Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΕΜΦΥΛΙΟ (Η μεγάλη τραγωδία της Ελληνικής Αριστεράς) - Του Μίκη Θεοδωράκη

ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΤΗΣ ΕΠΕΤΕΙΟΥ ΤΩΝ 50 ΧΡΟΝΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ

{Πρώτη δημοσίευση στον Θεοδωρακισμό στις 4/5/2017}


Ο  ΕΜΦΥΛΙΟΣ  ΜΕΣΑ  ΣΤΟΝ  ΕΜΦΥΛΙΟ
(Η μεγάλη τραγωδία της Ελληνικής Αριστεράς)
           

Α΄

Η απελευθέρωση με βρήκε να εί-μαι στην ΕΠΟΝ διαφωτιστής στον Πέμπτο Τομέα που έπιανε από το Κουκάκι, την Νέα Σμύρνη, το Παλιό και το Νέο Φάληρο, το Μοσχάτο, την Καλλιθέα, τις Τζιτζιφιές και έφτανε ως την Βούλα, την Βουλιαγμένη και την Βάρκιζα. Παράλληλα ήμουν ανταρτοεπονίτης στο Πρώτο Τάγμα του Πρώτου Συντάγματος με έδρα την Νέα Σμύρνη.

Όταν έφυγαν οι Γερμανοί και ανάμεσα στον Οκτώβρη και τον Δεκέμβρη του 1944, οι οργανώσεις της ΕΠΟΝ Αθήνας πέσανε όλες με ορμή στον Εκπολιτισμό, στην Μόρφωση και παράλληλα στην εξάλειψη όλων των πληγών που άφησαν οι Γερμανοί (οχυρωματικά έργα, τάφροι, πολυβολεία) με σκοπό να ομορφύνουμε την Αθήνα μας. Η λέξη «πόλεμος» είχε διαγραφεί από την σκέψη μας. Ήμασταν βέβαιοι πως με την Κυβέρνηση της Εθνικής Ενότητας ξανοιγόταν μπροστά μας μια προοπτική Ειρηνικής Αναδημιουργίας της χώρας για 400 χρόνια. Μετά τις τραυματικές εμπειρίες του πολέμου, πιστεύω ότι την εποχή της νίκης η λέξη «πόλεμος» είχε σβήσει οριστικά από την σκέψη όλων των ανθρώπων, όλων των λαών.

Γι’ αυτό εμείς που κατοικούσαμε γύρω από την λεωφόρο Συγγρού φροντίζαμε ώστε να υπάρχουν εκατοντάδες πατριώτες για να χαιρετούν με κάθε τρόπο (σημαίες, αψίδες, πλακάτ) τα ελληνικά και τα αγγλικά στρατεύματα και τους Έλληνες και ξένους επισήμους με παλαμάκια και ιαχές, γιατί πιστεύαμε ότι όλοι αυτοί, σύμμαχοι και φίλοι του λαού μας, ήρθαν να βοηθήσουν την βαρειά τραυματισμένη πατρίδα μας να σταθεί στα πόδια της.

Πόσοι ήσαν οι Επονίτες στην Αθήνα; Τους υπολογίζαμε σε πάνω από πενήντα χιλιάδες. Ίσως εβδομήντα. Ποιοι αποτελούσαν την ΕΠΟΝ Αθήνας; Εργαζόμενοι και μαθητές-φοιτητές. Με κοινό χαρακτηριστικό την βαθειά πίστη στα ιδανικά του ΕΑΜ και τη σιδερένια θέληση να τα δώσουν όλα στον αγώνα. Ακόμα και τη ζωή τους.

Η Αθήνα εξ άλλου και η Θεσσαλονίκη ήταν οι δύο καρδιές του Κινήματος και με ψηλό επίπεδο μόρφωσης και επαναστατικής συνειδητοποίησης.

Εάν το ΕΑΜ και το ΚΚΕ αποφάσιζαν να σχηματίσουν τον Δημοκρατικό Στρατό, τότε στις νέες συνθήκες θα έπρεπε να βασιστούν στο ανθρώπινο δυναμικό της Θεσσαλονίκης και προ παντός της Αθήνας.

Άλλωστε η ΕΠΟΝ της Αθήνας απέδειξε το υψηλό φρόνημά της όταν μετά τις 3 του Δεκέμβρη πάλεψε 33 ολόκληρες μέρες ενάντια σε έναν έμπειρο στρατό όπως ήταν ο αγγλικός και με μια υπεροχή σε οπλισμό δέκα προς ένα το λιγότερο. πόσοι ήσαν οι ανταρτοεπονίτες σε Αθήνα και Πειραιά; Το λιγότερο δέκα και το πολύ είκοσι χιλιάδες. Η ηλικία τους ήταν ανάμεσα στα 15 και τα 25 χρόνια. Οπλισμός τους στοιχειώδης. Πιστόλια, τουφέκια, χειρομπομπίδες, αυτόματα, λίγα μυδράλια και λιγότεροι όλμοι. Τα πυρομαχικά μετρημένα. Η Επιμελητεία (τροφή) ανεπαρκής και μετά τις 20 του Δεκέμβρη, ανύπαρκτη. Απέναντί μας είχαμε τα κανόνια του αγγλικού στόλου που τα καθοδηγούσε ένα αναγνωριστικό, ώστε να κατευθύνονται στα σημεία που έβλεπαν Ελασίτες. Αεροπλάνα, Τανκς, Όλμους, Μυδράλια κλπ. Οι Άγγλοι ήσαν λίγοι. Οι περισσότεροι ήσαν Ινδοί και Έλληνες της Ορεινής Ταξιαρχίας, χωροφύλακες, ταγματασφαλίτες και εθνοφύλακες.

Μετά τη Βάρκιζα και την παράδοση των όπλων από τον ΕΛΑΣ, ακολούθησε ένα όργιο διώξεων κατά της Αριστεράς. Την διάλυση του ΕΛΑΣ ακολούθησε η αυτοκτονία του Άρη Βελουχιώτη δηλαδή του κορυφαίου συμβόλου του απελευθερωτικού αγώνα. Με βάση τους ταγματασφαλίτες και με την καθοδήγηση των Άγγλων, σχηματίστηκαν δεκάδες ομάδες αγρίων τρομοκρατών που έκαιγαν σπίτια, έσφαζαν τους άντρες και βίαζαν τις γυναίκες σε όλη την Ελλάδα. Από την άλλη μεριά, οι αγγλόδουλες κυβερνήσεις ψήφιζαν Νόμους με τους οποίους άρχισαν να στοιβάζουν στις φυλακές τα μέλη του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, να τους δικάζουν σε στρατοδικεία και να τους εκτελούν κατά εκατοντάδες. Ακόμα και μέσα στην Αθήνα, στο Σύνταγμα, στην Ομόνοια, στο Πανεπιστήμιο, στους κεντρικούς δρόμους, γύριζαν σαν λυσσασμένοι για αίμα ομάδες τραμπούκων. Εγώ προσωπικά λυντσαρίστηκα στο προαύλιο του Πανεπιστημίου και θα με σκότωναν εάν δεν επενέβαινε ο πατέρας μου που ήταν Διευθυντής στο Υπουργείο Εσωτερικών.

Όπως αποδείχθηκε, αυτό το κύμα της τρομοκρατίας ήταν η αρχή για την εκτέλεση της δημόσιας δήλωσης του Τσώρτσιλ «Θέλω μετωπική σύγκρουση με το ΕΑΜ». Γιατί; Μα για να τους οδηγήσουν ξανά στο βουνό και εκεί να τους εξοντώσουν. Όπως και έγινε τελικά.

Όταν μάθαμε ότι άρχισαν να σχηματίζονται οι πρώτες ομάδες ανταρτών, θελήσαμε να πάμε κι εμείς όχι μονάχα οι Ελασίτες αλλά σχεδόν όλοι οι νεολαίοι του 5ουΤομέα. Το ίδιο έγινε και στην υπόλοιπη Αθήνα και τον Πειραιά. Πολύ περισσότερο από μας, οι μεγαλύτεροι όπως ξέρω, είχαν το ίδιο με μας αίτημα. Να πάνε στο βουνό και να μην παρουσιαστούν στον στρατό που άρχισε να απευθύνει επίσημα έγγραφα για επιστράτευση.

Στις αρχές του 1946 ζήτησα να δω τον υπεύθυνο της 5ης Αχτίδας του ΚΚΕ, γι’ αυτά τα θέματα. Την στρατολόγηση και την μετάβαση στο βουνό. Ο καθοδηγητής μου ονομαζόταν Πίνδαρος. Είχε φάει μια σφαίρα στη μύτη του στη συγκέντρωση της 3ης του Δεκέμβρη στο Σύνταγμα και μιλούσε με ψιλή φωνή σχεδόν γυναικεία. Η συνάντησή μας έγινε μπροστά στον κινηματογράφο Ορφέας επί της Σταδίου. Έτσι από τον Πίνδαρο και μπροστά στον Ορφέα άκουσα τα πρώτα λόγια της επικείμενης τραγωδίας. Που φυσικά δεν ήταν δικά του αλλά η επίσημη γραμμή της ηγεσίας του ΚΚΕ. Δηλαδή του Σιάντου που στην 6η Ολομέλεια του ΚΚΕ στα 1949 ο Ζαχαριάδης τον χαρακτήρισε πράκτορα-χαφιέ. Και νομίζω ότι τα λόγια που άκουσα από τον Πίνδαρο μονάχα ένας ανόητος ή πράκτορας θα μπορούσε να πει. Αχ, άτυχη ελληνική αριστερά, εσύ που τα έδωσες όλα για την πατρίδα, πού να φανταστείς ότι είχες το φίδι στον κόρφο σου…

Πρώτον: Το Κόμμα προβλέπει ότι η τελική νικηφόρα μάχη  θα δοθεί στην Αθήνα. Για τον λόγο αυτό, όσα μέλη και στελέχη του κόμματος παραμείνουν εδώ, θα οργανωθούν σε παρτιζάνικες ομάδες εξοπλισμένες και ετοιμοπόλεμες.

Δεύτερον: Όσοι πήραν φύλλο πορείας, θα πρέπει να παρουσιαστούν στον στρατό. Η επιδίωξή μας είναι να καταταγούμε και να προσπαθήσουμε να πάρουμε στον στρατό από τα μέσα.

Φυσικά διαφώνησα μαζί του. Ήμουν όμως υποχρεωμένος να τα ανακοινώσω αυτά στους επονίτες. Κυρίως σ’ αυτούς που η κλάση τους είχε κληθεί εκείνες τις μέρες και περίμεναν να μάθουν τι λέει το Κόμμα.

Πόσοι Αθηναίοι όλων των κλάσεων παρουσιάστηκαν τότε στον εθνικό στρατό… Αν υποθέσουμε ότι το ΕΑΜ είχε στην απελευθέρωση δύο εκατομμύρια, από τα οποία ένα μεγάλο μέρος το εγκατέλειψε μετά τη Μάχη του Δεκέμβρη, βασικά από φόβο και αν διαχωρίσουμε τις  ηλικίες από είκοσι έως τριάντα πέντε ετών που κλήθηκαν στον στρατό, εγώ υπολογίζω αυτούς τους τελευταίους σε 70 έως 100 χιλιάδες. Επομένως αυτές οι δεκάδες χιλιάδες κομμουνιστές και εαμίτες (μόνο από την Αθήνα) παρουσιάστηκαν στον εθνικό στρατό για να τον καταλάβουν από τα μέσα σύμφωνα με την κομματική γραμμή. Σ’ αυτούς θα πρέπει να προστεθούν και άλλες δεκάδες χιλιάδες από την υπόλοιπη Ελλάδα.

Τώρα θα δούμε τον τρόπο με τον οποίο οι στρατιές των επαναστατών εκείνων έκαναν το πρώτο βήμα που θα οδηγούσε στην κατάληψη του Εθνικού Στρατού από το ΚΚΕ και το ΕΑΜ.

Οι υπεύθυνοι για την στρατολόγηση ήταν διαβασμένοι. Φαίνεται ότι γνώριζαν λεπτομερώς την δράση του καθενός, γι’ αυτό χώρισαν τους υποψήφιους στρατιώτες σε τρεις κατηγορίες. Έτσι στην κατηγορία Γ΄ έβαζαν τους πιο σκληρούς και επικίνδυνους γι’ αυτούς με προορισμό την Μακρόνησο και άλλα στρατόπεδα πειθαρχίας όπως τα ονομάζανε. Στην Β΄ κατηγορία τους «έτσι κι έτσι» που τους προόριζαν για διάφορες υπηρεσίες στα μετόπισθεν με αυστηρή επίβλεψη. Στη συνέχεια και όταν τα στρατοδικεία καταδίκαζαν σε θάνατο καθημερινά δεκάδες αγόρια και κορίτσια τότε για να τους διαλύσουνε ψυχολογικά και ηθικά, τους έβαζαν σε καθημερινή βάση σε εκτελεστικά αποσπάσματα να σκοτώνουν τους πρώην συντρόφους τους. Στην κατηγορία Α΄ περιέργως έβαζαν τους πιο πολλούς με τη βεβαιότητα ότι με την σκληρή στρατιωτική εκπαιδευτική πειθαρχία συνδυασμένη με την απαραίτητη ψυχολογική καταπίεση και τρομοκρατία θα τους έκανε ικανούς να πάνε στην πρώτη γραμμή στα μέτωπα κατά του Δημοκρατικού Στρατού και να πολεμήσουν όπως όλοι οι άλλοι.

Άλλωστε, όταν έρχεσαι αντιμέτωπος με κάποιον που επιδιώκει να σε σκοτώσει, τότε είσαι αναγκασμένος για να αμυνθείς να πυροβολήσεις τον αντίπαλο χωρίς να σκεφτείς εκείνη τη στιγμή ότι είναι σύντροφός σου. Από αυτή τη στιγμή έχεις αλλάξει 100% και κάθε μέρα οι τύψεις σε κάνουν πιο σκληρό και πιο απόμακρο από την ιδεολογία σου.Θα το δούμε αυτό στην Μακρόνησο, όπου οι σκληρότεροι βασανιστές ήσαν οι φανατικότεροι κομμουνιστές.

Υπολογίζω ότι αν όπως λένε, ο εθνικός στρατός είχε 100.000 άνδρες, οι 50.000 δηλαδή οι μισοί ήταν κομμουνιστές της Α΄ κατηγορίας. Οι άλλοι ήσαν μόνο το έν πέμπτον δηλαδή οι 10.000 βαμμένοι δεξιοί - αντικομμουνιστές και οι υπόλοιποι πολιτικά (και ταξικά!) αδιάφοροι είτε συμπαθούντες προς το ΕΑΜ. Φυσικά στο τέλος του πολέμου όλοι είχαν μεταβληθεί σε φανατικούς αντικομμουνιστές, με πρώτους και καλλίτερους τους κομμουνιστές της Α΄ κατηγορίας κι εκείνους των Ταγμάτων Μακρονήσου.
          
Έως εδώ, είδαμε δυο περιπτώσεις όπου οι κομμουνιστές υποχρεώθηκαν να σκοτώνουν κομμουνιστές. Γι’ αυτό στην επικεφαλίδα αυτού του πονήματος γράφω «Εμφύλιος μέσα στον Εμφύλιο». Μετρήσαμε αυτούς της κατηγορίας Α΄. Πόσοι όμως ήσαν αυτοί της κατηγορίας Β΄; Δεν ήσαν κι αυτοί μερικές δεκάδες χιλιάδες; Αν συγκρίνουμε τις δύο κατηγορίες, ειδεχθέστερη είναι η Β΄ , στην οποία αυτός που πρέπει να σκοτώσεις εκτός που είναι σύντροφός σου είναι δεμένος και ακινητοποιημένος. Σαν να σφάζεις αρνιά…

Ας πάμε τώρα στην κατηγορία Γ΄, στην Μακρόνησο που την γνώρισα καλά.

Πρέπει εδώ να πω, ότι κατέβασα μεν την κομματική γραμμή, εγώ όμως έσβησα με τη βοήθεια του πατέρα μου  την ημερομηνία που γεννήθηκα και φυσικά δεν παρουσιάστηκα στα στρατόπεδα του εθνικού στρατού με σκοπό να καταταγώ για να συμμετέχω στην έφοδο της κατάληψης του στρατού από τα μέσα. Και πρέπει να πω ότι η αποκάλυψη της ανοησίας της κομματικής ηγεσίας έκανε το πρώτο βήμα για να ολοκληρωθεί μέσα μου στα 1949 όταν στη Μακρόνησο διάβασα τα πρακτικά της 6ηςΟλομέλειας που με οδήγησε στο δρόμο του μοναχικού ιδεολόγου αγωνιστή που τον ακολούθησα έως σήμερα.

Για την Μακρόνησο είναι λίγο έως πολύ γνωστές οι συνθήκες, η δίψα, ο ήλιος, η τρομοκρατία και τα βασανιστήρια. Γι’ αυτό θα ασχοληθώ με την αποκάλυψη μιας τρίτης εμφύλιας σύρραξης μεταξύ αριστερών και αριστερών.

Όταν έφτασαν οι πρώτοι δεσμώτες, τους άφησαν ελεύθερους να προχωρήσουν στην οργάνωση της ζωής τους δίνοντας έμφαση στα ιδεολογικά τους πιστεύω. Κόβες, Αχτίδες, κομματική πειθαρχία, ιδεολογικά μαθήματα κλπ.

Αυτό όμως δεν κράτησε πολύ. Μια μέρα ξύπνησαν περικυκλωμένοι από στεριά και θάλασσα. Όταν τους κάλεσαν να υπογράψουν ομαδικά δήλωση μετάνοιας, αυτοί έβαλαν τις φωνές. Συνθήματα, τραγούδια και επιδείξεις αδιαλλαξίας. Τότε άρχισαν να τους χτυπούν στο ψαχνό. Ο στόλος με οβίδες, οι δεσμοφύλακες με μυδράλια. Ο τόπος γέμισε με νεκρούς και τραυματίες. Όσοι έμειναν ζωντανοί τα έχασαν και όταν άρχισαν να φωνάζουν «Σταματήστε, υπογράφουμε», τότε οι αξιωματικοί στα τρία τάγματα τους υποχρέωσαν να συρθούν σαν φίδια επάνω στο χώμα μέχρι να φτάσουν στο σημείο όπου υπήρχαν οι τυπωμένες δηλώσεις για να υπογράψουν ότι μετά βδελυγμίας αρνούνται και αποκηρύσσουν την ιδεολογία τους και μαζί με αυτό την αυτοεκτίμηση και την προσωπικότητά τους.

Όμως για τους αρρωστημένους εγκεφάλους που συνέλαβαν την Μακρόνησο ως μηχανισμό ψυχών που το σοκ της τρομοκρατίας τις μετέβαλε σε καταφοβισμένα και πειθήνια όργανα μπροστά στη βία των Εσατζήδων και των αρχιβασανιστών με την καθοδήγηση της Διοίκησης του Στρατοπέδου που είναι μια ομάδα ελλήνων αξιωματικών, συνήθως τιμωρημένων, με επί κεφαλής έναν ταγματάρχη, η υπογραφή ήταν η αρχή. Το επόμενο βήμα, αυτό που θα σπάσει οριστικά τον κομμουνιστή-φαντάρο ήταν όταν αυτός υποχρεωνόταν να χτυπήσει τους συντρόφους του που δεν έκαναν δήλωση. Του έδιναν ένα γερό καλάμι μπαμπού ή ένα στυλιάρι και τον παρακολουθούσαν εάν χτυπά με όλη του τη δύναμη και στα ευαίσθητα σημεία του θύματος, στο κεφάλι είτε στα κόκκαλα χεριών και ποδιών. Και αλίμονό του αν τον πιάνανε να προσποιείται ότι δέρνει και δεν το κάνει πραγματικά. Τότε τον περίμεναν διαφόρου είδους βασανιστήρια. Σίδερα καυτά, πέτρες  κοφτερές που σπάζουν δάχτυλα. Εξάρθρωση χεριού ή ποδιού (σε μένα διάλεξαν το πόδι). Χτυπήματα για να σπάσουν τα κόκαλα στο χέρι ή στο πόδι (σε μένα τα σπάσανε παντού) και το χειρότερο θάψιμο στους τάφους των Τούρκων  με το κεφάλι έξω που το αλείφανε με λάδι ή σάλτσες για να έρθουν τη νύχτα οι αρουραίοι να σε γλείψουν και στη συνέχεια να σε δαγκώνουν. Κι εσύ δεν είχες τρόπο να αμυνθείς εκτός απ ό τα δόντια σου που έπρεπε να κόβουν σιχαμένες ουρές και κεφάλια και μετά να ξερνάς και να ουρλιάζεις, μήπως σε ακούσουν στο Λαύριο και κάνουν ανήμποροι το σταυρό τους (αυτό το μαρτύριο ομολογώ ότι σε κάνει να ντρέπεσαι που είσαι άνθρωπος και ειδικότερα Έλληνας).

Η περίπτωση η δική μου ήταν ιδιαίτερη και είχε να κάνει με τα όπλα που είχαμε κρυμμένα στα 1948, τότε που πήραμε εντολή μαζί με τον Βασίλη Ζάννο να δραπετεύσουμε με καϊκι φορτωμένο σταφύλια από τον Εύδηλο Ικαρίας με προορισμό την Χίο κι από κει στην Αθήνα, για να σχηματίσουμε τις πρώτες ένοπλες ομάδες. Να λοιπόν που ο Πίνδαρος είχε δίκιο: Η ηγεσία άρχισε την προετοιμασία για τον σχηματισμό του Δημοκρατικού Στρατού στην Αθήνα. Την Μεγάλη Παρασκευή η ηγεσία αποφάσισε να στείλει την ομάδα του Ζάννου να εκτελέσει τον Υπουργό Λαδά που είχε δώσει εντολή να εκτελεσθούν 21 παληκάρια την Μεγάλη Τρίτη. Για μένα που συμμετείχα σε μια άλλη ομάδα με τον Παύλο Παπαμερκουρίου, ήταν λαθεμένη κίνηση παρ’ ό,τι κι εγώ πίστευα ότι ο Λαδάς έπρεπε να τιμωρηθεί. Όμως είναι λάθος να χτυπάς τόσο υψηλούς στόχους με την ιδιαίτερη προφύλαξή τους, εφ’ όσον ο στόχος σου είναι άλλος: να προσπαθήσεις να επιστρατεύσεις όσο γίνεται περισσότερους ώστε να είσαι σε θέση μεθαύριο να χτυπήσεις τις αντίπαλες ομάδες από θέση ισχύος. Το λάθος αυτό είχε αντίκτυπο και στη δική μας ομάδα, αφού ύστερα από λίγο πέρασαν όλοι οι σύντροφοί μου από την κρεατομηχανή της Γενικής Ασφάλειας στην οδό Σολομού, για να οδηγηθούν στο Γουδί όπως έγινε και με την ομάδα του Ζάννου. Όλοι της ομάδας εκτός από μένα, γιατί είχα αρρωστήσει με πλευρίτιδα και ήμουν αναγκασμένος να περπατώ και να κρύβομαι μέσα σε αφόρητους πόνους και με 40 πυρετό. Τις νύχτες, τις πιο πολλές φορές τις περνούσα με τον Παύλο ή με τον Δεσποτίδη μέσα σε γιαπιά και κάποτε κάτω από τους θάμνους στο Ζάππειο. Την ώρα  που η Ασφάλεια έπιανε τους υπόλοιπους της Ομάδας (10 το βράδυ), εγώ ανέβαινα με λεωφορείο την λεωφόρο Συγγρού, για να συναντήσω τον Παύλο Παπαμερκουρίου. Όμως ένοιωθα ότι δεν μπορούσα να σταθώ στα πόδια μου. Έσβηνα. Έτσι, όταν έφτασε το λεωφορείο, όντας βέβαιος πως θα πεθάνω, αποφάσισα να δω για τελευταία φορά τους δικούς μου. Τρεις δρόμους μετά τη στροφή της Νέας Σμύρνης, ήταν το σπίτι μου στην οδό Σμύρνης 39 (τώρα Πλαστήρα). Φτάνοντας με προφύλαξη στο σπίτι, πέταξα ένα πετραδάκι στο τζάμι. Ο πατέρας μου που κατάλαβε, μου ανοίγει την πόρτα, με αγκαλιάζει και αμέσως τον ακούω να λέει κατάπληκτος: «Μα εσύ καις». Φτάνουμε στο δωμάτιο. Η μαμά και ο Γιάννης ξαπλωμένοι.. «Σήκω Άσπα, σήκω Γιάννη, ο Μίκης είναι πολύ άρρωστος».Όπως ήμουνα με τα ρούχα, σωριάζομαι στο ντιβάνι του αδερφού μου. Μου δίνουν ασπιρίνες, χαμομήλι. Μου βάζουν κρύες κομπρέσες για τον πυρετό. Εγώ τους βλέπω θαμπά. Όμως είμαι ευτυχισμένος και προσπαθώ να χαμογελάσω. Η μητέρα μου κλαίει κι εγώ χάνομαι. Ακούω τον Γιάννη να φωνάζει «Τους μπάσταρδους! Θα τους εκδικηθώ». Μέσα στη σκοτεινιά που με τυλίγει, τον καμαρώνω. Σκέφτομαι πως ο αδερφός μου θα συνεχίσει τα βήματά μου.

Και ξαφνικά ακούγεται το κουδούνι της εξώπορτας. Ο πατέρας μου μισανοίγει το παραθυρόφυλλο και μας λέει: «Γέμισε ο κήπος με αστυφύλακες». Μετά  τους φωνάζει: «Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών. Γιατί μας ξυπνάτε μέσα στην άγρια νύχτα;» Τότε ακούγεται από κάτω μια φωνή «Κύριε Διευθυντά, μας διέταξαν να προβούμε σε έλεγχο ταυτοτήτων». Ο πατέρας δεν το βάζει κάτω: «Σας παρακαλώ να ξαναρθείτε το πρωί». Τότε η φωνή αλλάζει: «Δεν γίνεται. Θα μας ανοίξετε αμέσως την πόρτα, ειδάλλως θα την σπάσουμε».

- Γιάννη, τρέχα να ανοίξεις. Εσύ Μίκη, μείνε ξαπλωμένος.
Σε λίγο μπαίνει ο επί κεφαλής αστυνόμος.
- Και ποιος είναι αυτός;
Όταν στην μάχη του Δεκέμβρη του 1944 καταφέραμε να καταλάβουμε το Τμήμα της Νέας Σμύρνης, διατάξαμε τους αστυφύλακες να φύγουν και να πάνε στα σπίτια τους. Οι βαθμοφόροι έμειναν στο χωλ. Τους είπα «Γιατί διατάξατε πυρ εναντίον μας και βάλατε την σειρήνα να ειδοποιήσει να ρθουν οι Άγγλοι από το Ιωσηφόγλειο;»
- Το κάναμε για την τιμή των όπλων κύριε Συναγωνιστά.
- Ευτυχώς που δεν είχαμε θύματα. Εσείς;
- Όχι, όχι.
- Τότε να πάτε με το καλό στις οικογένειές σας. Είστε ελεύθεροι.
Άδειασε το χωλ και έμεινε μόνο ένας.
- Εσείς γιατί δεν φεύγετε; τον ρωτώ.
- Γιατί είμαι Διευθυντής Ασφαλείας και θα με σκοτώσετε.
- Και γιατί δεν σε σκοτώνω τώρα;
- Είναι διαφορετικά.
Επειδή από στιγμή σε στιγμή θα ερχόταν οι Άγγλοι, του λέω:
- Πάμε, θα σε πάω εγώ στο σπίτι.
Καθόταν σε μια πάροδο της Αρτάκης. Όταν άνοιξε η πόρτα, η γυναίκα του και τα δυο μικρά παιδιά του κρεμάστηκαν στον λαιμό του. Σε μια στιγμή η γυναίκα του γυρίζει, με βλέπει ψηλό και πάνοπλο και νομίζει ότι θα τους σκοτώσω όλους. Πιάνοντας την σκέψη της, του λέω:
- Εσύ βγάλε την στολή σου, βάλε πολιτικά και πήγαινε με την οικογένειά σου κάπου έξω από την Αθήνα, γιατί σε λίγο εδώ θα γίνει κόλαση.

Αυτός λοιπόν που του έσωσα τη ζωή τότε, ήταν που έτυχε να μπει να με συλλάβει εκείνη τη νύχτα στο σπίτι μου στη Νέα Σμύρνη.

Η μαμά μου με την ευγένεια της Μικρασιάτισας, μου λέει:

- Μίκη, δεν είναι σωστό να κάθεσαι ξαπλωμένος μπροστά στον κύριο Αστυνόμο.
- Μαμά, της λέω, έχοντας συνέλθει από την ξαφνική ατυχία μου να πιαστώ ετοιμοθάνατος και να με πάρουν από την αγκαλιά των δικών μου, γνωρίζω καλά τον κύριο. Και απευθυνόμενος σ’ αυτόν:
Πρέπει να ντρέπεσαι γι’ αυτό που κάνεις.
Αυτός απολογούμενος μου απάντησε στον Πληθυντικό:
Κύριε Θεοδωράκη, σας διαβεβαιώ ότι εκτελώ μια πράξη ρουτίνας.
Μα δεν βλέπετε ότι πεθαίνει; φωνάζει ο πατέρας μου.
Θα φροντίσουμε να τον βάλουμε κάπου ζεστά και θα του δίνουμε … ποια είναι τα φάρμακα που παίρνει;
Χαμομήλι και ασπιρίνες.

Στο Τμήμα με πήγαν στο κρατητήριο, που ήταν γεμάτο με 12 συναγωνιστές με τους οποίους ήμασταν μαζί στα 1947 εξόριστοι στο ίδιο χωριό στην Ικαρία. Τότε κατάλαβα ότι η σύλληψή μου δεν είχε σχέση με την δράση μου στο κέντρο της Αθήνας και ότι το πιο πιθανό ήταν να με ξαναστείλουν εξορία.

Την άλλη μέρα ο Ασφαλίτης με κάλεσε στο γραφείο του, όπου πήγα υποβασταζόμενος από δύο αστυφύλακες και με πυρετό 40. Το πρόσεξε ο Αστυνόμος και με ρώτησε μήπως ήταν καλλίτερα να με στείλουν σε κάποιο στρατιωτικό νοσοκομείο. Εγώ όμως αρνήθηκα αμέσως, γιατί φοβόμουν ότι μπορούσα να πέσω σε κανένα ασφαλίτη από αυτούς της Γενικής Ασφάλειας που με γνώριζαν.

- Εγώ δεν έχω να σου πω τίποτα, μου είπε. Ούτε δήλωση ούτε αποδοκιμασία για το παιδομάζωμα. Θα πας κάτω, θα ξαπλώσεις κάπου ζεστά κι εγώ θα σου στείλω ζεστό χαμομήλι και ασπιρίνες. Κατ’ εξαίρεσιν θα βλέπεις κάθε μέρα τους δικούς σου και σε 15 μέρες θα σε στείλω μαζί με τους άλλους στα παλιά σας λημέρια. Στην Ικαρία. Και θα σε σώσω από το βέβαιο ντουφέκι. Όπως βλέπεις, δεν είμαι αχάριστος…

Όπως αποδείχθηκε λοιπόν, την ίδια ώρα που εγώ έμπαινα στο σπίτι μου στη Νέα Σμύρνη, η αστυνομία της Γενικής Ασφάλειας έχοντας εντοπίσει τα κρυσφήγετα της ομάδας Παπαμερκουρίου, τους πιάνει όλους (ήσαν δώδεκα) και τους μεταφέρει στην Γενική. Εκεί, ύστερα από μαρτύρια που κράτησαν δύο εβδομάδες, τους μεταφέρανε στις Φυλακές Αβέρωφ στον θάλαμο μελλοθανάτων. Από τα βασανιστήρια έσπασε η σπονδυλική στήηλη του Παύλου, που η μόνη του στενοχώρια ήταν ότι θα σκοτωνόταν καθισμένος σε καρέκλα και όχι όρθιος όπως τόσο πολύ επιθυμούσε. Αφού πέρασε λίγος καιρός, ορίσθηκε η ημερομηνία της εκτέλεσης στο Γουδί κάποια Δευτέρα. Την προηγούμενη Πέμπτη ήταν το τελευταίο επισκεπτήριο με την οικογένειά τους. Αφού έληξε η επίσκεψη, βρέθηκαν όλες μαζί οι οικογένειες μπροστά από την πόρτα των φυλακών. Τότε κάποιος ρίχνει την ιδέα να απευθυνθούν στον Στάλιν.

- Και τι μπορεί να κάνει ο Στάλιν μέσα σε τέσσερις μέρες; Αν λάβει φυσικά το τηλεγράφημά μας.
- Και τι χάνουμε;
- Και πού θα το στείλουμε;
- Στη Σοβιετική Πρεσβεία.
Τελικά υπογράφουν όλοι εκτός από τον πατέρα του Παύλου που ήταν ιερέας και αντικομμουνιστής.
Από κει και πέρα γίνονται οι εξής ενέργειες:
Πρώτον: Ο σοβιετικός Πρέσβυς με ένδειξη «κατεπείγον» στέλνει το έγγραφο στο Κρεμλίνο.
Δεύτερον: Ο Στάλιν με τη σειρά του το στέλνει στον εκπρόσωπο της Σοβιετικής Ένωσης στο Συμβούλιο Ασφαλείας για να επιδιώξει κατεπειγόντως να ληφθεί απόφαση από το Συμβούλιο.
Τρίτον: Κυριακή φτάνει στην ελληνική κυβέρνηση η ευχή του Συμβουλίου να μη γίνει αυτή η ομαδική εκτέλεση.
Τέταρτον: Οι μελλοθάνατοι μεταφέρονται στο Γουδί και στήνονται στον τοίχο.
Πέμπτον: Ένα λεπτό πριν από το «πυρ» φτάνει μοτοσυκλετιστής που παραδίδει τον κλειστό φάκελο που περιέχει την εντολή για ματαίωση της εκτέλεσης όλων πλην του Παπαμερκουρίου, γιατί λείπει το όνομά του από το τηλεγράφημα προς τον Στάλιν.
Έκτον: Αυτοί που σώθηκαν είναι υποχρεωμένοι να παρακολουθήσουν την θανάτωση του συντρόφου τους, που όπως μου διηγήθηκαν αργότερα, τους φώναξε ότι θέλει να πεθάνει όρθιος και παρακάλεσε να τον βοηθήσουν. Όμως οι εκτελεστές, όχι μόνο το άγημα αλλά και οι αξιωματικοί και ο εισαγγελέας και ο ιερέας, που τους κατατάσσω στην βδελυρή χορεία των δολοφόνων, είναι βιαστικοί και έτσι με συνοπτικές διαδικασίες βάζουν τον Παύλο πάνω σε μια καρέκλα και τον εκτελούν.

*
Από την Άνοιξη του 1949 ξεκινά η μαζική μεταφορά των εξορίστων που βρίσκονται στα νησιά του Αιγαίου (Ικαρία, Λήμνος, Αη-Στράτης) στο λεγόμενο Τέταρτο Τάγμα με Διοίκηση της Χωροφυλακής και όχι του Στρατού στο βόρειο τμήμα της Μακρονήσου. 


Έχουν ήδη πάει πολιτικά και στρατιωτικά στελέχη όπως ο Ηλιού και ο Σαράφης. Αυτοί μένουν σε σκηνές μέσα σε κλωβούς από 500 άτομα ο καθένας. Όταν μεταφερθήκαμε εμείς από την Ικαρία, βρήκαμε τους δύο πρώτους κλωβούς σε απόσταση 50 μέτρων από την θάλασσα. Εμείς φτιάξαμε οι ίδιοι και μείναμε σε άλλους δύο κλωβούς, τον Γ΄ και τον Δ΄ λίγο ψηλότερα προς το βουνό.

Η επιδίωξη της Κυβέρνησης ήταν να τελειώσει γρήγορα με τους πολιτικούς κρατούμενους (είχαν προστεθεί και τέσσερις νέοι κλωβοί). Επέλεξαν λοιπόν το Πρώτο Τάγμα για τη διαδικασία της ανανήψεως των έξι χιλιάδων του Δ’  Τάγματος. Επέλεξαν ως ιδανικό τόπο μια μεγάλη χαράδρα και εκγύμνασαν στη διεξαγωγή ομαδικών βασανιστηρίων δέκα ομάδες ξυλοδαρτικής όπως τις ονομάζανε, συνολικής δύναμης 500 βασανιστών. Στη συνέχεια επιλέξανε ως πρώτα θύματα τριακόσιους νέους από το Α΄ Τάγμα με τη σκέψη ότι όταν θα σπάσουνε αυτοί οι πιο ανθεκτικοί λόγω ηλικίας και λόγω φανατισμού, τότε θα ήταν ευκολότερο το σπάσιμο των υπολοίπων.

Το Κόμμα ανέθεσε σε μένα και σε δύο άλλους να προσπαθήσουμε με κάθε τρόπο να κρατήσουμε ψηλά το ηθικό των συντρόφων μας. Κανένας όμως δεν μπορούσε να φανταστεί αυτό που μας περίμενε. Το χειρότερο για μένα όμως, ήταν το ότι πριν δέκα μέρες είχε φτάσει μια φουρνιά από την Ικαρία με διακόσιους κρατούμενους που τους άδειασαν κατ’ ευθείαν στο Α΄ Τάγμα. Εκεί έπεσαν αμέσως επάνω τους και πριν συνέλθουν, μέσα σε λίγες μέρες, όχι μόνο έκαναν δήλωση αλλά μεταβλήθηκαν σε βασανιστές.

Έτσι, όταν φτάσαμε, άρχισε το μαρτύριο, όπου 500 χτυπούσαν σαν λυσσασμένοι τριακόσιους συντρόφους τους. Δεν θα ξεχάσω ποτέ το ψυχικό σοκ που έπαθα όταν ξαφνικά είδα τον Βασίλη (που μαζί μοιραζόμασταν τον θάλαμό μας, που ξαπλώναμε πλάι-πλάι και είχαμε γίνει αδερφοί) να σηκώνει ένα μεγάλο χοντρό μπαμπού και να με χτυπάει με δύναμη στο κεφάλι. Τότε μέσα στη ζάλη και στον πόνο του φώναξα: «Εσύ Βασίλη;» και είδα το πρόσωπό του να παίρνει μια κτηνώδη έκφραση καθώς ετοιμαζόταν να με χτυπήσει ξανά:

- Ναι, εγώ. Γιατί Μίκη; Είσαι καλλίτερος από μένα που έσπασα;

Τη νύχτα με είχαν πετάξει πάνω σε ένα τραπέζι και κάθε τόσο φρόντιζαν να με ξαναχτυπούν επάνω στο πληγωμένο μου σώμα. Ξαφνικά ακούω μια κραυγή από έναν που ήταν αιμόφυρτος επάνω στο τσιμέντο: «Τη μάνα μας ρε!». Και μετά πάλι πιο άγρια: «Τη μάνα μας ρε!». Δηλαδή «δεν τη σεβάστηκες τη μάνα μας και τόλμησες να χτυπήσεις τον αδελφό σου…». Και ο άλλος να απολογείται:

- Συγχώρεσέ με, συγχώρεσέ με
- Ποτέ! Ποτέ!

Πόνος, δάκρυα και αίμα αδελφικό. Αληθινή Κόλαση. Κι αυτή την Κόλαση που έζησαν 100.000  αγωνιστές, που με τα ασύλληπτα βασανιστήρια μεταβάλανε το ένα τρίτο περίπου από αυτούς σε βασανιστές. Αν αυτός δεν είναι Εμφύλιος, τι είναι  ο Εμφύλιος; Ταξικός; Αχ Πίνδαρε, ήσουν και είσαι πάντα στην σκέψη μου, για να μου θυμίζεις την εγκληματική ανοησία μιας ηγετικής κάστας που από τότε αναγεννιέται σαν την αμοιβάδα μέσα από τον ίδιο τον εαυτό της παραμένοντας στην πλειοψηφία της μικρή και ανόητη.

Όμως έχουμε και ένα  ακόμα κρούσμα του Εμφυλίου της Αριστεράς μέσα στον Εμφύλιο.

Όσοι από τους Μακρονησιώτες είχαν τελειώσει επιτυχώς την ανάνηψή τους και από Βούλγαροι έγιναν Έλληνες και μάλιστα εθνικόφρονες, πλαισίωναν τα λεγόμενα «Τάγματα της Μακρονήσου» και χωρίς καθυστέρηση πήγαιναν στην πρώτη γραμμή του μετώπου στο βουνό. Μερικοί απ’ αυτούς πίστευαν ότι θα μπορούσαν να φτάσουν στις γραμμές του Δημοκρατικού Στρατού. Από αυτούς ελάχιστοι τα καταφέρανε, γιατί οι πιο πολλοί έπεφταν νεκροί από τα πυρά εκείνων που είχαν αναλάβει να τους παρακολουθούν. Έτσι δεκάδες φορές έτυχε να σκοτώνει αδελφός τον αδελφό. Κι αυτή ήταν η ανώτατη και τραγικότερη μορφή του Εμφυλίου Πολέμου.

                                                                 Β΄

Στο όνομα της Εργατικής Πρωτομαγιάς αποφασίζω να προχωρήσω τις σκέψεις μου απαντώντας στην άποψη που ακούστηκε πριν λίγο καιρό, ότι ο χαρακτήρας του Εμφύλιου ήταν ταξικός!

Πρώτον: Δεν πρέπει την πεμπτουσία των Λαών να την εξετάζουμε με το μικροσκόπιο αλλά με το ιστορικό τηλεσκόπιο. «Μικροσκόπιο» θεωρώ τις αναλύσεις που έγιναν με βάση την ιστορία και τις κοινωνικές συνθήκες άλλων Λαών και συγκεκριμένα της Αγγλίας, Γαλλίας, Γερμανίας κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα δηλαδή κράτη και λαούς που βγήκαν από τον Ευρωπαϊκό Μεσαίωνα. Ενώ με το «τηλεσκόπιο» θα διαπιστώσουμε ότι για κάθε λαό απαιτείται διαφορετική ανάλυση, όπως στην περίπτωση των λαών που έζησαν κάτω από τον Οθωμανικό ζυγό και ειδικά την Ελλάδα, που δεν γνώρισε τις συνθήκες του Ευρωπαϊκού Μεσαίωνα.

Δεύτερον: Την ίδια εποχή στην Ελλάδα υπήρχε το Βυζάντιο και στη συνέχεια, από τον 15ο αιώνα και μετά η Οθωμανική κατοχή.

Τρίτον: Τόσο κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα όσο και μετά την Γαλλική (αστική) επανάσταση οι λαοί της Δύσης κόπηκαν κάθετα στη μέση με το μαχαίρι, με τους Φεουδάρχες και τους Μεγαλοαστούς από΄τη μία πλευρά και τους δουλοπάροικους και τους εργαζόμενους από την άλλη. Δηλαδή είχαμε Άγγλους εναντίον Άγγλων, Γάλλους εναντίον Γάλλων και Γερμανούς εναντίον Γερμανών. Με άλλα λόγια, η Τάξη των Εξουσιαστών και η τάξη των εξουσιαζομένων ήσαν χωρισμένες με ταξικό μίσος. Οι διαφορές ανάμεσα σ’ αυτούς τους δύο κόσμους που χώριζαν αυτούς τους λαούς ήταν αβυσσαλέες.

Και στις δύο περιπτώσεις, του δουλοπάροικου άκληρου αγρότη και του φτωχού εργαζόμενου-εργάτη, υπήρχε πρόβλημα επιβίωσης. Δηλαδή οι άνθρωποι μέσα σε συνθήκες εξαθλίωσης, εκτεθειμένοι στην πείνα και τις αρρώστιες-επιδημίες παλεύανε για την ίδια τους τη ζωή, οπότε το μίσος κατά των πλούσιων συμπατριωτών τουςήταν η κυρίαρχη σκέψη τους και το βαθύτερο και ισχυρότερο πάθος της ζωής τους. Και αυτό ακριβώς επεσήμανε ο Κάρολος Μαρξ χτίζοντας επάνω του τη θεωρία του με το βασικό επαναστατικό πρόσταγμα, το ταξικό μίσος. Όπως επίσης και οι σοσιαλιστές-κομμουνιστές εκεί οικοδόμησαν την ιδεολογία και τη δράση τους.

Είναι επομένως λογικό να θεωρούμε ότι το χαρακτηριστικό των λαών αυτών από τα βάθη του Μεσαίωνα έως σήμερα είναι αυτό το προαιώνιο βίωμα, το ταξικό μίσος, που παραμένει αναλλοίωτο από τους δούλους του Μεσαίωνα και τους βιομηχανικούς εργάτες του 19ου και του 20ού αιώνα έως τους υπάλληλους-εργάτες και εργαζόμενους του 21ου αιώνα. Αυτό συμβαίνει και με τον λαό των ΗΠΑ, γιατί στην μεγάλη του πλειοψηφία είναι γέννημα της μεσαιωνικής Ευρώπης. Ο τρόπος με τον οποίο εκδηλώνεται σήμερα στον Δυτικό κόσμο δεν πρέπει να μας αποπροσανατολίζει, γιατί κάτω από τις όποιες μεταμφιέσεις της άλλοτε Φεουραρχικής και νυν Μεγαλοαστικής εξουσίας καραδοκούν οι σύγχρονες πιεσμένες τάξεις έως ότου πάρουν την ρεβάνς τους εναντίον των εξουσιαστών, όταν έρθει και εφ’ όσον θα έρθει η ιστορική στιγμή της Τελικής Επανάστασης με ένα πρόγραμμα και όραμα για την Νέα Κοινωνία, που να εκφράζει τον πολυδιάστατο άνθρωπο.

Η άποψή μου είναι ότι εάν και όταν θα έρθει η ώρα αυτή, τότε θα αναδειχθεί η Συνείδηση του ανθρώπου σε μοναδικό, καθολικό και κυρίαρχο οικοδόμο και επόπτη της νέας κοινωνίας.

Τέταρτον: Είδαμε ότι το ταξικό μίσος δημιουργείται όταν ένας Λαός διαιρείται κάθετα σε Εξουσιαστές και εξουσιαζομένους. Στην περίπτωση της Ελλάδας ο ελληνικός λαός όχι μόνο δεν χωρίστηκε κάθετα στα δύο δηλαδή Έλληνες κατά Ελλήνων αλλά τουναντίον ο Οθωμανός κατακτητής βοηθούσε στην ενότητά του ελληνικού λαού. Γιατί εκτός από την βία της Εξουσίας, τα δύο άλλα χαρακτηριστικά ενός λαού όπως η γλώσσα και η θρησκεία ήσαν εντελώς διαφορετικά και αντίθετα, ούτως ώστε αυτή η εθνική ενότητα των Ελλήνων να δυναμώνει απέναντι στον επιθετικό ισλαμισμό και την κυρίαρχη τουρκική γλώσσα. Έτσι, ο Χριστιανισμός και η Ελληνική γλώσσα ήρθαν να προστεθούν στην άμυνα κατά της εθνικής υποδούλωσης σε βαθμό που η ενότητα των Ελλήνων να έχει γίνει χαλύβδινη. Φυσικά υπήρχαν πλούσιοι και φτωχοί. Όμως οι πλούσιοι κοτζαμπάσηδες δεν έγιναν ποτέ τάξη αντίστοιχη με κείνες των Πριγκήπων του Μεσαίωνα που εκτός των άλλων διαφορών είχαν την κορυφαία για μένα αντίθεση, την Πολιτισμική. Έτσι λόγου χάριν, όταν ο Φεουδάρχης - Γαιοκτήμων - Βασιλιάς - Πρίγκηψ - ευγενής πάντρευε την κόρη του μέσα σε Πύργους και Παλάτια απρόσιτα στους δουλοπάροικους, οι ευγενείς χόρευαν καντρίλιες με την υπογραφή διάσημων έντεχνων μουσουργών που είχαν φροντίσει να έχουν στην αυλή τους. Ενώ όταν οι εξαθλιωμένοι αγρότες και εργαζόμενοι πάντρευαν τη δική τους κόρη, εάν και όταν χόρευαν, είχαν τους δικούς τους χορούς και τραγούδια, γραμμένα από άγνωστους λαϊκούς δημιουργούς χαμηλής αισθητικής αξίας.

Στην Ελλάδα της Οθωμανικής κατοχής, όταν ο κοτζαμπάσης πάντρευε την κόρη του, πλούσιοι και φτωχοί χορεύανε τσάμικο και καλαματιανό και τραγουδούσαν τραγούδια ανώνυμων λαϊκών ποιητών και λαϊκών συνθετών μεγάλης αισθητικής αξίας, γιατί δεν απευθύνονταν σε δούλους αλλά σε ελεύθερους πολιορκημένους! 

Πέμπτον: Μετά την επανάσταση του 1821 γράφεται και λέγεται ότι στην Ελλάδα δεν έγινε η αναγκαία αστικοδημοκρατική επανάσταση. Κι αυτό το επισημαίνουν κυρίως οι Έλληνες μαρξιστές. Το ερώτημα (που κανείς δεν έθεσε ως τώρα) είναι το «γιατί δεν έγινε». Η απάντησή μου είναι, γιατί δεν υπήρξε στη χώρα μας αστική τάξη με τα χαρακτηριστικά εκείνης των Άγγλων, Γάλλων, Γερμανών, Ρώσων φεουδαρχών και μεγαλοαστών. Και κυρίως δεν υπήρχε η κάθετη διαίρεση του ελληνικού λαού ώστε να υπάρξει ταξικό μίσος. Κι αυτό γιατί στην Ελλάδα η επανάσταση του 1821 δεν είχε χαρακτήρα ταξικό αλλά εθνικό απελευθερωτικό. Οπότε κάθε απόπειρα να υψωθεί ένα τείχος μίσους ανάμεσα σε Έλληνες είναι ανιστόρητη, επικίνδυνη και απαράδεκτη.Μετά την επανάσταση, οι τρεις Μεγάλες Δυνάμεις που μας βοήθησαν να απαλλαγούμε από τους Τούρκους (Άγγλοι, Γάλλοι και Ρώσοι) θέλησαν να εξαργυρώσουν αυτή τους τη βοήθεια δημιουργώντας η κάθε μια «προγεφυρώματα» στην πολιτική και κοινωνική ζωή που μάλιστα είχαν χωρίς ενδοιασμούς την υπογραφή τους αγωνιστές όπως ο Κολοκοτρώνης κι αυτά ακριβώς τα «προγεφυρώματα» δυστυχώς «μεγαλούργησαν» σε όλη τη διάρκεια του εθνικού μας βίου από το ’21 έως σήμερα.

Έχει ισχυρό συμβολισμό για τη μοίρα του τόπου μας το γεγονός ότι τα τρία πρώτα πολιτικά κόμματα που δημιουργήθηκαν μετά την απελευθέρωση είναι το Ρωσικό, το Αγγλικό και το Γαλλικό με επί κεφαλής επιφανείς Έλληνες, πράγμα που δείχνει τον βαθμό της διείσδυσης της ξένης εξάρτησης από τα γεννοφάσκια της ίδρυσης του ελληνικού κράτους.

Από τότε έως σήμερα, το ελληνικό κράτος με φανερή είτε κρυφή εξάρτηση-κηδεμονία από τους ξένους λειτουργεί καθεστωτικά έχοντας απέναντί του τον ελληνικό λαό σε κατάσταση ελεύθερου πολιορκημένου.

Απόδειξη γι’ αυτό είναι το γεγονός ότι όλες οι λαϊκές επαναστάσεις στη χώρα μας είχαν στόχο το ντόπιο καθεστώς με τους ξένους φανερά είτε κρυφά στο πλευρό τους. Στο κορύφωμα ήρθε η ξένη γερμανοϊταλική κατοχή και με το ελληνικό Κράτος-Καθεστώς, φανερά και ξετσίπωτα υπόδουλο όπως θα γίνει και στον Εμφύλιο Πόλεμο, στον οποίο τη θέση των Γερμανοϊταλών την παίρνουν αγγλοαμερικάνοι.

Όταν τελείωσε ο Εμφύλιος, κατέβηκα στην Κρήτη. Ήμουν ντυμένος στο χακί, είχα πετάξει το δίκωχο με το στέμμα και βάδιζα με πατερίτσες. Η οικογένειά μου είναι μεγάλη και κάθε τόσο με καλούσαν με τους δικούς μου πότε στο ένα και πότε στο άλλο σπίτι για να γλεντήσουμε την Ειρήνη. Γέμιζαν τότε με χακί οι κήποι και οι τραπεζαρίες. Τα ξαδέρφια μου, βαρειά τραυματίες με επιδέσμους και δεκανίκια έρχονταν κατ’ ευθείαν από τα μέτωπα και τα στρατιωτικά νοσοκομεία.

Εγώ, Μακρονησιώτης, τραυματίας, κομμουνιστής, εκείνοι του εθνικού στρατού χωρίς κομματική ταυτότητα, απλοί Θεοδωράκηδες όπως κι εγώ. Πίναμε κρασί αντικρυστά και τραγουδούσαμε αγκαλιασμένοι τα ριζίτικα.

Και οι πιο θαρρετές, οι γυναίκες, πάνω στο τακίρ κέφι γυρίζανε και μουντζώνανε κατά την Αθήνα μεριά.

Μανάδες κι αδέρφια των λαβωμένων στον εθνικό στρατό, δεν μούντζωναν εμένα τον ταξικό εχθρό! Τουναντίον, δεν ξέρω γιατί, όλοι έδειχναν πως μ’ αγαπούσαν πιο πολύ. Γιατί ήξεραν ότι ήμουν θύμα δυο φορές ως Έλληνας και ως ιδεολόγος κομμουνιστής. Μιας και τότε δεν υπήρχε κομμουνιστής που να μην ήταν ιδεολόγος!

Ούτε καρέκλες, ούτε τιμές και αξιώματα παρά ένας τοίχος για να σε τουφεκίσουν κι ένας λάκκος για να σε θάψουν.

Τότε, γιατί θυσιάζαμε τη ζωή μας; Μα για την Πατρίδα, την Ελλάδα. Και τον λαό μας, τον επί δύο αιώνες ελεύθερο-πολιορκημένο.

Έτσι οι σύγχρονοι Έλληνες παραμένουν στα 90% απόλυτα ενωμένοι λόγω της κοινής τους μοίρας η δε κάθετη διαίρεση δεν έγινε ποτέ ανάμεσα σε Έλληνες και Έλληνες αλλά μεταξύ των Ελλήνων της καθεστηκυίας Εξουσίας και τους ελεύθερους πολιορκημένους που τους διχάζουν για να τους εξουδετερώσουν, με τραγική κορύφωση την διχόνοια ανάμεσα στους αγωνιστές της εαμικής αριστεράς τη στιγμή που έβγαιναν νικηφόροι μέσα από το καμίνι της Εθνικής Αντίστασης. Με επίκεντρο το ελληνικό Κράτος και τους νόμους που το συγκροτούν και επικυρώνουν την ουσιαστική τους αντίθεση προς τον ελληνικό λαό πάντοτε κάτω από την εξάρτηση και τον έλεγχο των ξένων εξουσιών και των ξένων συμφερόντων, μας αντιμετωπίζουν φανερά, κρυφά ή μεταμφιεσμένα κάτω από ένα αποικιοκρατικό πρίσμα που μας καταδικάζει σε στασιμότητα, μας υποβιβάζει και εμποδίζει τον βηματισμό μας προς το μέλλον.

Εκεί λοιπόν, στο σημείο που χωρίζει τον ελεύθερο πολιορκημένο λαό μας με το ξενόδουλο καθεστώς που έως σήμερα μας καταπιέζει αλλάζοντας την πραγματική του μορφή για να μας ξεγελά, ΕΚΕΙ πρέπει να στηρίξουν οι Έλληνες πατριώτες την βαθειά τους Αντίθεση και το Εθνικό τους μίσος. Γιατί κάθε άλλη ξενόφερτη ανάλυση διασπά το μοναδικό όπλο που έχει ο Λαός μας για να νικήσει: την Εθνική Παλλαϊκή του Ενότητα.

Αθήνα, Πρωτομαγιά του 2017
Μίκης Θεοδωράκης

Σχόλια