Τά προβλήματα αὐτά ἀφοροῦν τήν ἐργασία, τήν παιδεία, τή δημόσια ὑγεία, τήν ἐθνική οἰκονομία, τά δημόσια ἔργα, τήν ἐθνική παραγωγή, τίς κρατικές ὑπηρεσίες, τήν ἐθνική ἀσφάλεια, τήν ἐθνική ἀνεξαρτησία, τά δικαιώματα καί τίς ἐλευθερίες τῶν πολιτῶν, τήν κοινωνική δικαιοσύνη κ.λπ.

Ἄλλα προβλήματα πάλι εἶναι ὑποδιαιρέσεις τῶν «μεγάλων», ὅπως αὐτά πού ἀφοροῦν τίς συνδικαλιστικές ὀργανώσεις, τούς συνεταιρισμούς, τίς κοινωνικές ἀσφαλίσεις, τίς τιμές τῶν ἀγροτικῶν προϊόντων, τούς μισθούς καί τά μεροκάματα, τούς ἐργαζόμενους σπουδαστές κ.λπ.


5) Ὅμως, τί σημαίνει «πρόβλημα»; Πῶς γεννιέται; Ἀπό ποῦ γεννιέται; Ὅταν ὁ ἄνθρωπος βρέθηκε ἐκτεθειμένος στίς ἐχθρικές καιρικές συν­θῆκες, ἀπομονωμένος καί γυμνός, ἀντιμετώπισε τό πρόβλημα τῆς ὕπαρ­ξής του. Αὐτό εἶναι ἕνα πρόβλημα πού τό δημιούργησε ἡ ἴδια ἡ φύση. Ὅταν μιά φυλή ἤ μιά ἐθνότητα δέχεται ἐπίθεση ἀπό μιάν ἄλλη φυλή ἤ ἔθνος πού διεκδικεῖ τά ἐδάφη της καί ἀπειλεῖ μέ θάνατο, αἰχμαλωσία ἤ δουλεία τά μέλη της, τότε γι’ αὐτούς πού ὑφίστανται τήν ἐπίθεση μπαίνει ἕνα πρόβλημα φυλετικῆς ἤ ἐθνικῆς ὕπαρξης. Εἶναι ἕνα πρόβλημα πού δημιουργοῦν οἱ σχέσεις ἀνάμεσα σέ φυλές, λαούς καί ἔθνη.

Ὅταν ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού δέν ἔχουν ἐργασία, πού ὑποσιτίζονται, πού δέν μορφώνονται, πού δέν ἔχουν περίθαλψη, πού ζοῦν σέ ἄσχημες συνθῆκες κ.ο.κ., αὐτοί ἀντιμετωπίζουν μιά σειρά προβλήματα πού δημιουργοῦν οἱ ἴδιοι οἱ συμπατριῶτες τους καί συνάνθρωποί τους. Τά προβλήματα αὐτά εἶναι κοινωνικά καί, σέ τελευταία ἀνάλυση, ταξικά, πολιτικά. Τό πρόβλημα γεννιέται ἀπό τή σύγκρουση δύο βασικά ἀντίθετων συμφερόν­των. Δηλαδή ἐκδηλώνει ­μιάν ἀντίθεση. Γιατί, φέρ’ εἰπεῖν, στά χωριά καί στίς συνοικίες ὑπάρχει λάσπη, βρόμα, ἀθλιότητα, ἐνῶ στά κέντρα τῶν μεγάλων πόλεων, καί εἰδικά ἐκεῖ ὅπου ζοῦν οἱ πλούσιοι, ὅλα εἶναι καθαρά, τακτοποιημένα, ὄμορφα; Μά γιατί τό κράτος ἀνήκει βασικά στούς πλουσίους. Εἶναι τό δικό τους κράτος! Γι’ αὐτό εἶναι φυσικό νά φροντίζει γι’ αὐτούς. Ἑπομένως, πίσω κι ἀπό τό μικρότερο πρόβλημα τοῦ χωριοῦ ἤ τῆς συνοικίας βρίσκεται ἡ «ἀντίθεση» πού χωρίζει τά συμφέροντα τῶν χωρικῶν καί τῶν ἐργατῶν ἀπό τά συμφέροντα τῶν πλουσίων – τῶν μεγαλοαστῶν.

Ἔτσι, κάθε ἀγώνας γιά τήν ἐπίλυση καί τοῦ πιό μικροῦ προβλήματος εἶναι, σέ τελευταία ἀνάλυση, ἀγώνας ἐναντίον ὅλων αὐτῶν πού βρίσκονται πίσω ἀπό τό κράτος, καί κάθε λύση πού θά ἀποσπαστεῖ μέ τόν ἀγώνα εἶναι μιά ὑποχώρηση τῶν κρατούντων, μιά νίκη τῶν καταπιεζομένων. Συνεπῶς, ἡ ἐπισήμανση τῶν προβλημάτων δέν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπό τήν ἀνακάλυψη καί τήν ἀποκάλυψη ὅλων τῶν χιλιάδων, τῶν δεκάδων χιλιάδων «ἀντιθέσεων», πού ὅλες μαζί συνθέτουν τή μεγάλη, τή βασική ἀντίθεση τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας.


6) Τώρα νομίζω ὅτι μποροῦμε νά ποῦμε πώς διαφαίνεται ἡ στρατηγική σημασία τῆς πολιτικῆς τῶν χιλιάδων καί δεκάδων χιλιάδων ΛΕ. Δέν πρόκειται, φυσικά, γιά μιά κατά μέτωπον ἐπίθεση, οὔτε ἀκόμα γιά μιά κατά πλάτος καί βάθος σοβαρή ἀποδυνάμωση τῆς ὀλιγαρχίας, ἔστω κι ἄν ἡ πάλη τῶν δεκάδων χιλιάδων ΛΕ τήν ὑποχρεώνει νά προβαίνει σέ ὑποχωρήσεις. Ὁ στρατηγικός σκοπός εἶναι διαφορετικός. Πρόκειται κυρίως γιά μιά κολοσσιαία, μαζική λαϊκή διαπαιδαγώγηση. Τή γνωριμία –τή βαθιά καί ὑπεύθυνη– τοῦ λαοῦ μέ τά προβλήματά του. Τή συνειδητοποίηση τῆς βαθύτερης φύσης τῶν προβλημάτων, ὅτι δηλαδή ἐκφράζουν μιά συγκεκριμένη κοινωνική «ἀντίθεση». Τήν ἀποκάλυψη, μέσω τῶν μερικῶν «ἀντιθέσεων», τῆς βασικῆς ἀντίθεσης τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας. Τέλος, τή σημασία τῆς ὀργανωμένης πάλης.


7) Μετά τήν παραπάνω διαδικασία, δέν ἔχουμε παρά νά κάνουμε ἕνα μονάχα βῆμα γιά νά μεταβάλουμε αὐτό τό τεράστιο κίνημα μαζῶν ἀπό διεκδικητικό σέ πολιτικό. Τότε, μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι πέτυχε ὁ στρατηγικός σκοπός πού ἀναθέσαμε στό κίνημα τῶν ΛΕ. Κάθε λαϊκό πρόβλημα στήν κεφαλαιοκρατική ὀργάνωση τῆς κοινωνίας εἶναι, σέ τελευταία ἀνάλυση, πρόβλημα ταξικό, πολιτικό. Γι’ αὐτόν τό λόγο δέν εἶναι ἀνάγκη νά τό πολιτικοποιοῦμε εὐθύς ἐξαρχῆς, γιατί ἔτσι μονάχα ζημιά θά ἔχουμε. Δηλαδή, δίνοντας στενό πολιτικό, κομματικό χαρακτήρα στή ΛΕ, τή στενεύουμε, τήν ἀποκόβουμε ἀπό τίς πλατιές μάζες. Τό πιό σωστό θά ἦταν νά βοηθήσουμε τό λαό νά καταλάβει ὁ ἴδιος τόν βαθύτερο καί, σέ τελευταία ἀνάλυση, πολιτικό χαρακτήρα τοῦ προβλήματος πού πασχίζει νά λύσει. Στή ΛΕ, λόγου χάριν, πού φτιάξαμε στά 1964 στό Κερατσίνι, γιά νά ἀντιμετωπίσει τό πρόβλημα τῆς μόλυνσης τοῦ ἀέρα ἀπό τό ἐργοστάσιο τσιμέντου τῆς περιοχῆς καί πού εἶχε βρεῖ πλατιά ἀπήχηση στό λαό τῆς περιοχῆς, συμμετεῖχαν πολλοί κεντρῶοι. Σέ ὅλες δέ τίς δημόσιες συγκεν­τρώσεις πού ὀργανώθηκαν συμμετεῖχαν οἱ βουλευτές τόσο τοῦ Κέντρου ὅσο καί τῆς Δεξιᾶς, γιατί ἔβλεπαν τή σημασία τῆς ΛΕ καί ἤθελαν νά τήν πάρουν μέ τό μέρος τους.

Ὅμως ἡ ἴδια ἡ ζωή, δηλαδή οἱ σχέσεις πού ἐπιβάλλει τό κεφαλαιοκρατικό καθεστώς ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους καί τίς κοινωνικές τάξεις, δίδασκε τόσο τή ΛΕ ὅσο καί τό λαό πού τήν πλαισίωνε ὅτι τό «ἐργοστάσιο-κεφάλαιο» ἦταν πολύ πιό κοντά στό κράτος ἀπό τή «συνοικία-λαό». Ἔτσι ὁ λαός διδασκόταν στήν πράξη ὅτι τελικά ὑπάρχει μιά μοναδική διαχωριστική γραμμή πού χωρίζει αὐτούς –τούς πολιτικούς– πού εἶναι πραγματικά μέ τό μέρος του ἀπ’ ὅσους ἀνήκουν «στούς ἄλλους».

Τά λόγια τῶν ἀστῶν βουλευτῶν ἄρχισαν σιγά σιγά νά ἠχοῦν παράξενα στά αὐτιά ἑνός ἀκροατηρίου πού ἡ ἴδια ἡ ζωή τό δίδασκε καθημερινά ὅτι κράτος καί κεφάλαιο ἀποτελοῦσαν ἕνα καί τό αὐτό καί ὅτι, ἄν ἤθελε νά κερδίσει μιά λύση ὁριστική, θά ἔπρεπε νά πάρει τό κράτος μέ τό μέρος του. Τό κράτος-κεφάλαιο νά γίνει κράτος-λαός.


8) Ἑπομένως, ὄχι μόνον ἡ ΛΕ δέν πρέπει νά πάρει κομματικό χαρακτήρα, ἀλλά μακάρι καί ἄλλα κόμματα νά θελήσουν νά πάρουν ἐνεργητικά μέρος στούς ἀγῶνες της. Αὐτό ὅμως προϋποθέτει ὄχι μόνον ὁλόψυχη ἀφοσίωση καί ἐργατικότητα ἀπό τά στελέχη μας, ἀλλά καί ἄρτια θεωρητική κατάρτιση καί τέλεια κατοχή ὅλων τῶν δεδομένων τοῦ ἑκάστοτε προβλήματος, καθώς καί ἱκανότητα δημιουργικῆς ἐπαφῆς μέ τό λαό. Ἐμεῖς θά προβάλλουμε συνεχῶς τά προβλήματα σ’ ὅλους τούς χώρους τῆς Ἑλλάδας, κι ἄς βοηθοῦν γιά τήν ἐπίλυσή τους ἀκόμα καί οἱ πολιτικοί μας ἀντίπαλοι. Φτάνει στούς ἀγῶνες γιά τήν ἐπίλυσή τους νά παίρνουν ἐνεργητικά μέρος ὅλοι οἱ ἐνδιαφερόμενοι. Καί φτάνει κάθε φορά ἐμεῖς, πάντοτε στήν πρωτοπορία, νά ἐξηγοῦμε ἀκούραστα, νά φωτίζουμε, νά ἀναλύουμε καί νά πείθουμε. Φτάνει ἀκόμα ὁ ἴδιος ὁ λαός νά νιώθει ἱκανοποίηση, τόσο γιατί λύθηκε τό πρόβλημά του ὅσο, προπαντός, γιατί τό ἔλυσε μέ τό σπαθί του. Ἔτσι θά προβληματιστεῖ καί θά πεῖ στόν ἑαυτό του: «Γιατί καί πῶς ὁδηγήθηκα σ’ αὐτή τήν ἐπιτυχία;». Καί θά μπορέσει ν’ ἀπαντήσει ὁ ἴδιος: «Μά γιατί ἤμουν ὀργανωμένος, γιατί κινήθηκα μαζικά, γιατί δέν ξεγελάστηκα ἀπό τούς πονηρούς γραφειοκράτες καί πολιτικάντηδες, γιατί κάθε φορά σεβάστηκα τή γνώμη τῆς πλειοψηφίας». Καί στή συνέχεια εἶναι σχεδόν βέβαιο ὅτι θά σκεφθεῖ ὡς ἑξῆς: «Τώρα πού κατέκτησα αὐτόν τόν πρῶτο στόχο, θέλω νά συνεχίσω. Ὑπάρχουν γύρω μου τόσα καί τόσα προβλήματα. Ἄς διαλέξω τά πλέον ἐπείγοντα, ἄς ἐφαρμόσω τήν ἴδια νικηφόρα τακτική ἱδρύοντας νέα ΛΕ καί ἄς προχωρήσω!».


9) Ποιός ὅμως καί πῶς θά ὀργανώνει ὅλες αὐτές τίς χιλιάδες καί τίς δεκάδες χιλιάδες ΛΕ; Ἔτσι, μέ τό ἐρώτημα αὐτό, φτάνουμε στό πρόβλημα τῆς μορφῆς καί τῆς λειτουργίας τοῦ κινήματός μας, πού δέν πρέπει μέ κανένα τρόπο νά παγιδευτεῖ ἀπό τόν γραφειοκρατικό τρόπο ὀργάνωσης. Γι’ αὐτό, δίνοντας εὐθύς ἐξαρχῆς τόν ὁρισμό τοῦ μέλους τοῦ κινήματος, προτείνω τά ἑξῆς: μέλος τοῦ κινήματος εἶναι ἐκεῖνος πού, πρῶτον, δέχεται τίς ἀρχές, τούς σκοπούς καί τό πρόγραμμά του καί, δεύτερον, συμμετέχει ἐνεργητικά καί ἐξακολουθητικά στή μελέτη καί τήν ἀγωνιστική ἐπίλυση τῶν λαϊκῶν προβλημάτων Δηλαδή, πιό συγκεκριμένα, ἐκεῖνος πού ὀργανώνει τή ΛΕ καί συμμετέχει στή ζωή καί στούς ἀγῶνες της. Μ’ αὐτή τή μεθοδολογία τό κίνημα χτίζεται φυσιολογικά ἐπάνω καί γύρω ἀπό τά προβλήματα πού ἀπασχολοῦν ὅλον τό λαό καί, ἑπομένως, τό ἔθνος –  εἰδικότερα δέ τίς ἐργαζόμενες μάζες, τούς νέους, τούς διανοουμένους καί ὅλα τά καταπιεζόμενα κοινωνικά στρώματα τοῦ λαοῦ μας.


10) Εἶναι εὐνόητο ὅτι, φεύγοντας ἀπό τά προβλήματα μερικοῦ, εἰδικοῦ καί το­­πικοῦ χαρακτήρα, μπαίνουμε στήν περιοχή τῶν προβλημάτων πού ἀπασχο­λοῦν μεγάλες κοινωνικές ὁμάδες: ἐργάτες γῆς, ἐργάτες, ἀγρότες, ὑπαλλήλους, ἐργαζόμενους σπουδαστές, φοιτητές, ἐπιστήμονες, διανοουμένους, καλλιτέχνες, μεσαῖα στρώματα κ.λπ. Τά προβλήματα αὐτά εἶναι περισσότερο σύνθετα καί πολύπλοκα, περισσότερο ζωτικά γιά τό σύνολο τοῦ ἔθνους, καί γι’ αὐτό ἡ ἀντίδραση καταβάλλει μεγαλύτερες προσπάθειες καί παρατάσσει σημαντικότερες δυνάμεις γιά νά ἐμποδίσει τήν ἐπίλυσή τους, ὁπότε ἀνάλογα πολυσύνθετη καί δυναμική θά πρέπει νά εἶναι καί ἡ δική μας παρουσία στούς χώρους αὐτούς.

Ὅμως καί ἐδῶ, δηλαδή στό χωράφι ἤ στό ἐργοστάσιο, στό πανεπιστήμιο ἤ στό κατάστημα, στό γραφεῖο ἤ στό θέατρο, μελετᾶμε, ἐκτός ἀπό τά γενικά, καί τά εἰδικά, τά ἰδιαίτερα προβλήματα πού ἀπασχολοῦν ἕνα ὁρισμένο ἐργοστάσιο ἤ κατάστημα ἤ τάξη σπουδῶν, τά προβάλλουμε ἀνάγλυφα, μελετᾶμε τίς πιθανές λύσεις καί δημιουργοῦμε τίς ἰδιαίτερες ΛΕ. Ὁ ἀγώνας αὐτός εἶναι φυσικό νά ἐντάσσεται στούς εὐρύτερους συνδικαλιστικούς καί τούς ἄλλους ἀγῶνες τῶν ἐργαζομένων καί τῶν σπουδαστῶν.


11) Ὅμως ἡ ἐπιτυχία τῆς ὀργάνωσης, καθοδήγησης, γενίκευσης καί στερέωσης σέ πανελλαδική κλίμακα τῶν ΛΕ θά ἐξαρτηθεῖ κυρίως ἀπό τήν ὀρθότητα τῶν λύσεων πού θά προτείνουμε κάθε φορά. Καί ὄχι μόνον ἀπ’ αὐτό, ἀλλά καί ἀπό τό κατά πόσον ἡ λύση πού προτείνουμε μπορεῖ νά πραγματοποιηθεῖ στά ὑφιστάμενα κοινωνικά πλαίσια. Ὅπως ἤδη εἴπαμε, μπορεῖ –καί θά πρέπει– γιά ἕνα συγκεκριμένο πρόβλημα νά προτείνουμε δύο λύσεις. Ἡ πρώτη θά εἶναι αὐτή πού μπορεῖ νά ἐφαρμοστεῖ ἀμέσως, δηλαδή μέσα στό ὑπάρχον κοινωνικό σύστημα. Ἡ δεύτερη, ἐκείνη πού προϋ­ποθέτει μιά ριζικότερη ἀλλαγή στίς κοινωνικές σχέσεις ἤ τουλάχιστον τήν ἐφαρμογή ἑνός κυβερνητικοῦ προγράμματος μεγάλων μεταρρυθμί­σεων. Αὐτή ἡ τελευταία λύση εἶναι προφανῶς ἐκείνη πού περιέχεται στό δικό μας πρόγραμμα ἐξουσίας. Ὅμως, παλεύοντας γιά τήν πρώτη λύση καί προβάλλοντας τή δεύτερη, διαπαιδαγωγοῦμε ὀρθά τό λαό, ὁδηγώντας τον συγχρόνως πρός μία, ἔστω μερικοῦ χαρακτήρα, κατάκτηση. Ὑπάρχουν, φυσικά, πολλά προβλήματα, πού δέν μποροῦν νά λυθοῦν μέσα στίς ὑφι­στάμενες κοινωνικές σχέσεις. Ἐμεῖς τά προβάλλουμε καί συγχρόνως ἐν­τάσ­σουμε τίς λύσεις τους στά πλαίσια τῆς πολιτικῆς μας πάλης.


12) Μέ ποιά μεθοδολογία θά ἐξασφαλίσουμε τήν ὀρθότητα τῶν λύσεων πού ­προτείνουμε; Μέ τή δημιουργία σέ κάθε περιοχή –πόλη, ἐπαρχία, κλάδο κ.λπ.– μιᾶς Εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς Προβληματισμοῦ, πού θά ἔχει ὡς περιεχόμενο δουλειᾶς τήν ἐπιστημονική μελέτη τῶν κατά τόπους καί κλάδους προβλημάτων καί τή διατύπωση τῶν ἀντίστοιχων λύσεων. Τά μέλη τῶν ἐπιτροπῶν αὐτῶν συμμετέχουν δραστήρια στή ζωή τῶν ΛΕ. Δηλαδή τό καθένα ἀνήκει καί σέ κάποια ΛΕ. Τό κοινό σημεῖο, ὁ κοινός παρονομαστής, πού θά συνδέει ὀργανικά τό σύνολο τῶν ΕΕΠ δέν θά εἶναι τίποτε ἄλλο παρά τό πρόγραμμα τοῦ κινήματος, πού ὄχι μόνο θά καθοδηγεῖ καί θά συντονίζει τίς ΕΕΠ, ἀλλά καί θά πλουτίζεται τό ἴδιο καί θά τελειοποιεῖται ἀπό τή ζωντανή πείρα τῶν ΛΕ καί τῶν ΕΕΠ. Ἐπίσης σέ πανελλαδική κλίμακα εἶναι ἀναγκαία ἡ ὕπαρξη μιᾶς Ἐθνικῆς Ἐπιτροπῆς Προβληματισμοῦ καί Προγραμματισμοῦ, πού θά εἶναι τό κυριότερο κομματικό ὄργανο μετά τό Κεντρικό Συμβούλιο τοῦ κινήματος. Σύμφωνα μέ τήν ἀρχή τῆς ἀντιγραφειοκρατικῆς συγκρότησης τοῦ κινήματος, γίνεται εὐνόητο ὅτι τά μέλη τῶν παραπάνω ἐπιτροπῶν, ἐκτός ἀπό τή θέση τους μέσα στόν ἐπαγγελματικό τους κλάδο ἤ στό χῶρο τῆς ἐπιστήμης, ὀφείλουν νά εἶναι ἐπίσης δραστήριοι ὀργανωτές καί νά συμμετέχουν ἐνεργά στούς ἀγῶνες πού οἱ ἴδιοι σχεδιάζουν, νά παλεύουν γιά τήν πραγματοποίηση τῶν λύσεων πού οἱ ἴδιοι προτείνουν. Ἡ κλασική τριχοτόμηση τῶν δραστηριοτήτων –θεωρητικός-καθοδηγητής-μάζα– καταργεῖται. Τό ἴδιο μέλος καί στέλεχος προβληματίζεται, σχεδιάζει, καθοδηγεῖ καί συμμετέχει στούς ἀγῶνες.


13) Στενά συνδεδεμένα μέ τά ἐπιμέρους προβλήματα πού ἐξετάσαμε πιό πρίν εἶναι τά λεγόμενα «πολιτικά» προβλήματα. Παλεύοντας γιά τά πρῶτα, παλεύουμε –ὥς ἕναν μεγάλο βαθμό– καί γιά τά δεύτερα. Θά λέγαμε ὅμως ὅτι ὁ πολιτικός χαρακτήρας τῶν διεκδικητικῶν ἀγώνων, μέ βάση τή ΛΕ, ἀρχίζει ἀπό τό σημεῖο ἀπ’ ὅπου ἡ πάλη τῶν διαφόρων ΛΕ ἐντάσσεται ὀργανικά σ’ ἕνα γενικό πρόγραμμα πολιτικῆς δράσης.


14) Συνοψίζω τή σημασία τῶν ΛΕ μέ τή μορφή τῶν σκοπῶν πού ἀναθέτουμε σ’ αὐτές ὡς πολιτικό κίνημα. Πιστεύουμε ὅτι τό σύστημα τῶν ΛΕ εἶναι ἡ καλύτερη μέθοδος:

1) γιά νά μελετήσουμε σέ βάθος τά προβλήματα τῆς χώρας
2) γιά νά διαπαιδαγωγήσουμε τά μέλη καί τά στελέχη μας
3) γιά νά ὀργανώσουμε καί νά διαπαιδαγωγήσουμε τό λαό
4) γιά νά δημιουργήσουμε νέους γνήσιους λαϊκούς ἡγέτες
5) γιά νά χτίσουμε πάνω σέ γερές βάσεις τό μαζικό κίνημα
6) γιά νά δέσουμε τό πολιτικό κίνημα μέ τό λαό
7) γιά νά δημιουργήσουμε πυρῆνες λαϊκῆς ἐξουσίας
8) γιά νά γίνει τό πρόγραμμά μας κτῆμα τῶν μαζῶν
9) γιά νά μπορέσουμε στή δεδομένη στιγμή νά μεταβάλουμε τό χαρακτήρα τῆς πάλης ἀπό διεκδικητικό σέ πολιτικό καί
10) γιά νά ἐφαρμόσουμε, μαζί μέ ὅλον τό λαό, τό πρόγραμμα ἐξουσίας.


15) Πρόκειται δηλαδή γιά ἕνα προτσές καθαρά πολιτικό, πού τά στάδιά του καί ἡ τελική του ἐπιτυχία ἐξαρτῶνται φυσικά ἀπό πολλούς ἀστάθμητους παράγοντες, ὅπως ἐπίσης, κατά ἕνα μεγάλο μέρος, καί ἀπό τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ἐμεῖς θά σχεδιάσουμε καί θά δώσουμε σέ κάθε στιγμή τή μάχη στή ΛΕ. Καθώς ἐπίσης, ἀντίστροφα, ἡ ἐπιτυχία τῶν πολιτικῶν μας ἀγώνων, ἡ ἀπήχηση τῶν ἰδεῶν πού προβάλλουμε μέ τό πρόγραμμά μας, ἡ ὀρθή κριτική μας πρός τίς ἀντίπαλες ὁμάδες καί ἡ ὀρθή ἀνάλυση, κάθε φορά, ὅλων τῶν γεγονότων πού ἀφοροῦν τό μέλλον τοῦ λαοῦ καί τῆς χώρας – μέ δυό λόγια, ἡ πολιτική καί ἰδεολογική μας ἀκτινοβολία μπορεῖ νά ἐπισπεύσει τήν παραπάνω διαδικασία, πού ἀναθέτουμε στό κίνημα τῶν ΛΕ, καί νά μᾶς ὁδηγήσει σέ ἕναν εὐνοϊκό συσχετισμό δυνάμεων γιά τήν ἐφαρμογή στή χώρα μας τοῦ πολιτικοῦ μας προγράμματος.




III

ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ  ΜΙΑΣ ΡΙΖΙΚΑ ΑΝΑΝΕΩΜΕΝΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ


Ζάτουνα, 1 Φεβρουαρίου 1969

1) Εἶναι ἀπαραίτητο νά παρουσιαστοῦμε μπροστά στόν ἑλληνικό λαό μέ ἕνα πρόγραμμα ὁλοκληρωμένο, σαφές, ρεαλιστικό καί εὔληπτο. Ἔχω τή γνώμη ὅτι, ἀφοῦ μελετήσουμε καλά τά ὅρια μέσα στά ὁποῖα οἱ διεθνεῖς καί ἐσωτερικές συνθῆκες μᾶς ἐπιτρέπουν –καί θά μᾶς ἐπιτρέπουν– νά κινηθοῦμε, καθώς καί τήν ἰσορροπία τῶν δυνάμεων καί ὅλες τίς πιθανές ἐξελίξεις, θά πρέπει νά διατυπώσουμε τήν ἄποψή μας γιά τό τί μπορεῖ νά γίνει ἤ, μᾶλλον, γιά τό μεῖζον πού μπορεῖ νά γίνει καί γιά τό πῶς μπορεῖ νά γίνει.


2) Ἄν ἐξαιρέσουμε μιά μερίδα τοῦ κεφαλαίου πού ἀποσκοπεῖ στήν ἀποικιακή ἐκμετάλλευση τῆς χώρας καί τοῦ λαοῦ μας καί πού βασικά εἶναι ξένο, τό ὑπόλοιπο κεφάλαιο μπορεῖ ν’ ἀντιμετωπίσει εὐνοϊκά ἀκόμα καί μιά ριζική οἰκονομική μεταρρύθμιση, πού θά εἶχε ὡς κύριο στόχο της τή δημιουργία μιᾶς δυναμικῆς ἐσωτερικῆς ἀγορᾶς μέσω τῆς ἀνύψωσης τῆς ἀγοραστικῆς δύναμης τῶν ἐργαζομένων μαζῶν. Τά ξένα οἰκονομικά μοντέλα δέν μᾶς ὑποχρεώνουν οὔτε νά τά μιμηθοῦμε δουλικά οὔτε νά μιμηθοῦμε σχολαστικά τίς μεθόδους πού ἀκολούθησαν οἱ διάφοροι λαοί γιά νά φτάσουν ἐκεῖ ὅπου ἔφτασαν. Δηλαδή εἴμαστε ἀπόλυτα ἐλεύθεροι νά ἀκολουθήσουμε ἐκείνους τούς δρόμους πού προσ­αρμόζονται καλύτερα στίς δικές μας δυνατότητες καί συνθῆκες καί ἀκόμα νά δώσουμε στό ἴδιο τό μοντέλο τό περιεχόμενο, τό χαρακτήρα καί τή μορφή πού ἐμεῖς νομίζουμε ὅτι ἐξυπηρετεῖ καλύτερα τίς ἱστορικές ἀπαιτήσεις τοῦ ἐθνικοῦ μας χαρακτήρα καί τῶν ἱστορικῶν μας παραδόσεων. Μέ ἄλλα λόγια, θά ἐμπνευσθοῦμε πιό πολύ ἀπό τήν οἰκονομική πλευρά τῶν μεταρρυθμίσεων πού ἐφαρμόστηκαν στίς διάφορες χῶρες, προσπαθών­τας νά τίς προσαρμόσουμε ὄχι μόνο στίς δικές μας εἰδικές οἰκονομικές συνθῆκες καί δυνατότητες, ἀλλά καί στόν ἰδιαίτερο ἐθνικό καί ἱστορικό χαρακτήρα μας καί στή δική μας παράδοση.


3) Εἶναι γνωστό ὅτι ἡ οἰκονομία μας ἐξακολουθεῖ νά παραμένει σέ σημαν­τικό ἀκόμη βαθμό ἀγροτική. Τό μεγαλύτερο μέρος τοῦ πληθυσμοῦ μας εἶναι ἀγρότες. Οἱ μισοί περίπου Ἕλληνες γεννιοῦνται καί ἀναπτύσσονται σέ ἀγροτικό περιβάλλον. Καί ὅταν μιλᾶμε γιά ἀγροτικό περιβάλλον στήν Ἑλλάδα, ξέρουμε καλά τί ἐννοοῦμε. Μικρός κλῆρος, πρωτόγονα μέσα παραγωγῆς, πληθυσμός διασκορπισμένος σέ χιλιάδες μικρά, ἀπρόσιτα συνήθως, χωριά, χαμηλό ἐπίπεδο ζωῆς, ἄθλια ὑγειονομική περίθαλψη, χαμηλή στάθμη παιδείας, ἀπουσία πολιτιστικῆς ἀγωγῆς, ἀτελής διατροφή, ἀνασφάλεια μπροστά στίς καιρικές συνθῆκες καί τήν ἐξασφάλιση ἀγορᾶς γιά τά προϊόντα, πρωτόγονες συνθῆκες διαβίωσης, χρέωση στήν Ἀγροτική Τράπεζα, ἐξάρτηση ἀπό οἰκονομικούς καί πολιτικούς μεσάζοντες, ἀποκοπή ἀπό τή σύγχρονη ζωή! Ἔτσι, σέ τελευταία ἀνάλυση, τό 50% τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ ἀποτελεῖ παθητικό συντελεστή στήν ἐθνική μας οἰκονομία. Ἡ διαπίστωση αὐτή μᾶς ὁδηγεῖ στό συμπέρασμα ὅτι δέν μποροῦμε νά μιλᾶμε σοβαρά γιά οἰκονομική ἀνάπτυξη τῆς χώρας ἐάν δέν βροῦμε ὀρθές λύσεις γιά τό ἀγροτικό πρόβλημά της. Ἑπομένως, ἕνα ζωντανό λαϊκό πατριωτικό κίνημα τό πρῶτο πράγμα πού ἔχει νά κάνει εἶναι νά χαράξει μιά νέα ἀγροτική πολιτική, πού θά μετατρέψει, σέ τακτό χρόνο, τόν ἀγροτικό παράγοντα ἀπό στοιχεῖο ἀρνητικό σέ στοιχεῖο ὄχι μόνο θετικό ἀλλά, κάτι περισσότερο, σέ θεμέλιο τῆς οἰκονομικῆς ἀνάπτυξης τῆς χώρας.


4) Πλάι σ’ ἕναν ὁλοκληρωμένο πίνακα πού θά μᾶς δίνει ἀνάγλυφα καί σφαιρικά τήν κατάσταση τῆς ἀγροτικῆς μας οἰκονομίας –γεωργία, κτηνοτροφία, ἁλιεία– μᾶς χρειάζεται ἕνας δεύτερος πίνακας, περισσότερο δύσκολος, αὐτός πού θά μᾶς διαγράφει τίς δυνατότητες πού παρουσιάζον­ται κατά χῶρο καί κλάδο καί πού ὑποδιαιροῦνται σέ δύο κατηγο­ρίες:

α) τίς ἀντικειμενικές καί
β) τίς ὑποκειμενικές.

Οἱ πρῶτες ἀφοροῦν περισσότερο τίς γενικές ἐδαφικές καί κλιματολογικές συνθῆκες. Οἱ δεύτερες, τίς μεθόδους καί τά μέσα πού θά πρέπει νά χρησιμοποιηθοῦν γιά τήν ἀξιοποίησή τους. Αὐτοί οἱ δύο πίνακες πρέπει ν’ ἀνατεθοῦν σέ εἰδικές ὁμάδες ἐπιστημόνων. Ὅμως αὐτό δέν ἀρκεῖ. Ὁ πολιτικός μοιάζει μέ τόν στρατιωτικό ἡγήτορα πού σημειώνει στό χάρτη τούς ἀντικειμενικούς σκοπούς καί ἀφήνει στούς ἐπιτελεῖς τή φροντίδα τῆς τεχνικῆς ἐπεξεργασίας. Κατά τόν ἴδιο τρόπο καί τό κίνημά μας θά πρέπει νά ὑποδείξει μέ σαφήνεια τούς στρατηγικούς στόχους πού θά πρέπει νά κατακτηθοῦν στούς τομεῖς τῆς οἰκονομικῆς μας ζωῆς. Μιλώντας εἰδικά γιά τήν ἀγροτική οἰκονομία, πιστεύω ὅτι θά πρέπει νά εἴμαστε σέ θέση νά ὑποδείξουμε στίς ἐπιστημονικές ὁμάδες ἐργασίας, πρῶτον, τήν κατά ποσοστό αὔξηση τῆς ἀγροτικῆς μας παραγωγῆς μέσα στό καθορισμένο χρονικό διάστημα καί, δεύτερον, τήν κατά ποσοστό αὔξηση τοῦ ἀγροτικοῦ εἰσοδήματος σέ καθορισμένο χρονικό διά­στημα.

Εἴμαστε, νομίζω, ὑποχρεωμένοι νά χαράξουμε τουλάχιστον τά ἐλάχιστα ὅρια ἀνάπτυξης, μιά καί μονάχα αὐτά μπορεῖ νά δικαιολογήσουν καί νά δικαιώ­σουν ἕνα νέο πολιτικό κίνημα πού φιλοδοξεῖ νά προσ­φέρει οὐσιαστικές ὑπηρεσίες στό λαό καί στή χώρα. Καί ὄχι ἁπλῶς τά ἐλάχιστα ὅρια, ἀλλά τά ἀναγκαῖα ἐλάχιστα ὅρια γιά τή δικαίωση τῆς παρουσίας μας στόν πολιτικό χῶρο τῆς χώρας. Ἐάν μέσα στήν πρώτη δεκαετία δέν κατορθώσουμε νά διπλασιάσουμε τό βιοτικό ἐπίπεδο τοῦ ἀγροτικοῦ μας πληθυσμοῦ, τότε δέν ἔχουμε λόγο νά ὑπάρχουμε ὡς ἕνα πραγματικά ἐθνικό-λαϊκό πολιτικό κίνημα.


5) Πρέπει νά ἀναφερθοῦμε μέ ἁπλότητα καί σαφήνεια στή μορφή καί τό χαρακτήρα τῶν μεταρρυθμίσεων καθώς καί στή μεθοδολογία πού σκοπεύουμε νά ἀκολουθήσουμε γιά τήν πραγματοποίησή τους. Τό σύνολο ­­τῶν μεταρρυθμίσεων αὐτῶν θά πρέπει νά περιστραφεῖ γύρω ἀπό τούς τρεῖς βασι­κούς στόχους: τή νέα ἀγροτική πολιτική, τή νέα ἐμποροβιομηχανική πολιτική καί τή νέα μορφωτική πολιτική. Εἶναι ἀπαραίτητο νά δώσουμε στό λαό μας μιά ὅσο γίνεται περισσότερο συγκεκριμένη καί ἁπλοποιημένη εἰκόνα τῆς ἐθνικῆς μας οἰκονομίας. Μποροῦμε νά περάσουμε στή συνέ­χεια στήν καθαρά συνθετική ἐργασία.

Νά διαγράψουμε φέρ’ εἰπεῖν σέ γενικές γραμμές τήν οἰκονομική μας στρατηγική:

α) αὔξηση ἐθνικοῦ εἰσο­δήματος / μείωση ἀντιπαραγωγικῶν δαπανῶν
β) αὔξηση ἐξαγωγῶν / μείω­ση εἰσαγωγῶν
γ) αὔξηση δημοσίου εἰσοδήματος / ἐλάττωση δημοσίων ἀντιπαραγωγικῶν ἐξόδων καί αὔξηση δημοσίων παραγωγικῶν ἐπενδύσεων καί δαπανῶν.

Ἐπίσης μποροῦμε νά καθορίσουμε μερικούς κύριους στόχους, ὅπως:

α) τόν τριπλασιασμό, μέσα στήν πρώτη δεκαετία, τοῦ ἐθνικοῦ μας εἰσοδήματος (τό σημερινό ἐθνικό εἰσόδημα ἀνέρχεται σέ διακόσια δισεκατομμύρια δραχμές μέ κατά 15% ἐτήσια αὔξηση κατά τήν πρώτη καί μέ κατά 13% κατά τή δεύτερη πενταετία, μπορεῖ νά φθάσει σέ 575 δισεκατομμύρια δραχμές στό τέλος τῆς πρώτης δεκαετίας)
β) τήν ἀνακατανομή τῶν ἐπενδύσεων, δημοσίων καί μή, μέ τήν παρακάτω σειρά προτεραιότητας:
1) ἀγροτική οἰκονομία
2) βιομηχανία, ἀξιοποίηση τῶν πλουτοπαραγωγικῶν πηγῶν τῆς χώρας, τουρισμός
3) παιδεία, μορφωτική πολιτική, ἐκπολιτισμός
4) ὑγεία
5) κρατικός μηχανισμός, ἔνοπλες δυνάμεις, δημόσια ἀσφάλεια
γ) τήν ἀνακατανομή τῶν οἰκονομικῶν βα­ρῶν κατά κοινωνικά στρώματα:
1) νέα φορολογική πολιτική
2) ἀνα­προσαρ­μογή μισθῶν καί ἡμερομισθίων
3) ἐπέκταση τῶν κοινωνικῶν ἀσφα­λίσεων
4) οἰκονομική, μορφωτική καί ἐπαγγελματική διασφάλιση τοῦ συνόλου τῆς ἑλληνικῆς νεολαίας
δ) μέσα στήν πρώτη, τουλάχιστον, δεκαετία, τό διπλασιασμό τοῦ εἰσοδήματος –τῆς ἀγοραστικῆς δύναμης– ὅλων τῶν ἐργαζομένων.


6) Θεωρῶ αὐτούς τούς «διπλασιασμούς», σέ ὅσο γίνεται συντομότερο χρονικό διάστημα, ἕνα πρῶτο μέτρο ἐκτάκτου ἐθνικῆς ἀνάγκης καί, ἐπι­­πλέον, μιά βασική προϋπόθεση γιά νά ξεκινήσουμε. Νά ἀρχίσουμε ἀπό κεῖ καί πέρα τήν ὀργάνωση ἑνός συγχρονισμένου ἔθνους, μέ ἐκ­συγ­­­χρονισμένη οἰκονομική παραγωγή, σύγχρονο κρατικό μηχανισμό καί ἐκσυγχρονισμένες σχέσεις σέ ὅλη τήν ἐπιφάνεια καί τό βάθος τῶν κοινωνικῶν σχέσεων καί θεσμῶν. Ἀπό κεῖ καί πέρα, ἐάν ἡ πλειονότητα τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ τό θέλει, ἡ χώρα μας μπορεῖ νά συνεχίσει τήν πορεία τῆς οἰκονομικῆς της ἀνάπτυξης μέσα στά πλαίσια τοῦ κεφαλαιοκρατικοῦ συστήματος ἤ νά διαλέξει τό δρόμο τοῦ σοσιαλισμοῦ. Ὅμως, πρίν φτάσει στό σημεῖο αὐτό, εἶναι ἱστορική ἀνάγκη νά δημιουργηθοῦν οἱ προϋποθέσεις γιά τή μεταγενέστερη πορεία, οἱ ὁποῖες, ὅπως εἴδαμε, εἶναι:  ἡ λύση τοῦ ἀγροτικοῦ προβλήματος, ἡ οἰκοδόμηση μιᾶς ἐθνικῆς βιομηχανίας μέ βάση τόσο τήν ἀγροτική οἰκονομία ὅσο καί τίς γνωστές ἤ κρυμμένες καί ἀνεκμετάλλευτες πλουτοπαραγωγικές δυνατότητες τῆς χώρας, ἡ ὀργάνωση μιᾶς σύγχρονης ἐσωτερικῆς ἀγορᾶς, ἡ προώθηση καί ὁλοκλήρωση τοῦ ἐξαγωγικοῦ μας ἐμπορίου, ἡ ὁλοκλήρωση τῶν μέτρων γιά τήν ἐξασφάλιση τῆς δημόσιας ὑγείας καί, τέλος, ὡς κορύφωμα ὅλων αὐτῶν τῶν μέτρων, ἡ ἐφαρμογή τῆς νέας μορφωτικῆς καί πολιτιστικῆς πολιτικῆς, πού θά ὁδηγήσει στήν ἐθνική ἀναγέννηση.


7) Εἶναι φανερό, νομίζω, ὅτι ἡ ἐφαρμογή ἑνός παρόμοιου προγράμματος ἀ­παι­­τεῖ τή συνεργασία ὅλων ἀνεξαιρέτως τῶν παραγωγικῶν τάξεων καί τῶν ἐπαγ­γελματικῶν κλάδων. Δέν πιστεύω ὅτι, στήν ἱστορική περίοδο πού ἐξε­τάσαμε ἐδῶ, τά συμφέροντα τῆς ἐμποροβιομηχανικῆς μας τά­ξεως συγκρούονται μέ τήν πολιτική τῆς ραγδαίας αὔξησης τοῦ ἐθνικοῦ μας εἰσοδήματος καί τῆς παράλληλης ἀνόδου τοῦ οἰκονομικοῦ δυναμικοῦ τῶν ἐργαζομένων στρωμάτων τοῦ λαοῦ μας. Θά τούς προτείνουμε, ἀσφαλῶς, τήν προοδευτική αὔξηση τῶν ἡμερομισθίων καί θά τούς φορτώσουμε μέ πρόσθετα φορολογικά βάρη, ὅμως παράλληλα θά προτείνουμε μιά σειρά προστατευτικά μέτρα, τόσο γιά τήν ἐγχώρια βιομηχανία ὅσο καί γιά τό εἰσαγωγικό καί ἐξαγωγικό μας ἐμπόριο, πού θά ὁδηγήσουν στήν ἐξίσου προοδευτική αὔξηση τοῦ κύκλου ἐργασιῶν μέσω τῆς δημιουργίας μιᾶς ἰσχυρῆς ἐσωτερικῆς ἀγορᾶς, καθώς καί σέ αὔξηση τῶν ἐξαγωγῶν. Ἔτσι, σέ τελική ἀνάλυση, τά οὐσιαστικά κέρδη τῶν ἐμποροβιομηχάνων θά εἶναι πολύ μεγαλύτερα ἀπό τά σημερινά.


8) Ἄς ἐξετάσουμε τώρα περισσότερο ἀναλυτικά τίς τρεῖς βασικές νέες πολιτικές. Καί, κατ’ ἀρχάς, τή νέα ἀγροτική πολιτική.

Α) Ὅπως ἤδη εἴπαμε, βασική μας ἐπιδίωξη πρέπει νά εἶναι ὁ διπλασιασμός, μέσα σέ τακτή, σύντομη χρονική περίοδο, τῆς ἀγροτικῆς, κτηνοτροφικῆς καί ἁλιευτικῆς μας παραγωγῆς. Εἶναι φανερό ὅτι ἕνα ἀπό τά πρῶτα προβλήματα πού θά πρέπει νά ἀντιμετωπιστοῦν εἶναι καί αὐτό τῆς τοποθέτησης τῆς παραγωγῆς. Ἕνα μέρος, φυσικά, θά ἀπορροφηθεῖ ἀπό τήν ἐσωτερική ἀγορά, πού, ὅπως εἴπαμε, θά ἀποκτᾶ συνεχῶς μεγαλύτερη δυναμικότητα. Ὅμως, τό ὑπόλοιπο θά πρέπει νά ἐξαχθεῖ. Ποῦ καί πῶς; Εἶναι γνωστό ὅτι πολλές μεσογειακές καί εὐρωπαϊκές χῶρες, ἔχοντας περάσει στή μηχανοποίηση τῆς ἀγροτικῆς παραγωγῆς, κατόρθωσαν νά κατεβάσουν τίς τιμές κόστους τῶν ἀγροτικῶν προϊόντων τους σέ βαθμό πού πολλά ἑλληνικά προϊ­όντα νά μήν εἶναι συναγωνιστικά στή διεθνῆ ἀγορά.

Ἔχουμε, λοιπόν, νά ἀντιμετωπίσουμε μιά σειρά προβλήματα, ὅπως:
1) νά διαλέξουμε ἀνάμεσα στά ἀγροτικά μας προϊόντα ἐκεῖνα πού εἶναι περιζήτητα στή διεθνῆ ἀγορά
2) νά ρίξουμε τήν τιμή κόστους γενικεύοντας τή μηχανοποίηση τῆς ἀγροτικῆς παραγωγῆς
3) νά ὀργανώσουμε σέ ὑγιεῖς βάσεις τό ἐσωτερικό μας ἐμπόριο
4) νά ἀναθεωρήσουμε ὅλο τό πρόγραμμα τοῦ ἐξαγωγικοῦ μας ἐμπορίου.

Ἤδη, μ’ αὐτό τό τελευταῖο μέτρο προσκρούουμε σέ μιά ὑπερευαίσθητη περιοχή τῶν σχέσεών μας μέ ὁρισμένους διεθνεῖς πολιτικούς καί οἰκονομικούς κύκλους πού, ὅπως εἶναι γνωστό, ἐμποδίζουν τή χώρα μας νά συνάπτει ἐλεύθερες ἐμπορικές σχέσεις μεγάλης οἰκονομικῆς σημασίας μέ ξένες χῶρες, καί ἰδιαίτερα μέ τίς χῶρες τοῦ σοσιαλισμοῦ. Στό σημεῖο αὐτό δέν μπορεῖ παρά νά ἔχουμε σφοδρότατη σύγκρουση, γιατί ἡ δυνατότητα νά συναλλασσόμαστε ἐλεύθερα ἀποτελεῖ τήν ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά τή λύση τοῦ ἀγροτικοῦ μας προβλήματος.

Ἐμεῖς, πάντως, ὀφείλουμε νά δείξουμε καθαρά στόν ἑλληνικό λαό ὅτι:
α) δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει σημαντική οἰκονομική ἀνάπτυξη γιά τή χώρα μας ἐάν δέν λυθεῖ ριζικά τό ἀγροτικό μας πρόβλημα καί
β) γιά νά λυθεῖ ριζικά, χρειάζεται κατ’ ἀρχάς νά εἴμαστε ἐλεύθεροι νά τοποθετήσουμε τήν ἀγροτική μας παραγωγή ἐκεῖ ὅπου μᾶς συμφέρει περισσότερο. Νά συναλ­λασσόμαστε, δηλαδή, ἐλεύθερα μέ ὅλες τίς χῶρες στή βάση τοῦ ἀμοι­βαίου οἰκονομικοῦ συμφέροντος.

Αὐτά τά δύο συμπεράσματα θά πρέπει νά τά ἐξηγήσουμε μέ τή βοήθεια συγκεκριμένων στοιχείων, καί ὁ ἑλληνικός λαός θά κρίνει ἄν πρέπει ἤ ὄχι νά ὑποστηρίξει τήν πολιτική πού τοῦ προτείνουμε.

Β) Προτείνω τή διαίρεση τῆς χώρας σέ δέκα βασικά διαμερίσματα. Αὐτή ἡ διοικητική καί οἰκονομική ἀποκέντρωση θά μᾶς βοηθήσει γιά μιά περισσότερο νοικοκυρεμένη, ἁπλή καί καθαρή ἐργασία. Ἄς πάρουμε, λόγου χάριν, τήν Πελοπόννησο καί ἄς τήν θεωρήσουμε μιά ἑνιαία οἰκονομική περιοχή, μιά ἑνότητα πού λόγω τῶν μικρῶν σχετικά δια­στάσεών της μᾶς εἶναι δυνατόν νά μελετήσουμε καλύτερα τά προβλήματά της καί νά ἑνοποιήσουμε τίς λύσεις τους μέσα σ’ ἕνα κοινό τοπικό –ὅσο καί εὐρύτερα, ἐθνικό– πρόγραμμα οἰκονομικῆς ἀνάπτυξης.

Σέ σχέση μέ τήν ἀγροτική πολιτική, ἡ Πελοπόννησος θά διαθέτει ἕνα δικό της Ἀγροτικό Συμβούλιο ἤ Ἀγροτική Ἐπιτροπή, πού θά εἶ­ναι ὑπεύθυνα γιά τή μελέτη, τή χάραξη καί τήν ἐφαρμογή τῆς νέας ἀγρο­τικῆς πολιτικῆς  στό χῶρο της. Εἶναι εὐνόητο ὅτι ὅλες οἱ τοπικές Ἀγροτικές Ἐπιτροπές συνεργάζονται μεταξύ τους καί ἐνεργοῦν στά πλαίσια τῆς Ἐθνικῆς Ἀγροτικῆς Πολιτικῆς. Ἡ τοπική ἐπιτροπή καταστρώνει τόν Πίνακα Α. Δηλαδή, καταγράφει ὅλες τίς καλλιεργήσιμες γαῖες, τά λιβάδια, τά δάση, τά νερά, τά εἴδη καλλιεργειῶν καί τήν ὥς τώρα ἀπόδοσή τους. Κάνει τό ἴδιο γιά τήν κτηνοτροφία καί τήν ἁλιεία.

Στή συνέχεια ἀρχίζει τήν κατάστρωση τοῦ Πίνακα Β, πού περιέχει τό σύνολο τῶν μεθόδων, τῶν μέσων καί τῶν στόχων –πού ἔχουν ἐπεξεργασθεῖ σέ ἐθνική κλίμακα οἱ ὑπεύθυνοι γιά τή νέα ἀγροτική πολιτική– ἐφαρμοσμένων σέ τοπική κλίμακα.

Ἄς δοῦμε μερικούς μεγάλους στόχους πού θά βοηθήσουν στήν ἀναδιαμόρφωση τῆς ἀγροτικῆς μας οἰκονομίας:
α) ἀνακατανομή καί ἐπέκταση τῶν καλλιεργειῶν, ἀναδιοργάνωση καί ἐπέκταση τῆς κτηνοτροφίας, ἀναδασώσεις, ὀργά­νωση τῆς ἁλιείας, ἀρδευτικά καί ἀποξηραντικά ἔργα
β) μηχανοποίηση τῆς ἀγροτικῆς παραγωγῆς
γ) ὀργάνωση καί γενίκευση τῶν γεωργικῶν, κτηνο­τροφικῶν καί ἁλιευτικῶν συνεταιρισμῶν.

Γ) Ὁ συνεταιρισμός. Στό συνεταιρισμό μπορεῖ κατ’ ἀρχάς νά συμμετέχει τό κράτος προσφέροντας κεφάλαια, μηχανές, μεταφορικά μέσα, λιπάσματα, ζωο­τροφές κ.λπ. Ὁ ἀγρότης συνεταῖρος ἐξοφλεῖ τό κράτος σέ εἶδος.

Μπορεῖ ὅμως, ἀντί γιά τό κράτος, νά ὑπάρξουν ἄλλες δύο μορφές συνεργασίας:
α) μέ ἐμπόρους,
β) μέ κεφάλαια ἀπό τούς ἴδιους τούς συνεταίρους. Ἐπίσης μπορεῖ νά ὑπάρξουν καί μεικτές μορφές. Ὁ συνεταιρισμός σχηματίζεται μέ βάση τήν ἑνότητα τοῦ χώρου καί τοῦ εἴδους.

Εἶναι μιά πλήρως δημοκρατική ὀργάνωση. Ἡ συμμετοχή στό συνεταιρισμό εἶναι προαιρετική. Οἱ συνεταῖροι ἐκλέγουν τό διοικητικό συμβούλιο καί ὅλους τούς ὑπευθύνους. Ἀσκοῦν συνεχῆ οἰ­κονομικό καί διοικητικό ἔλεγχο. Ὁ συνεταιρισμός συμβάλλεται ἐλεύ­θερα μέ τό κράτος ἤ μέ τούς ἐμπόρους, ἔπειτα ἀπό ἐλεύθερες δια­­πραγματεύσεις, ὅπου καθορίζονται ὅλοι οἱ ὅροι τῆς συνεργασίας.

Ἐάν διαθέτουν δικούς τους οἰκονομικούς πόρους, οἱ συνεταῖροι ἔχουν τό δικαίωμα νά μή συμβληθοῦν μέ κανένα. Σ’ αὐτή τήν περίπτωση ὁ συνε­ταιρισμός θά μπορεῖ νά πάρει εἰδικά κρατικά δάνεια, μέ τά ὁποῖα θά μπορεῖ νά κατασκευάζει δικές του ἀποθῆκες, ψυγεῖα, ἀγροτικούς δρόμους, ἐργοστάσια συσκευασίας, κονσερβοποιεῖα, γαλακτοκομεῖα, τυροκομεῖα, βυρσοδεψεῖα κ.λπ. Νά ἔχει ἐπίσης τά δικά του μεταφορικά μέσα. Μέ τόν ἴδιο δημοκρατικό καί ἐλεύθερο τρόπο καθορίζονται ὅλες οἱ σχέσεις τοῦ συνεταιρισμοῦ μέ τόν συνεταῖρο. Μέ δυό λόγια, ὅλες οἱ σχέσεις –ἀνάμεσα στόν ἀγρότη καί τό συνεταιρισμό, τό συνεταιρισμό καί τό κράτος ἤ τόν ἔμπορο, τούς συνεταιρισμούς καί τούς ἀγρότες, κτηνοτρόφους κ.λπ. μέ τίς Ἀγροτικές Ἐπιτροπές– πρέπει νά εἶναι ἐλαστικές καί ἐλεύθερες.

Καθορίζονται κάθε φορά ὕστερα ἀπό διαπραγματεύσεις καί μέ βάση πάντοτε τά ἀμοιβαῖα συμφέροντα. Ἔτσι, στήν περίπτωση πού ἡ Ἀγροτική Ἐπιτροπή τοῦ ἄλφα διαμερίσματος καταλήξει στό συμπέρασμα ὅτι πρέπει νά γίνουν μιά σειρά ἀλλαγές –π.χ. νέες καλλιέργειες, ἀναδασώσεις ἤ ἐκχερσώσεις, ἀντικατάσταση ἑνός εἴδους ζώου μέ ἕνα ἄλλο κ.λπ.–, θά πρέπει νά παρουσιάσει σέ ὅλους τούς ἐνδιαφερόμενους ἀγρότες ὅλα τά στοιχεῖα πού διαθέτει, ὥστε νά πειστοῦν ὅτι αὐτή ἡ ἄλφα ἤ βῆτα ἀλλαγή τούς συμφέρει. Ὁπότε μονάχα στήν περίπτωση πού θά συμφωνήσουν ὅλοι ἤ ἡ συντριπτική πλειοψηφία γιά τίς ἀναγκαῖες ἀλλαγές θά μπορεῖ νά προχωρήσει στήν ἐφαρμογή τους. Ὁ συνεταιρισμός ἀποτελεῖ, σέ τελική ἀνάλυση, μιά σημαντική οἰκονομική μονάδα. Ἔτσι, δέν ἀρκεῖται μόνο στή βελτίωση καί τήν αὔξηση τῆς παραγωγῆς, ἀλλά μπορεῖ νά συμβάλλει ἀποφασιστικά στή βελτίωση τῆς οἰκονομικῆς, ὑγειονομικῆς, μορφωτικῆς καί πολιτιστικῆς στάθμης τῶν μελῶν του.

Μπορεῖ νά τούς παρέχει ἰατροφαρμακευτική περίθαλψη καί καταναλωτικά ἀγα­θά σέ χαμηλές τιμές. Ἀκόμα μπορεῖ νά ἱδρύει καί νά συντηρεῖ Ἀγρο­τικές Σχολές καθώς καί Ἀγροτικά, Κτηνοτροφικά καί Ἁλιευτικά Ἰν­στιτοῦτα, γιά τό ἀνέβασμα τοῦ ἐπιπέδου τῆς παραγωγῆς, ἐπίσης νη­πιαγωγεῖα καί παιδικούς σταθμούς πού θά λύσουν τό ὀξύ πρόβλημα τῆς Ἑλληνίδας ἀγρότισσας, καί, τέλος, Λέσχες Πολιτισμοῦ γιά τούς νέους ἀγρότες ἤ Σπίτια-Κέντρα Πολιτισμοῦ γιά ὅλους τούς ἀγρότες.

Δ) Διακρίνουμε πέντε βασικούς πόλους γιά τήν ἀνάπτυξη τῆς ἀγροτικῆς μας οἰκονομίας:
1) προοδευτική μηχανοποίηση τῆς ἀγροτικῆς μας παραγωγῆς
2) ραγδαία αὔξησή της
3) ἐξυγίανση τῆς ἐσωτερικῆς ἀγορᾶς, οὕτως ὥστε νά ἐπωφελοῦνται τόσο ὁ παραγωγός ὅσο κι ὁ καταναλωτής, μέ συμπίεση τῶν μεσαζόντων
4) ἐξασφάλιση διεθνῶν ἀγορῶν γιά τήν τοποθέτηση τῆς ἀγροτικῆς μας παραγωγῆς
5) γενίκευση τῶν συνεταιρισμῶν. Ἡ διαδικασία αὐτή, πού ἀποτελεῖ τήν οὐσία τῆς νέας ἀγροτικῆς πολιτικῆς, θά μεταβάλει τή μορφή τῆς ζωῆς τοῦ Ἕλληνα ἀγρότη μέ τό προοδευτικό καί συνεχές ἀνέβασμα τοῦ βιοτικοῦ του ἐπιπέδου.

Ὅμως, περισσότερο ἀπό ὅλους θά ὠφεληθεῖ ἡ ἐθνική μας οἰκονομία καί γενικότερα τό ἑλληνικό ἔθνος, δηλαδή τό σύνολο τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ. Γιατί τό 50% τοῦ ἐθνικοῦ μας δυναμικοῦ θά ἀρχίσει νά συμμετέχει μέ ὅλο καί μεγαλύτερο ποσοστό στήν ἐθνική ἀνάπτυξη, καί ὄχι μόνο στόν οἰκονομικό τομέα. Ἄς μή μᾶς διαφεύγει τό γεγονός ὅτι στίς μεγάλες μάζες τῶν ἀγροτῶν ὑπάρχει ἕνα πλουσιότατο ἀνθρώπινο ὑλικό, πού μέχρι σήμερα ἐξακολουθεῖ νά κα­ταστρέφεται ὡς πνευματική συνεισφορά στό μεγαλύτερό του ποσοστό. Ἡ ἀρχική αὐτή περίοδος τῆς νέας ἀγροτικῆς πολιτικῆς μπορεῖ νά θεωρηθεῖ ἕνα προκαταρκτικό στάδιο, πού θά ὁδηγήσει στήν πλήρη καί ριζική ἀναμόρφωση τῆς ἀγροτικῆς μας ζωῆς.

Ὕστερα ἀπ’ αὐτό θά ἀκολουθήσει τό κύριο στάδιο τῆς ἀγροτικῆς μας πολιτικῆς, πού θά ’ρθει σάν ὥριμος πιά καρπός. Στήν περίοδο αὐτή θά ἔχει ὁλοκληρωθεῖ ἡ μηχανοποίηση τῆς ἀγροτικῆς παραγωγῆς καί ἡ συν­εταιριστική ὀργάνωση ὅλων τῶν ἀγροτῶν μας. Εἶναι ἑπόμενο τότε νά ἀντιμετωπιστεῖ μέ τρόπο ριζικό τό πρόβλημα τῶν συνθηκῶν ζωῆς γιά τό σύνολο τοῦ ἀγροτικοῦ μας κόσμου, μέ τήν κατάργηση τῶν ἀπομακρυσμένων καί τῶν μικρῶν χωριῶν καί τή συγκέντρωση σέ καινούργιες ἀγροτοπόλεις, πού θά προσφέρουν τίς κατακτήσεις τοῦ σύγχρονου πολιτισμοῦ σέ ὅλους τούς κατοίκους τους.

Ε) Κτηνοτροφία. Ἡ ἀναδάσωση τῆς ἠπειρωτικῆς χερσονήσου καί τῶν νησιῶν μας –πού θά πρέπει νά πάρει τό χαρακτήρα ἀληθινῆς ἐθνικῆς σταυροφορίας– θά δημιουργήσει τίς προϋποθέσεις γιά τήν ἀξιοποίηση μεγάλων ἐκτάσεων πού παραμένουν σήμερα ἀνεκμετάλλευτες λόγω τῆς ἔλλειψης νεροῦ καί ἑπομένως καί χλωρίδας. (Φυσικά θά μᾶς προσφέρει πρόσθετους πόρους ἀπό τήν ἐκμετάλλευση τοῦ δασικοῦ πλούτου.)

Μεγάλα τμήματα γῆς παραμένουν ἀναξιοποίητα, ἐνῶ θά μποροῦσαν νά μεταβληθοῦν σέ λιβάδια καί νά συντηρήσουν ἑκα­τον­τάδες χιλιάδες ζῶα. Ἑπομένως, ἡ ἀνάπτυξη τῆς κτηνοτροφίας θά ἀ­κο­λουθήσει μιά καλά ὀργανωμένη προσπάθεια πού θά ἀποβλέπει στήν παραγωγή ζωοτροφῶν καί στήν ἀξιοποίηση νέων γαιῶν. Πλάι στά γνωστά εἴδη ζώων πού ἀναπτύσσονται στή χώρα μας πιθανῶς θά πρέπει νά δοκιμάσουμε καί ἄλλα. Ἡ ἵδρυση Κτηνοτροφικῶν Σταθμῶν καί Ἰνστιτούτων θά ἐπιτρέψει νά βελτιώσουμε τίς ράτσες καί νά αὐξήσουμε τήν ἀπόδοσή τους. Μέ βάση τήν κτηνοτροφική μας παραγωγή μπορεῖ νά ἀναπτυχθεῖ ἡ σχετική βιομηχανία – κονσερβοποιία, βυρσοδεψία, πολύτιμα δέρματα κ.λπ.
ΣΤ) Ὁ θαλάσσιος πλοῦτος.

Συχνά λέγεται ὅτι τό οἰκονομικό μέλλον τῶν λαῶν βρίσκεται στή θάλασσα! Τό βέβαιο εἶναι ὅτι ἕνας μεγάλος πλοῦτος ὑπάρχει πραγματικά στή θάλασσα. Ἡ χώρα μας λούζεται ἀπό τή θάλασσα. Ὅμως ἕως σήμερα δέν ἀναζητήσαμε συστηματικά τόν πλοῦτο της. Ἐντούτοις, εἶναι τόσο μεγάλη ἡ σημασία πού θά πρέπει νά δοθεῖ στόν παράγοντα αὐτόν τῆς οἰκονομικῆς μας ζωῆς, ὥστε θά πρέπει νά ἱδρυθεῖ ἕνα εἰδικό ὑπουργεῖο γιά τήν ἀξιοποίηση τῶν θαλασσῶν. Ὅπως εἶναι γνωστό, ἡ ἁλιεία δέν ἀποτελεῖ παρά μονάχα ἕνα τμῆμα τῆς θαλάσσιας παραγωγῆς. Σέ ὁρισμένα κράτη ἔχουν ἤδη ἱδρυθεῖ εἰδικά ἰνστιτοῦτα πού μελετοῦν συστηματικά ὅλες τίς δυνατότητες γιά τήν ἀξιοποίηση τοῦ θαλάσσιου πλούτου. Ὀφείλουμε, λοιπόν, νά ἀποδυθοῦμε στήν ἐπιστημονική ἔρευνα τῶν θαλασσῶν καί τῶν βυθῶν. Ἕνα πρῶτο, ἄμεσο πρόγραμμα θά πρέπει νά ἐκπονηθεῖ. Τό κίνημά μας θά πρέπει σέ πρώτη εὐκαιρία νά συγκροτήσει ὁμάδα εἰδικῶν ἐρευνητῶν, πού θά καταλήξει σέ συγκεκριμένα σχέδια καί προτάσεις.

Εἶναι βέβαιο ὅτι στό ἐγγύς μέλλον ἕνα σημαντικό μέρος τοῦ ἐθνικοῦ μας εἰσοδήματος μπορεῖ νά ἐξασφαλισθεῖ ἀπό τήν ἐπιστημονική καί συστηματική ἐκμετάλλευση τῶν θαλασσῶν μας.


9) Σχετικά μέ τή νέα ἐμποροβιομηχανική πολιτική. Ὅπως εἴδαμε, μιά πρώτη σειρά βιομηχανικῆς ἀνάπτυξης πρέπει νά στηριχθεῖ στά γεωργικά, κτηνοτροφικά καί θαλάσσια προϊόντα. Στό τελικό πρόγραμμά μας θά πρέπει νά ἐξετάσουμε ποιά καί πόσα τέτοια ἐργοστάσια μπορεῖ καί πρέπει νά ἱδρυθοῦν, σέ ποιές περιοχές καί μέ ποιούς πόρους. Μιά δεύτερη σειρά βιομηχανιῶν θά πρέπει ν’ ἀναπτυχθεῖ μέ βάση τόν ὀρυκτό πλοῦτο τῆς χώρας, πού, κατά τό μέγιστο τμῆμα του, παραμένει ἀνεκμετάλλευτος. Μιά τρίτη σειρά μέ βάση τίς καταναλωτικές ἀνάγκες τῆς ἐσωτερικῆς ἀγορᾶς.

Τέλος, ἀκολουθεῖ ἡ ἀνάπτυξη τῆς χημικῆς καί βαριᾶς βιομηχανίας, πού, ὅπως εἶναι γνωστό, ἀποτελεῖ τή ραχοκοκαλιά τῆς οἰκονομικῆς ἀνάπτυξης σέ μιά σύγχρονη χώρα. Ἐμεῖς ἐπισημαίνουμε ἁπλῶς τήν ἀναγκαιότητα γιά τήν ἐφαρμογή καί τήν ἐπιτυχία αὐτῆς τῆς πολιτικῆς καί γιά τό λόγο αὐτόν ἐξασφαλίζουμε τήν προτεραιότητά της στό πρόγραμμα τῆς οἰκονομικῆς ἀνάπτυξης τῆς χώρας. Δέν πρέπει ἐπίσης νά μᾶς διαφεύγει τό γεγονός ὅτι ἡ περιοχή αὐτή εἶναι ἡ περισσότερο βαλλόμενη ἀπό τά ξένα μονοπώλια, πού, φυσικά, δέν θά παραιτηθοῦν εὔκολα ἀπό τή μορφή τῆς ἀποικιοκρατικῆς ἐκμετάλλευσης τοῦ ἐθνικοῦ μας πλούτου, στήν ὁποία ἔχουν ὥς τώρα συνηθίσει. Στό σημεῖο αὐτό ὀφείλω νά ὑπογραμμίσω ὅτι μᾶς εἶναι ἀπαραίτητο νά χαράξουμε μιά πολιτική πού νά μή χτυπᾶ κατά μέτωπο τόσο τό ξένο ὅσο καί τό ντόπιο μεγάλο κεφάλαιο, ἀλλά νά ἐπιδιώξει ἕνα διαχωρισμό μέ κριτήριο τούς ὅρους τῆς οἰκονομικῆς συνεργασίας. Εἶναι ἀνάγκη νά ἀποκτήσουμε συμμάχους ἀνάμεσα στούς βιομηχάνους ἐκείνους πού θά δέχονταν νά ἐντάξουν τά συμφέροντά τους σ’ ἕνα πρόγραμμα καθαρά ἐθνικό, πού θά προωθεῖ, δηλαδή, παράλληλα πρός τά δικά τους, καί τά οἰκονομικά συμφέροντα τῆς χώρας καί τοῦ λαοῦ μας.

Συμβιβάζεται τό ἐθνικό συμφέρον μέ τά συμφέροντα τῶν Ἑλλήνων βιομηχάνων; Τί ἐννοοῦμε ὅμως λέγοντας «ἐθνικό συμφέρον»; Ἐννοοῦ­με, πρῶτον, τήν ἐφαρμογή σχεδίου οἰκονομικῆς ἀνάπτυξης, καί συγκε­κριμένα τήν ἐφαρμογή τῆς νέας ἀγροτικῆς πολιτικῆς, τῆς νέας ἐμπορο­βιο­μηχανικῆς πολιτικῆς καί τῆς νέας μορφωτικῆς πολιτικῆς. Δεύτερον, τό ραγδαῖο ἀνέβασμα τοῦ βιοτικοῦ ἐπιπέδου τῶν ἐργαζομένων, ὡς ἀπο­τέλεσμα τῆς ἐφαρμογῆς τῆς παραπάνω πολιτικῆς, μέ τό ἀνέβασμα τοῦ εἰσοδήματος τῶν ἐργατῶν, ἀγροτῶν, μισθωτῶν, μεσαίων στρωμάτων μέσα στό σύνολο τοῦ ἐθνικοῦ εἰσοδήματος, μέ τήν πρόταξη τῆς πολιτικῆς τῆς ἐθνι­κῆς ἀναγέννησης, πού θά πραγματοποιηθεῖ μέ τήν παραχώρηση τοῦ ἀναγκαίου ποσοστοῦ ἀπό τόν κρατικό προϋπολογισμό γιά τήν ἀνάπτυξη τῆς παιδείας, τῶν ἐπιστημῶν, τῆς τέχνης καί τοῦ ἀθλητισμοῦ.

Ἐμεῖς θά προστατεύσουμε μέ ὅλα τά ἀπαιτούμενα μέσα τήν ἐγχώρια βιομηχανία: ὑψηλότατη φορολογία γιά τά ὁμοειδῆ ξένα βιομηχανικά προϊόντα, ἀνάπτυξη τῆς ἐσωτερικῆς ἀγορᾶς, ἄνοιγμα ξένων ἀγορῶν. Ἡ ἐργατική τάξη θά διαδραματίσει τόν κύριο ρόλο στήν ἐκβιομηχάνιση τῆς χώρας μας. Γι’ αὐτό εἶναι ἀνάγκη νά ὀργανωθεῖ σέ ἐλεύθερα, ἀνεξάρτητα καί ἰσχυρά συνδικάτα, πού θά πάρουν ὑπεύθυνο μέρος στόν προγραμματισμό καί τήν ἐφαρμογή τοῦ σχεδίου βιομηχανικῆς ἀνάπτυξης.

Εἶναι γνωστό ὅτι οἱ Ἕλληνες βιομήχανοι δέν ἔχουν ἐμπιστοσύνη στά μακροχρόνια σχέδια. Ἡ ἀνασφάλεια αὐτή καί ἡ ἔλλειψη ἐμπιστοσύνης στό μέλλον τούς ὁδηγεῖ στήν πολιτική τοῦ ἀμεσότερου καί κατά τό δυνατόν ὑψηλότερου κέρδους, καθώς ἐπίσης στήν ἐξαγωγή κεφαλαίων, στίς ἀντιπαραγωγικές ἐπεν­δύσεις, στή στασιμότητα τῶν ἐπιχειρήσεων, πού ἔχουν ὡς ἀποτέλεσμα τούς ἀργούς καί ἀπαράδεκτους γιά τό οἰκονομικό μέλλον ρυθμούς βιομηχανικῆς ἀνάπτυξης.

Ἡ οἰκονομική ἀνάπτυξη τῆς ἑλληνικῆς ἐργατικῆς τάξης εἶναι δυσανάλογα μικρή σέ σχέση μέ τή γενική οἰκονομική ἀνάπτυξη τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας. Δέν κατόρθωσε ἀκόμη νά ἱκανοποιήσει οὔτε τίς πιό στοιχειώδεις βιοτικές της ἀνάγκες, ἀρχίζοντας ἀπό τό πρόβλημα τῆς κατοικίας καί τῶν συνθηκῶν διαβίωσης. Ἀσκώντας μιά πολύ γενική κριτική, θά ἔλεγα ὅτι οἱ ἡγέτες τοῦ ἐργατικοῦ μας κινήματος ἔπεσαν συχνά στό σφάλμα τοῦ μή ὀρθοῦ ὑπολογισμοῦ τοῦ συσχετισμοῦ τῶν δυνάμεων, πού αὐτός καί μόνο μᾶς βοηθάει νά βάζουμε κάθε φορά σωστούς στόχους καί νά πραγματοποιοῦμε ἔστω καί μικρά βήματα πρός τά ἐμπρός. Τά πικρά ἀποτελέσματα αὐτῆς τῆς πολιτικῆς τά πληρώνουν σήμερα ὅλοι οἱ Ἕλληνες, καί προπαντός οἱ Ἕλληνες ἐργάτες, πού ἐξακολουθοῦν νά φυτοζωοῦν καί μάλιστα ἀπογυμνωμένοι ἀπό τό μοναδικό τους ὅπλο, τό ὀργανωμένο ἐργατικό κίνημα.

Δέν θά διστάσουμε νά προτείνουμε ἕνα μακροπρόθεσμο πρόγραμμα βιο­μηχανικῆς ἀνάπτυξης τῆς χώρας πού νά περιλαμβάνει τά ἀκόλουθα βασικά σημεῖα:
1) ἐνίσχυση μέ κάθε τρόπο τῆς ἑλληνικῆς βιομηχανίας
2) βιομηχανικός προγραμματισμός μέ βάση τήν ἐπεκτατική βιομηχανική πολιτική
3) φορολογική προστασία τῶν ἑλληνικῶν βιομηχανικῶν προϊόντων
4) ἐξασφάλιση διεθνῶν ἀγορῶν γιά τά ἑλληνικά βιομηχανικά προϊόντα
5) πολιτική σταθερῆς κλιμακωτῆς αὔξησης τῶν ἐργατικῶν ἡμερομισθίων σέ τακτά χρονικά διαστήματα
6) ἐλεύθερη συνδικαλιστική ὀργάνωση τῶν ἐργατῶν
7) ἀνάπτυξη τῆς τεχνικῆς ἐκπαίδευσης – γενικότερα, συνδυασμός προγραμματισμοῦ, παιδείας καί βιομηχανι­κῆς ἀνάπτυξης
8) ὁριστική λύση τοῦ προβλήματος τῆς ἐργατικῆς κατοι­­κίας καί γενικότερα τῶν συνθηκῶν διαβίωσης στίς ἐργατικές συνοικίες
9) ἐπά­νοδος, μέ τή δημιουργία ζήτησης βιομηχανικῶν ἐργατῶν, τοῦ μεγαλύτερου μέρους τῶν Ἑλλήνων μεταναστῶν
10) ἀνέβασμα τοῦ μορφωτικοῦ καί πολιτιστικοῦ ἐπιπέδου τῶν ἐργαζομένων. Γιά τό σκοπό αὐτόν προτείνω μόνιμη συνεργασία κράτους, συνδικάτων καί βιομηχάνων γιά τήν κατάστρωση ἑνός μακροπρόθεσμου σχεδίου ἐκβιομηχάνισης καθώς καί μιᾶς μακροχρόνιας πολιτικῆς αὐξήσεως τῶν ἡμερομισθίων.


10) Γιά τή νέα μορφωτική πολιτική. Ὁ τελικός σκοπός τῆς προοδευτικῆς κοινωνίας εἶναι νά καταστήσει ἐλεύθερα ὅλα τά μέλη της. Ἡ ἔννοια τῆς ἐλευθερίας ὅμως εἶναι σχετική. Ἐμεῖς θά ἀρκεστοῦμε μέ τό συγκεκριμένο πρόγραμμά μας νά περιγράψουμε τά συγκεκριμένα ὅριά της σέ συγκεκριμένη χώρα, σέ συγκεκριμένες συνθῆκες καί σέ συγκεκριμένη ἱστορική περίοδο. Τό γεγονός αὐτό δέν ἀποκλείει, φυσικά, τούς εὐρύτερους ὁρα­ματισμούς. Ἡ θέληση καί ἡ δύναμη τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἱκανή νά διασπάσει ὅλα τά ὑπάρχοντα σήμερα στενά ὅρια.

Εἶναι σχεδόν βέβαιο ὅμως ὅτι θά ἀνακαλύψει καινούργια. Ἡ ἱστορική του πορεία εἶναι ἀκριβῶς αὐτή. Νά διασπᾶ, δηλαδή, κάθε φορά τούς «κύκλους» πού τόν περιορίζουν, γιά νά βρεθεῖ μπροστά σέ νέους εὐρύτερους, ὁλοένα καί περισσότερο πλα­τιούς, ὅμως πάντοτε «κύκλους» –τέλειους «κύκλους»– σάν αὐτούς τοῦ Διαστήματος, τοῦ Σύμπαντος, πού εἶναι βέβαιο ὅτι θά προσπαθήσει κάποτε κι αὐτούς νά τούς διασπάσει! Μέ τή νέα ἀγροτική πολιτική καί τή νέα ἐμποροβιομηχανική πολιτική θά προσπαθήσουμε νά δημιουργήσουμε τίς ἀπαραίτητες οἰκονομικές προϋποθέσεις γιά τήν περαιτέρω ἀνάπτυξη τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας πρός τήν περιοχή τῆς πολιτικῆς, πνευματικῆς καί πολιτιστικῆς καλλιέργειας καί ἀνάπτυξης τῶν μελῶν της.

Σέ μιά κοινωνία πού χωρίζεται σέ ἀντιμαχόμενες τάξεις εἶναι φυσικό τά παραπάνω στοιχεῖα, πού συνθέτουν τήν πεμπτουσία τῆς ἀνθρώπινης ὀντότητας καί τήν οὐσιαστικότερη διάσταση τῆς ἐλευθερίας, νά ἀποτελοῦν προνομιακή περιοχή καί μονοπωλιακή κατοχή τῶν ἐχόντων καί κρατούντων.

Ἄν τελικά καταστεῖ δυνατή ἡ δημιουργία τοῦ Λαϊκοῦ Κράτους, στό ὁποῖο ἀποβλέπουμε σταθερά καί πού τό πρόγραμμα πού προτείνουμε σήμερα στόν ἑλληνικό λαό δέν ἀποτελεῖ παρά ἕνα του στάδιο, εἶναι εὐνόητο ὅτι αὐτό θά γίνει μέ δύο τρόπους.

α) Ἐφόσον οἱ ἱστορικές συνθῆκες –δηλαδή ὁ διεθνής καί ὁ ἐσωτερικός συσχετισμός δυνάμεων– ἐπιτρέπουν τήν πραγματική, τήν ἀπόλυτη λαϊκή ἐξουσία, τό πρόγραμμα τῶν μεταρρυθμίσεων πού προτείνουν ἐδῶ θά στηριχθεῖ κυρίως στή λαϊκή δύναμη –δηλαδή στίς ἐργαζόμενες τάξεις– καί λιγότερο ἤ καθόλου στίς μεγαλοαστικές καί κεφαλαιοκρατικές δυνάμεις.

β) Ὅταν οὔτε ἡ ἐκλογική ἐκδήλωση τῆς λαϊκῆς θέλησης, μέ τήν κατάκτηση τῆς ἐκλογικῆς πλειοψηφίας, εἶναι ἱκανή νά ἀνατρέψει τίς συγκεκριμένες ἱστορικές συνθῆκες οὔτε εἶναι δυνατή καί ὁρατή ἄμεσα ἡ ἐπαναστατική ἀλλαγή –λόγω τῶν ἴδιων συγκεκριμένων ἱστορικῶν συνθηκῶν–, τότε γίνεται ἱστορικά ἀναγ­καῖος ὁ συμβιβασμός ἀνάμεσα στή λαϊκή πλειοψηφία καί τούς ἔχοντες καί κρατοῦντες. Φτάνει φυσικά αὐτή ἡ λαϊκή πλειοψηφία νά διαθέτει ἱκα­νή δύναμη ὥστε νά ἐπιβάλει στούς κρατοῦντες αὐτόν τό συμβιβασμό! Ἑπομένως, τό πρόγραμμα τῶν μεταρρυθμίσεων θά ἀκολουθήσει ἀναγ­καστικά τή συγκεκριμένη, κάθε φορά, ἰσορροπία ἀνάμεσα στίς δύο βασικές οἰκονομικά ἀντιμαχόμενες κοινωνικές ὁμάδες. Ὁ συμβιβασμός αὐτός εἶναι ἀντικειμενικά πραγματοποιήσιμος στή χώρα μας λόγω τῶν εἰδικῶν ἱστορικῶν συνθηκῶν πού χαρακτηρίζουν τή ζωή τοῦ ἔθνους κατά τά τελευταῖα τριάντα χρόνια, μέ τήν προβολή τῆς ἐθνικῆς-πατριωτικῆς ἑνότητας. Ἡ ἐθνική τραγωδία τῆς πατρίδας μας ἐπιτρέπει πραγματικά μιά παρόμοια προοπτική. Ὁ πατριωτισμός τῶν Ἑλλήνων εἶναι στοι­χεῖο ζωντανό, δυνατό, καί κάτω ἀπό εἰδικές συνθῆκες εἶναι δυνατόν νά ἐκδηλωθεῖ σέ μιά προσπάθεια προσωρινοῦ, ἔστω, συμβιβασμοῦ τῶν ἀντι­θετικῶν συμφερόντων, πού θά ἔχει ὡς ἄμεσο ἀποτέλεσμα τήν οἰ­κονομική ἀνασυγκρότηση τῆς χώρας, τήν ἄνοδο τοῦ βιοτικοῦ ἐπιπέδου τοῦ λαοῦ μας καί τήν ἀνάπλαση καί ἀναγέννηση τῆς πατρίδας.

Ὑποστηρίζω ὅτι πρέπει νά δειχθεῖ καθαρά ὅτι ὁ δρόμος τοῦ ἐθνικοῦ συμβι­βασμοῦ ἀποτελεῖ μέσα στόν σημερινό κόσμο ἱστορική ἀνάγκη γιά τόν ἑλληνικό λαό καί τό ἔθνος. Πράγματι, τό πρόγραμμα πού προτείνουμε ἀποτελεῖ ἀπό μιάν ἄποψη τη «χρυσή τομή» ἀνάμεσα στίς βασικές ἀντιθέσεις τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας. Μέ ἄλλα λόγια, ἐπιχειρεῖ νά μετου­σιώσει σέ δημιουργικό ἔργο καί σέ ἐθνική κλίμακα τόν ἐθνικό συμβιβασμό. Ἑπομένως, τόσο τό πρόγραμμα ὅσο καί ἡ ἐξουσία πού θά τό ἐκφράζει καί θά τό ἐφαρμόζει δέν εἶναι παρά ἡ ἔκφραση μιᾶς ἀντίθεσης καί συγχρόνως μιᾶς λύσης – ἔστω συμβιβαστικῆς. Εἶναι εὐνόητο ὅτι αὐτός ὁ κοινωνικός-ταξικός συμβιβασμός θά πρέπει νά βρεῖ τήν ἔκφρασή του τόσο στόν πολιτικό ὅσο καί στόν κρατικό τομέα. Τό κίνημα πού προαναγγέλλουμε θά εἶναι ἀπό τή γένεσή του κίνημα πατριωτικῆς συνεργα­σίας, πού θά ἐξασφαλίζει σέ ὅλους τίς ἀναγκαῖες ἐγγυήσεις. Γιατί εἶναι βέβαιο ὅτι θά πρέπει νά πειστεῖ πρῶτ’ ἀπ’ ὅλα ὁ ἴδιος ὁ λαός, οἱ ἐργαζόμενες μάζες, ὅτι ἡ ἐξουσία πού τοῦ προτείνουμε δέν ἀποτελεῖ μιάν ἀκόμα καμουφλαρισμένη μορφή τῆς δικτατορίας τῆς ἀστικῆς τάξης. Καί στή συνέ­χεια θά πρέπει νά πειστεῖ ἡ ἑλληνική μεγαλοαστική τάξη ὅτι ἡ μορφή τῆς ἐθνικῆς συνεργασίας πού προτείνουμε δέν εἶναι ἕνας Δούρειος Ἵππος γιά τήν οἰκονομική καί πολιτική της ἐξόντωση.

Τά δεδομένα αὐτά θά μᾶς βοηθήσουν νά διαγράψουμε μέ σαφήνεια καί ρεα­­λισμό τά ὅρια τῆς νέας μορφωτικῆς πολιτικῆς:
1) ἐγκαθίδρυση γνήσιων δη­μο­κρατικῶν θεσμῶν καί σχέσεων
2) πνευματική ἀνάπτυξη
3) δημιουργία στε­λεχῶν γιά μιά σύγχρονη καί ἀνεπτυγμένη κοινωνία – ἐπιστήμονες, τεχνικοί, εἰδικευμένοι ἐργάτες
4) πολιτιστική καλλιέργεια τῶν μαζῶν.

Οἱ στόχοι αὐτοί τῆς μορφωτικῆς μας πολιτικῆς ἀποτελοῦν συγχρόνως καί τήν προϋπόθεση γιά τή γρήγορη οἰκονομικοτεχνική ἀνάπτυξη τῆς χώρας. Ἑπομένως, ἡ μορφωτική πολιτική ἀποτελεῖ οὐσιαστικά μέρος τῆς οἰκονομικῆς μας πολιτικῆς. Τό πρόβλημα τῆς σχολικῆς παιδείας ἔχει σήμερα διερευνηθεῖ. Γι’ αὐτό τό προσπερνῶ, ὑπογραμμίζοντας ὅτι στό πρόγραμμά μας θά πρέπει νά καθοριστοῦν μέ σαφήνεια ὅλοι οἱ στόχοι τῆς ἐκπαιδευτικῆς μας πολιτικῆς. Σημειώνω μονάχα τήν ἀνάγκη δημιουρ­γίας πολλῶν ἀνώτερων καί ἀνώτατων κρατικῶν τεχνικῶν σχολῶν, δεδομένου ὅτι τόσο ἡ ἐκβιομηχάνιση τῆς χώρας ὅσο καί ἡ μηχανοποίηση τῆς ἀγροτικῆς οἰκονομίας θά ἀπαιτήσουν γρήγορα ἕναν ὁλοένα αὐξανόμενο ἀριθμό τεχνικῶν στελεχῶν.

Ἡ ὀργάνωση τῆς πληροφορίας πάνω σέ ὑγιεῖς κοινωνικές βάσεις, τά ἀντι­κειμενικά καί πλούσια ἐνημερωτικά μέσα στή διάθεση τοῦ λαοῦ – μέ δυό λόγια, ὁ ἐξοπλισμός ὅλων τῶν πολιτῶν μέ ὅλα τά ἀναγκαῖα στοιχεῖα, τίς καθημερινές πληροφορίες καί τόν ὄγκο καί τήν ποιότητα τῶν γνώσεων, ὥστε νά μποροῦν νά σχηματίζουν κάθε στιγμή σαφῆ καί ἀντικειμενική γνώμη καί κρίση καί νά τοποθετοῦνται ὑπεύθυνα ἀπέναντι στά γεγονότα καί τά προβλήματα, ἀποτελεῖ ἕνα ἀπό τά βασικά στοιχεῖα τῆς δημοκρατικῆς διαδικασίας καί ἕνα ὅπλο γιά τήν ὑγιῆ καί σίγουρη ἀνάπτυξη, στερέωση καί ἄμυνα τῶν δημοκρατικῶν κατακτήσεων. Διαπλάθει ὑπεύθυνους πολίτες, δηλαδή ἱκανά κοινωνικά στελέχη, γιά τήν ὁλοένα καί παραπέρα ἀνάπτυξη τῆς κοινωνίας. Ἡ ὀργάνωση καί ἡ ἄνοδος τῆς ἐπιστημονικῆς ἔρευνας θά μετουσιωθεῖ σύντομα σέ οἰκονομικά ἅλματα στή διαδικασία τῆς οἰκονομικῆς ἀνασυγκρότησης. Τέλος, ἡ ὁλόπλευρη ἐνίσχυση τῶν γραμμάτων καί τεχνῶν θά συντελέσει στήν οἰκοδόμηση τῆς πνευματικῆς καί ψυχικῆς διάστασης τοῦ ἔθνους. Θά ὁδηγήσει στήν ἀναγέννηση τῆς ἑλληνικῆς σκέψης καί τῆς ἑλληνικῆς τέχνης, μέ τήν παράλληλη μύηση τῶν μεγάλων ἐργαζομένων μαζῶν σέ ὅλους τούς πνευματικούς καί καλλιτεχνικούς θησαυρούς πού μᾶς κληροδότησε ὁ παγκόσμιος καί ἰδιαίτερα ὁ ἑλλαδικός πολιτισμός.

Γιά νά ὁδηγήσουμε τόν Ἕλληνα πολίτη πρός τήν κατεύθυνση τῆς οὐσιαστικῆς ἐλευθερίας, εἶναι ἀνάγκη, ὅπως εἴδαμε, νά συνδέουμε κάθε στιγμή τήν ἔννοια τῆς ἐλευθερίας μέ τρεῖς βασικές –μέσα στόν κοινωνικό χῶρο– πλευρές: τήν οἰκονομική, τήν πολιτική καί τή μορφωτική. Ὅπως ἤδη ἀναλύσαμε, ἡ κυρίως προσπάθειά μας ἀποβλέπει στήν οὐσιαστική ἀπελευθέρωση τῶν μεγάλων ἐργαζομένων μαζῶν μέσω τῆς δημιουργίας τῶν πολιτικῶν, οἰκονομικῶν καί μορφωτικῶν προϋποθέσεων πού θά μᾶς ἐπιτρέψουν ν’ ἀπαλλαγοῦμε ὁριστικά ἀπό τά ἐμπόδια καί τά πλέγματα, ὥστε νά βαδίσουμε στό δρόμο τῆς κοινωνικῆς προόδου καί τῆς ἐθνικῆς εὐημερίας.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Ζάτουνα, 5 Σεπτεμβρίου 1969

Ἔτσι κλείνει ἕνας κύκλος στοχασμῶν καί προβληματισμῶν, πού ἄρχισε πέρυσι τό καλοκαίρι (1968) μ’ ἕνα τραγούδι: «Σοῦ εἶπαν ψέματα πολλά...». Μοῦ λέγανε ὅτι ἔπρεπε νά πάω τότε στήν Εὐρώπη. Ὅμως ἐγώ αἰσθανόμουν ὅτι βρίσκομαι στό σκοτάδι. Ἔπρεπε νά σκεφτῶ. Γιατί κανένας ἄλλος ἐκτός ἀπό τόν ἴδιο τόν ἑαυτό μου δέν ἦταν σέ θέση νά μέ διαφωτίσει. Σ’ ἐκεῖνον πού παρακολούθησε τό σύνολο τῶν τραγουδιῶν μου τούς τελευταίους μῆνες ἐλπίζω ὅτι θά φανεῖ καθαρά ἡ ἀγωνία μου. Λυπᾶμαι εἰλικρινά πού κατέληξα σ’ ἕνα τόσο ἀπαισιόδοξο συμπέρασμα, δηλαδή στούς σύγχρονους μύθους γιά τή δημοκρατία, τήν ἐθνική ἀνεξαρτησία, τή λαϊκή κυριαρχία – μέ μιά λέξη, τήν ἐλευθερία. Ἑπομένως, ἡ πολιτική δράση θά πρέπει ν’ ἀπαλλαγεῖ ἀπό τίς αὐταπάτες καί τούς μεγαλοπρεπεῖς ἀλλά ψεύτικους στόχους. Τά περιθώρια εἶναι στενά, πολύ στενά. Ὅμως, παρ’ ὅλ’ αὐτά, ἀξίζει ὁ κόπος ν’ ἀγωνιστεῖ κανείς γι’ αὐτά, γιατί ἀποτελοῦν τό ζωτικό μίνιμουμ γιά μιά ἀνθρώπινη ζωή. Ἑπομένως, θέλω νά τονίσω ἐδῶ ὅτι ἡ ἀπαισιοδοξία μου ὡς πρός τά μεγάλα ἰδανικά δέν μετριάζει καθόλου τόν ἐνθουσιασμό μου γιά τόν ἀγώνα ἐνάντια στό φασισμό, τόν ἰμπεριαλισμό, τή δικτατορία κ.ο.κ. Ὅμως, ἀπό κεῖ καί πέρα, πρέπει νά τό ὁμολογήσω, ἡ πίστη μου ράγισε. Θά εἶμαι πάντα στό πλευρό ἐκείνων πού ἀγωνίζονται γιά περισσότερες ἐλευθερίες, δικαιώματα καί ἀγαθά γιά τό λαό. Θά ξέρω ὅμως ὅτι πρόκειται γιά σχετική καί ὄχι γιά ἀπόλυτη λύση.

Σταματῶ ἐδῶ γιατί νομίζω ὅτι δέν θά πρέπει νά προτρέχω. Ἄλλωστε, ἔχω ὅλο τόν καιρό νά σκεφτῶ ἀκόμα πολύ...

Εἶναι σαφές ὅτι προσωπικά μοῦ εἶναι ἀδιάφορο ποιά χρήση σκοπεύετε ἐσεῖς νά κάνετε αὐτῶν τῶν γραφτῶν μου. Μοῦ εἶναι ἀδιάφορο, λόγου χάριν, ἄν τά δημοσιεύσετε, γεγονός πού θά μέ ἀπομονώσει ἀπό πολλούς ἰσχυρούς συμμάχους μου ὥς τώρα, ἀλλά σ’ ἀντάλλαγμα γιά τή ζημιά θά μοῦ προσφέρει μιά ὑπεύθυνη θέση ἀνάμεσα σ’ αὐτούς πού πιθανόν νά συμμερίζονται τίς ἀπόψεις μου. Ὅπως ἐπίσης μοῦ εἶναι ἀδιάφορο ἄν δημοσιεύσετε τμήματα μονάχα τῶν γραφτῶν μου, ὥστε νά μοῦ ἐξασφαλίσετε ἕναν χρήσιμο γιά τόν ἀγώνα ρόλο. Πάντως, ἔτσι ἤ ἀλλιῶς, αὐτές εἶναι οἱ σκέψεις μου, καί εἶναι μοιραῖο, σήμερα ἤ αὔριο, νά γίνουν γνωστές. Θέλω, φυσικά, νά βοηθήσω τό ἑλληνικό προοδευτικό κίνημα καί ὅλον τό λαό μας. Ἀλλά εἶναι δυνατόν νά σιωπήσω ἐπ’ ἄπειρον;

Ἴσως μεθαύριο ἀφοσιωθῶ σ’ αὐτό τό πνευματικό κίνημα γιά τό ὁποῖο μίλησα πιό πρίν, γιατί πιστεύω ὅτι ἡ λαϊκή τέχνη μπορεῖ νά προσφέρει σήμερα στούς ἀνθρώπους αὐτό πού δέν τούς πρόσφεραν ἀκόμα οἱ πολιτικοί. Ὅμως, μπορῶ τάχα νά κάνω ἀπό τώρα σχέδια; Καθόμαστε ὅλοι πάνω σ’ ἕναν κρατήρα ἡφαιστείου. Ποιός ξέρει ποῦ θά μᾶς τινάξει ἡ λάβα; Γι’ αὐτό, ἄν εἶναι νά χαθοῦμε γιά πάντα, τουλάχιστον ἄς μείνει πίσω μας ἡ ἀληθινή μας σκέψη, σάν μιά ὕστατη προσπάθεια νά βοηθήσουμε τούς συνανθρώπους μας νά ἀπαλλαγοῦν ἀπό τίς αὐταπάτες καί τό ψέμα. Τώρα πού διαβάσατε αὐτές τίς γραμμές, ἐλπίζω ὅτι θά θελήσετε νά ἐπανεκτιμήσετε τά γραφτά πού σᾶς ἐμπιστεύθηκα.

Ὑπάρχουν δύο εἰδῶν σκοπιμότητες: οἱ βραχυπρόθεσμες καί οἱ μακροπρόθεσμες. Ἄν ἦταν στό χέρι μου, θά διάλεγα, χωρίς δισταγμό, τίς δεύτερες. Δηλαδή θά φρόντιζα νά κάνω γνωστά, τώρα ἀμέσως, τό ἔργο καί τίς ἀπόψεις μου, μάλιστα κατά τόν καλύτερο δυνατό τρόπο. Ἄν οἱ σκέψεις καί τό ἔργο μου ἔχουν κάποια ἀξία, θά ἀντέξουν σέ ὅλες τίς ἐπιθέσεις, σέ ὅλες τίς δοκιμασίες. Καί ὅ,τι τελικά μείνει θά εἶναι στέρεο καί ἀληθινό. Ἄλλωστε, νομίζω ὅτι σᾶς ὑπέδειξα ὥς τώρα ὅλους τούς δυνατούς τρόπους γιά νά γεννήσουμε ὅλοι μαζί κάτι καινούργιο... Φυσικά, δέν θά πρέπει νά ἐμπιστεύεσθε σέ μένα! Γιατί ὡς καλλιτέχνης δημιουργός ὑποτιμῶ συχνά τίς κατεστημένες δυνάμεις!

Σχόλια