26/6: ΜΕ "ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ" και "ΜΑΟΥΤΧΑΟΥΖΕΝ" ΤΙΜΟΥΝ ΤΟΝ ΜΙΚΗ ΣΤΟΝ ΔΗΜΟ ΛΑΡΙΣΣΑΙΩΝ!


Το Δημοτικό Ωδείο Λάρισας και η Αντιδημαρχία Πολιτισμού και Επιστημών του Δήμου Λαρισαίων γιορτάζουν και τιμούν τα 90 χρόνια του Μίκη Θεοδωράκη με μια σειρά συναυλιών στις οποίες θα παρουσιαστούν σημαντικά του έργα.

Η πρώτη μεγάλη συναυλία θα πραγματοποιηθεί στο Κηποθέατρο «Αλκαζάρ» την Παρασκευή 26 Ιουνίου στις 9:00 το βράδυ. Στη συναυλία αυτή θα παρουσιαστούν δυο από τα σημαντικότερα έργα του μεγάλου μας συνθέτη.


Στο πρώτο μέρος θα παρουσιαστεί η «Μπαλάντα του Μάουτχαουζεν» σε ποίηση του Ιάκωβου Καμπανέλλη, σε επεξεργασία για Μικτή χορωδία και ορχήστρα, ενώ στο δεύτερο μέρος, θα παρουσιαστεί για πρώτη φορά στην πόλη μας ολοκληρωμένο το «Άξιον εστί» με τα τρία μέρη του, τη Γένεση, τα Πάθη και το Δοξαστικό, σε ποίηση του μεγάλου μας νομπελίστα ποιητή Οδυσσέα Ελύτη.

Εκατό και πλέον χορωδοί και μουσικοί υπό την καθοδήγηση του Δημήτρη Καρβούνη, συνεργάζονται επί μήνες στο μεγάλο αυτό εγχείρημα, ώστε να επιτύχουν το καλύτερο δυνατόν αποτέλεσμα.

Στην παρουσίαση των έργων παίρνουν μέρος: Η Μικτή Χορωδία του ΔΩΛ, η Παιδική Χορωδία του ΔΩΛ, Συμφωνική και Λαϊκή Ορχήστρα. Ως σολίστ συμμετέχουν: ο βαρύτονος Απόστολος Σωτηρούδης στο ρόλο του Ψάλτη, ο Αλέξανδρος Τσιωνάς στο ρόλο του Λαϊκού τραγουδιστή, και ο Κώστας Τσιάνος στο ρόλο του Αναγνώστη – Αφηγητή. Διευθύνει ο Δημήτρης Καρβούνης.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η Λάρισα έχει ιδιαίτερους δεσμούς με το Μίκη Θεοδωράκη, ο οποίος απ’ το 1983 είναι επίτιμος δημότης της πόλης μας. Ιδιαίτερους δεσμούς με το μεγάλο μας συνθέτη έχει βέβαια το Δημοτικό Ωδείο, καθώς η Παιδική χορωδία του ΔΩΛ και ο διευθυντής της Δημήτρης Καρβούνης, επί 20 χρόνια (1985 – 2005) υπήρξαν άμεσοι συνεργάτες του.

Ειδικότερα, η Παιδική χορωδία του ΔΩΛ έλαβε μέρος στην Α’ παγκόσμια παρουσίαση του έργου του «Requiem – Ακολουθία εις κεκοιμημένους» στο Θέατρο του Κολλεγίου Αθηνών το 1985, και σε όλες τις μετέπειτα παρουσιάσεις του έργου στην Ελλάδα (Θεσσαλονίκη, Λάρισα, Καλάβρυτα, Πανεπιστήμιο Αθηνών και Μέγαρο Μουσικής Αθηνών) καθώς και στην πρώτη (a cappella) δισκογραφική παραγωγή του έργου, η οποία μάλιστα έγινε με την ηχογράφηση της συναυλίας που δόθηκε τον Οκτώβριο του ’85 στο Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Αχιλλίου.

Επίσης η Παιδική χορωδία του ΔΩΛ, απ’ το 1993 μέχρι το 2005 συμμετείχε σε 20 περίπου συναυλίες, υπό τη διεύθυνση του ίδιου, παρουσιάζοντας τα μεγάλα έργα του «Άξιον εστί» και «Πνευματικό εμβατήριο» στο Ηρώδειο, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, στο Αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου, στη Θεσσαλονίκη, στην Πάτρα, στο Ναύπλιο, στα Χανιά και άλλες πόλεις της Ελλάδας, μέχρι την τελευταία, αποχαιρετιστήρια συναυλία του συνθέτη στις Πρέσπες.

Τέλος, η Παιδική χορωδία του ΔΩΛ, το 1994, παρουσίασε σε Α’ εκτέλεση και δισκογραφική παραγωγή τα «Παιδικά τραγούδια» του μεγάλου μας συνθέτη, μαζί με την Ορχήστρα του ΔΩΛ, ενώ την ενορχήστρωση και τη χορωδιακή επεξεργασία των «Παιδικών τραγουδιών» έκανε ο Δημήτρης Καρβούνης, μετά από ανάθεση του συνθέτη. Μεγάλο αριθμό έργων του Μίκη Θεοδωράκη ερμήνευσε και η Μικτή χορωδία του ΔΩΛ, αποσπώντας εγκωμιαστικές κριτικές απ’ τον ίδιο το συνθέτη.

Το «Άξιον εστί» του Οδυσσέα Ελύτη, ένα απ’ τα σημαντικότερα επιτεύγματα του ελληνικού λόγου, μελοποιήθηκε απ’ το Μίκη Θεοδωράκη το 1960 – 61, ενώ η πρώτη του εκτέλε­ση έγινε το 1964.

Στο κορυφαίο του αυτό έργο, ο συνθέτης βρίσκοντας το ιδανικό ποιητικό κείμενο χρησιμοποιεί με εμπνευσμένο πραγματικά τρόπο τη μουσική κληρονομιά της βυζαντινής υμνωδίας, του δημοτικού και του λαϊκού τραγουδιού. Το βαθύτατα ελληνικό έργο του Ελύτη χωρίζεται σε τρία μέρη: Τη Γένεση, τα Πάθη και το Άξιον εστί (Δοξαστικό). Στην εσω­τερική του διάρθρωση υπάρχουν επίσης τρία στοιχεία: Η αφήγηση (πεζός λόγος), ο ύμνος (ελεύθερος στίχος), και το χορικό (μετρικός στίχος).

Για το πρώτο στοιχείο ο Θεοδωρά­κης χρησιμοποιεί τον αφηγητή, για το δεύτερο τον ψάλτη και για τον τρίτο τον λαϊκό τρα­γουδιστή. Χρησιμοποιεί επίσης δύο ορχήστρες (συμφωνική και λαϊκή) και μικτή χορωδία. Το χτίσιμο της φόρμας του έργου βασίζεται σε μια διαρκή εναλλαγή ανάμεσα στον ψάλτη, το λαϊκό τραγουδιστή και τον αφηγητή, με ενδιάμεσες ορχηστρικές και χορωδιακές παρεμβολές.

Μελωδίες σπάνιας ομορφιάς, και ελληνικότατοι ρυθμοί διατρέχουν όλο το έργο, με θαυμάσια ισορροπία ανάμεσα στο λαϊκό τραγούδι και τους ψαλμούς. Ιδιαίτερα θα πρέπει να επισημανθεί η έντεχνη επεξεργασία και ενορχήστρωση όλου του υλικού, καθώς και η χορωδιακή γραφή του, στην οποία συνδυάζονται ο βυζαντινός ισοκράτης με την έντεχνη δυτική επεξεργασία.

Το «Άξιον εστί» αποτελεί μια ολοκληρωμένη πρόταση του Θεοδωράκη για μια καινούργια μορφή σύνθεσης, που ο ίδιος ονομάζει «Μετασυμφωνική μουσική». Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το έργο είναι ένας μεγάλος σταθμός, όχι μόνο για την πορεία του Θεοδωράκη, αλλά για την νεότερη ελληνική μουσική.

Το «Μάουτχαουζεν» γράφτηκε στις αρχές του 1966. Ο ελεγειακός χαρακτήρας του έργου οδήγησε τον Θεοδωράκη σε αναζήτηση νέου ύφους, νέας δομής και νέων ηχοχρωμάτων μέσα απ’ την ενορχήστρωση του έργου.

Το έργο, ενώ κυρίως αναφέρεται στις διώξεις και τα παθήματα χιλιάδων Εβραίων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των Ναζί, είναι ταυτόχρονα ένας ύμνος στη ζωή και στον έρωτα. Ο στίχος «έρωτα μες στο μεσημέρι, σ’ όλα τα μέρη του θανάτου, ώσπου ν’ αφανιστεί η σκιά του» σηματοδοτεί με τον καλύτερο τρόπο το χαρακτήρα του. Απ’ το 1966 μέχρι σήμερα, παρουσιάστηκε σε χιλιάδες συναυλίες σ’ όλο τον κόσμο ερμηνευμένο σε διάφορες εκτελέσεις και γλώσσες.

Μετά τη Μαρία Φαραντούρη η οποία με το έργο αυτό έκανε την πρώτη της εμφάνιση στο χώρο του ελληνικού τραγουδιού και ταυτίστηκε με το έργο, ερμηνεύτηκε από επίσης σπουδαίες τραγουδίστριες όπως η Gisela May, η Elinoar Moav κ.α.


Πηγή: 

Σχόλια